Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025


Ω καλημέρα σου αδερφή, της λέει, και τι κάνεις; Πού ήσουν, καιρούς οπώλειπες, και πούθε τώρα εφάνης; Αμ πώς γυμνή έτζι ολότελα, μονάχη τέτοιαν ώρα Σε δρόμου διάβα σαν κι' αυτό στη μέση από τη χώρα; Εδώ για στέκω οχ το ταχύ, του απεκρίθη εκείνη· Και στα χαμένα εστάθηκα· του κάκου έχω προσμείνη· Έκρινα τάχατε καλό την ερημιά ν' αφήσω, Στον κόσμο σαν προτήτερα ναρθώ να κατοικήσω.

Και όταν συνέρχεται από την τρομεράν παραζάλην, αισθάνεται την ατοπίαν της θέσεώς του, και πριν αναχωρήση προφέρει γρίφους διά να πιστευθή από τους άλλους και προ πάντων από τον Κλαύδιον ότι πραγματικώς έχει χαμένα τα λογικά του.

Σύναξαν λοιπόν κάμποσα χρήματα, και επειδή ο δήμαρχος ήταν κομματάρχης του βουλευτή και ίσως όχι πολύ τίμιος άνθρωπος, και επειδή ο δήμος όλος μαζί δεν είναι τόσο συμμαζεμένος σαν ένα χωριό μοναχό, και επειδή το κράτος είναι πολύ μακριά και δε βλέπει τόσο καλά τις καθημερινές ανάγκες των χωριανών, όπως τις βλέπουν οι ίδιοι οι χωριανοί, ― γι' αυτά όλα πάσκισαν κ' έκαναν κοινότητα στο χωριό τους και την ορίζουν αυτοί, για να είναι και βέβαιοι πως το χρήμα που σύναξαν για το κοινό δε θα πάγει στα χαμένα.

Κ' η Πηνελόπ' η φρόνιμηεκείνον αποκρίθη· «Ω ξένε, υπάρχουν και άπιαστα όνειρα μωρολόγα, 560 και όσα ονειρεύονται οι θνητοί δεν αληθεύουν όλα· ότι δυο πύλαις έχουμε των ελαφρών ονείρων· ελεφαντόπλαστ' είν' η μια κεράτιν' είν' η άλλη· και όσ' όνειρ' από τον σχιστόν ελέφαντα διαβαίνουν, όλ' απατούν τον άνθρωπον με ρήματα χαμένα, 565 και όσ' από τα καλόξυστα κέρατα διαβαίνουν αληθινά τελεσφορούνεκείνον 'που τα βλέπει. πλην το πικρ' όνειρο, θαρρώ, κείθεεμέ δεν ήλθε· αχ! πόσην θα 'φερνε χαράεμέ καιτο παιδί μου. και άλλο τι ακόμη θα σου ειπώ και βάλε τοτον νου σου· 570 έρχετ' η αυγή κατάρατη, 'που εμέν' από το σπίτι θα πάρη του Οδυσσέα μου· μέλλω να θέσω αγώνα αυταίς 'που κείνος έσταινετα μέγαρά του αξίναις δώδεκα όλαιςτην σειράν, ως τα πλευρά των πλοίων, και από μακράν τοξεύοντας ταις διαπερνούσεν όλαις· 575 τέτοιον αγώνα τώρα εγώ θα θέσω των μνηστήρων· και αυτόν, οπ' ευκολώτερα το τόξο θα τανύση, και όλαις αξίναις δώδεκα περάση, με το βέλος, θ' ακολουθήσω, αφίνοντας το δώμα τούτ', οπ' ήλθα νεόνυμφη, πανεύμορφο και θησαυρούς γεμάτο, 580 οπού και μέσα 'ς τ' όνειρο συχνά θα το θυμώμαι».

Και πρώτα ο μυριαφέντης γιος τ' Ατρέα, ο Αγαμέμνος, του λέει, του κραίνει, απ' το δεξύ ενώ τον κράταε χέρι «Χαμένα τάχεις, αδερφέ . . . μα δε σου πρέπει εσένα η τρέλα αφτή . .. Έχε απομονή, και μ' όλη σου την πίκρα 110 μη θες από φιλότιμο με πιο καλύτερό σου να χτυπηθείς, τον Έχτορα, που τόνε τρέμουν κι' άλλοι.

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν