United States or Equatorial Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η αθεράπευτη πληγή της πατρικής κατάρας να καταφάγη σύρριζα την ύπαρξίν σου όλην! — Πτωχά μου ’μάτια γέρικα, αν κλαίετε ακόμη, σας ξερριζώνω μόνος μου να σας πετάξω κάτωτο χώμα, να ζυμώσετε με δάκρυα την λάσπην! — Καλά, καλά! Μου έμεινε ακόμη μία κόρη.

Ομοίως και έχιδναι και οι πτερωτοί όφεις της Αραβίας, εάν επολλαπλασιάζοντο, όπως η φύσις των είναι θηριώδης, το ανθρώπινον γένος δεν θα ηδύνατο να ζήση· αλλ' όταν συνέρχωνται τα ζώα ταύτα κατά ζεύγη, ενώ το άρρεν καταγίνεται να εκπέμψη την γονήν τον, το θήλυ προσκολλάται εις τον λαιμόν του και δεν το αφίνει πριν το καταφάγη.

Δεν υπάρχει υψηλότερον αίσθημα από την μετάνοιαν και την συγγνώμην· τελείται μία μεταμόρφωσις εν τη ψυχή ένθεος, την οποίαν εν τη φύσει συμβολίζει η μεταμόρφωσις της κάμπης εις χρυσαλίδα, ήτις, αναλαμβάνουσα αιθερίας πτέρυγας, σπεύδει και καταφιλεί ικέτις το άνθος, του οποίου το φύλλον είχε καταφάγη, η δε χρυσαλίς της σήμερον ζητεί συγγνώμην διά τον σκώληκα της χθες.

Μη φοβείσαι από τους αγρίους· δεν θα σου αφήσουν πόδας οι ήμεροι, διά να φθάσης μέχρις αυτών και μη φοβηθής τον μορφασμόν του διαβόλου, διότι δεν θα τον ίδης ποτέ· θα σε καταφάγη διά του μειδιάματος ασφαλέστερον. Αλλ' ελθέ υπό την σκιάν μου και τίποτε δεν θα πάθης. Και όντως επλησίασα προς το Φάσμα, και με την σκιάν του περιεβλήθην.

Άνθρωπος είμαι, άνθρωπος, και την ζωήν μου σύρω μ' ολίγα ψευτοδάκρυα, μ' ολίγα ψευτογέλοια, κι' άμα κυττάζω 'στά 'ψηλά και χαμηλά και γύρω όλα παντού μου φαίνονται τρελλού παππά Βαγγέλια. Άνθρωπος είμαι, άνθρωπος με χέρια και με πόδια, σκυλιά γαυγίζουν 'πίσω μου, με κουτουλούν οι τράγοι, τρώγω την γην, που του ζευγά την αυλακόνουν βώδια, πριν λαίμαργα την σάρκα μου εκείνη καταφάγη.

Την αυγήν εκείνος ο θηριώδης γίγαντας όταν εξύπνησεν, εσηκώθη και εβγήκεν έξω από το παλάτι, και ημάς μας άφησεν εκεί, αλλ' όταν εκαταλάβαμεν πως αυτός εξεμάκρυνεν απ' εκεί, τότε όλοι ομού με μίαν φωνήν αρχίσαμεν να κλαίωμεν και να θρηνούμεν τόσον απαρηγόρητα που ηχολογούσεν από τις φωνές εκείνο το θανατηφόρον δι' ημάς παλάτι, και με όλον ότι ημείς είμεθα πολλοί εις τον αριθμόν και ο εχθρός που άρχισε να μας καταφάγη ήτον ένας, δεν εσυμβουλεύθημεν με τον θάνατόν του να ελευθερωθώμεν, αλλ' εστοχαζόμασθε άλλους τρόπους, όμως όλοι τέλος πάντων εφάνησαν ανωφελείς.