Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Μπαίνουν ο ΣΤΕΦΑΝΟΣ και ο ΤΡΙΝΚΟΥΛΟΣ. ο ΚΑΛΙΜΠΑΝ κατόπι τους μ' ένα φλασκί. ΣΤΕΦΑΝ. Άφησέ με ήσυχο·σαν αδειάση το βουτσί τότε πίνουμε νερό· πρώτα, μήτε στάλα. Δούλοτέρας, πιε στην υγειά μου. ΤΡΙΝΚ. Δούλοτέρας! καλέ, τι νησί είναι τούτο; Λένε πως πέντε μοναχά είναι μέσα σε τούτο το νησί· εμείς είμασθε τα τρία· ανίσως τάλλα δύο έχουνε τα μυαλά μας, η πολιτεία κουνιέται.

Σε τρία, σε τέσσερα ξεβιδωμένο το κορμί της. Λυμένη όλη· όλη ξεκλειδωμένη. Σαν κούκλα, που της σφίγκουν τάψυχα στηθάκια της, και λυέται όλη, και κουνιέται όλη, και παίζουν χαρωπά τα παιδάκια. Έπαβε τόρα να τραντάζη νεβρικά, να κουνιέται άσεμνα. Εστριφογύριζε στον τόπο της μια καρτέλα. Έπαιρνε στριφογυρίζοντας με ψιλή, γαργαλιστική φωνή του σκοπού που εχόρεβε το γοργογύρισμα·

»Το κεφάλι Του γέρνει και το ιερό κορμί αναίσθητο κουνιέται πάνω στο Σταυρό. Αστραπή κόκκινης φλόγας διαπερνά την ατμοσφαίρα κ' εξαφανίζεται. Σπάζουν οι βράχοι του Καρμήλου και του Λιβάνου· η θάλασσα κυλάει ψηλά από την άμμο τα μαύρα βορβορώδη κύματά της. Η γη ανοίγει κ' οι τάφοι αφίνουν ελεύθερους τους κατοίκους των.

Πότε γλυκοκυττάζει Ψηλά τ' αστέρια τ' ουρανού, πότε κατά το ρέμμα, Που μέσ' 'ς το φως του φεγγαριού σαν νάν' ασήμι αστράφτει, Κ' εις κάθε φύλλο από δεντρί και χόρτο που κουνιέται Γυρίζει το τουφέκι του, στηλώνη τη ματιά του ..... Κι' ουδ' ένα 'λάφι εφάνηκε, ουδέ κάν' άλλο αγρίμι, Απ' τη σπηληά π' ανοίγεται παρέκει από το ρέμμα, Ξανθαίς Νεράιδες και Ξωθιαίς αυτήν την ώρα βγαίνουν.

Γονατιστός, ξεσκούφωτος, ασημένιος. Είνε τώρα κρεμασμένητον πολυέλαιο του Άη-Νικόλα. Και όταν ανάφτη ο γέρω-Συμβίας της λαμπάδες, ς' την πανήγυριν, σ' την αγρυπνία και τον κουνή κατόπιν τον πολυέλαιο, κουνιέται κ' η σκούνα η ασημένια μαζί του πέρα-δω, ς' την αγρυπνία, κ' είνε μια χαρά να την βλέπης. Θαρρείς και ταξειδεύει ς' τη Μαύρη Θάλασσα.

Άξαφνα-άξαφνα μεμιάς κόβει τη συλλογή του, Και: — Στάσου, κράτα τα κουπιά! — κράζει του καϊκτσή του. — 'Στό δώθε του Μεσολογγιού, του λέει, τ' ακραγιάλι Έν' άσπρο-άσπρο και μικρό απ' τη στερηά προβάλλει. — — σώπα, θα νάνε φάντασμα, — αυτός τ' απολογέται. — Όχι. Πώς κυματίζεται δε βλέπεις, πώς κουνιέται; Κ' είνε γερμένο προς εμάς. Σημαία ή μαντύλι.

Μπαρμπα-Έφις, πρέπει να σας πω κάτι: προχθές το βράδυτο βράδυ μένω κλεισμένος μέσα στο καλύβι, επειδή φοβάμαι τα φαντάσματα, και πάντα ακούω τη γιαγιά μου να ξύνει την πόρταπροχθές το βράδυ λοιπόν, πόσο τρόμαξα! Ένιωσα κάτι μαλακό να κουνιέται στα πόδια μου. Φώναξα, μ’ έκοψε κρύος ιδρώτας, αλλά την αυγή είδα ότι ήταν ένας τραυματισμένος λαγός.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν