Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025


Πάντα αλαφρόμιαλοι είναι οι νιοί, μα μ' όσους τύχει ο γέρος, ο γέρος βλέπει πίσω του, βλέπει κι' ομπρός του ο γέρος, πώς πιο καλύτερα η δουλιά να βγει και για τους διο τους110 Είπε, κι' εκείνοι χάρηκαν, οι Δαναοί κι' οι Τρώες, με την ολπίδα απ' τους σκληρούς πολέμους να γλυτώσουν.

Μα εκεί π' αφτά τ' ανάδεβε μες στης καρδιάς τα βάθια, 15 να! δάκρια χύνοντας θερμά του γέρου ο γιος Νεστόρου προβάλλει ομπρός του κι' έφερνε τα θλιβερά μαντάτα «Ωχού γιε τ' άρχοντα Πηλιά, ω τι είδηση θ' ακούσεις, φαρμάκι, που έτσι ας είτανε ποτές να μη θε τύχει! Έπεσε ο Πάτροκλος ... γυμνό να σώσουν πολεμάνε 20 το σώμα· τ' άρματα έμειναν στου Έχτορα τα χέρια

Σωκράτης Αν τουλάχιστον ήθελον τύχει άνθρωποι, οίτινες να έχουν ανάγκην να υπάρχη εις αυτούς τοιαύτη οικία μάλλον παρά η σοφία εκείνου• διότι, αν υπήρχον τοιούτοι οι οποίοι να προτιμούν την σοφίαν του ανθρώπου και τα εκ ταύτης προερχόμενα, πολύ περισσότερον ούτος θα είχε να διαθέτη, αν κατά τύχην έχη ανάγκην τινός και θέλη και αυτήν την σοφίαν και τα από ταύτης έργα.

Και για να γελάσει καλλίτερα το έθνος, στολίστηκε με όλη τη σοβαρότητα, το μυστικισμό και την «εμβρίθεια», που του ταιριάζει τόσο άσκημα, και είπε υποκριτικά, με τεχνητή ανυπομονησία: «Για όνομα Θεού, μην τύχει, και κουνηθήτε. Ούτε να αναφέρετε καν τέτοια ζητήματα. Μπορείτε, με μια απροσεξία σας να καταστρέψετε το παν». Και το π α ν αυτό είναι ένα π α ν ― μ έ γ ι σ τ ο μ η δ ε ν ι κ ό.

Πέντε μήνες είχε παπάς και δεν τούχε τύχει στην ενορία του τέτοιο ξαφνικό, νύχτα ώρα. Υγεία βασίλευε στο νησί. Κάνα δυο γέροι είχαν πεθάνει άξαφνα, είχανε μείνει στον τόπο, που ούτε πρόφτασαν να τους μεταλάβουν. — Τι λες, ευλογημένε; Είμαι κι' ανήμπορος. Με τάραξε θέρμη σήμερα. Πώς να κινήσω νάρθω, με τέτοιον καιρό; — Για το Θεό, παπά μου. Ψυχή άνθρωπου χάνεται. Πρόφτασε!

Είπε, και κάτου η Ίριδα κινάει οχ τις ραχούλες της Ίδας, και στον Έλυμπο ναν τους το πει ανεβαίνει. 410 Κι' εκεί στου μυριολόγγωτου βουνού τα πρωτοπόρτια τις βρήκε και τις σταματάει, και λέει το τι είπε ο Δίας «Πού τρέχετε; σαν τι λωλιά σας μπήκε στο κεφάλι; Μην τύχει, λέει του Κρόνου ο γιος, και Δαναό βοηθήστε.

Είπε, και ζητωκράβγασε τ' ασκέρι, όπως βουήζει το κύμα απάνου σ' αψηλή ακροβραχιά, σαν έρθει 395 και το θυμώσει ο σίφουνας, σε κάβο που προβάλλει και τον χτυπάν τα κύματα με κάθε αγέρα πάντα, απ' όθε αν τύχει και φυσάει, θέλεις βοριά θες νότο. Σηκώνουνται έπειτα, σκορπάν, και τρέχουν στις καλύβες φωτιά ν' ανάψουν και ψωμί να ψυχοφάν μια στάλα.

Κανένας δεν τον βοήθησε ν' ανέβει απάνω, γιατί από την κανονιοφόρα τάχανε σαστίσει κι' άλλοι πηγαίνανε βιαστικά κατά την πρύμη, κι' άλλοι κατά την πλώρη. Μερικοί κρατούσανε στα χέρια τους σχοινιά, γάντζους, ότι τύχει. Όταν ξεκόλλησεν η κανονιοφόρα φάνηκεν η βενζινάκατος σχισμένη στη μέση. Από το θωρηκτό, φωνάζανε: — Να, να! αρχίζει να βουλιάζει. — Δε θα την προκάνουνε.

Εκείνος που δε βοηθεί, δεν είναι άξιος να τον βοηθούν και οι άλλοι, και δεν την πειράζει την κοινότητα αν τύχει και χαθεί. Ο άνθρωπος του κάθε τόπου, εκείνος και καλύτερα μπορεί να φροντίζει για τον τόπο του, γιατί εκείνος και πιο κοντά είναι, και κάθε μέρα τον βλέπει, δηλαδή τον ξέρει καλλίτερα από κάθε άλλον και τον πονεί περισσότερο.

Γιατί έτσι απ' τον κακόκραχτο το θάνατο ας μπορούσα ναν τόνε κλέψω πουθενά σα φτάσει η μάβρη η ώρα, 465 όπως πεντάμορφα άρματα θα λάβει, που στον κάμπο όλοι, όσοι τύχει να τους δουν τα κάλλη, θα σαστίζουν

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν