Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025


Και τον καιρόν που την έχασα από τους οφθαλμούς μου, εβυθίσθηκα δι' αυτήν εις διαφόρους διαλογισμούς, και στοχαζόμενος επάνω εις την ωραιότητά της, άρχισα να γροικώ εκείνο, που έως τότε δεν είχα αγροικήσει· και μετ' ολίγον βλέπω και έρχεται μία σκλάβα και με σταματά. Εγώ εγνώρισα ευθύς πως ήτον η σκλάβα της κυράς που εσυνάντησα, η οποία μου ωμίλησε με γλυκύν τρόπον.

το Μεσολόγγι σταματά ο 'Μερ-πασάς, κ' ελπίζει Ότι ολόκερη κρατεί τη Ρούμελητο χέρι Και γλήγωρα για το Μωρηά τ' αμέτρητό του ασκέρι Λαίμαργο θα κινήση. Το όνειρό σου το χρυσό γρήγωρα, Ομέρ, θα σβύση· Το δρόμο σου αν δε σώκοψε ως τώρα ένα τουφέκι, Το Μεσολόγγι το μικρό που άφωνο τώρα στέκει Θα να σου γίνη μνήμα· Ανέλπιστη τ' αγέρωχο θα να σου κόψη βήμα.

Από αυτήν διακρίνεται μια γωνία, ένα Λ πιο μικρό ή πιο μεγάλο, ποτέ όμως τόσο μεγάλο ώστε το μάτι να σταματά και να βρίσκει το τέρμα της ικανοποίησής του. Από τα λόγια των δύο γυναικών, ξεχώριζε τα κομμάτια αυτά τακτικά, και στον ίδιο συρμένο και γλήγορο ήχο: — Καϋμένη! — Έλα δα λοιπόν.,, — Ναι στη ζωή μου.,, Κύττα κει! — Αχ!.,, Μα τι περίεργο.,,

Και ιδού, όλα τα πράγματα μεγαλύνονται μέσα εις τον νουν του, ο νους του δεν σταματά εις ένα μερικόν κακόν· ανέρχεται από το ειδικόν εις το γενικόν και από το συγκεκριμένον εις το αφηρημένον, και βλέπει ένα σύστημα ολόκληρον των ανθρωπίνων πραγμάτων.

Του φαινόταν πως ήταν νεκρός και πήγαινε, πήγαινε σαν μια κολασμένη ψυχή που πρέπει να φτάσει στην αιώνια μοίρα της. Στιγμές στιγμές όμως μια αίσθηση ανταρσίας τον ανάγκαζε να σταματά, να κάθεται στην άκρη του δρόμου και να κοιτάει μακριά.

Όλη νύχτα τον κόσμο χαλούσαν. Κοίταξε, κοίταξε τα μαύρα εκείνα ματόκλαδα! Κι από μάτια γλυκύτερα σου μιλούν. Σου λεν πως καθετίς που μισοσκεπάζει ομορφιά, είναι κι από την ομορφιά που σκεπάζει μαγευτικώτερο. Κρυφογλίστρησε χαδευτικά τη ματιά σου, και σταμάτα την κατά τα μισανοιγμένα τα χείλη. Το ίδιο το μάγιο, το ίδιο μυστήριο.

Ναι, στο φωτεινό μονοπάτι διαγραφόταν ακόμη και η σκιά των λουλουδιών. Τα φύλλα από τις φραγκοσυκιές είχαν τ’ αγκάθια τους στη σκιά, και όπου το νερό ήταν στάσιμο, κάτω στο ποτάμι, αντικαθρεφτίζονταν τ’ αστέρια. Να όμως μια σκιά που κινείται πίσω από την αιμασιά, ανάμεσα στα σκλήθρα. Είναι ένα ασουλούπωτο ζώο, μαύρο, με ασημένια πόδια: τρίζει επάνω στην άμμο, σταματά.

Περνάει τον κάμπο, κ' έρχεται 'ςτής ποταμιάς τα δέντρα. Φαίνεται μαύρο τ' άλογο και νηός ο καββαλλάρης, Διαβαίνει και την ποταμιά και ρίχνεται 'ςτόν πύργο. Ακούγεται το χνώτο του και η ποδοβολή του... 'Στό δάσος το χιονόστρωτο πούνε μπροστά απ' τον πύργο Μπαίνει σαν φείδι και περνά, και σταματά 'ςτήν πόρτα.

Ημέραν τινά τόσον ο Μαρτελάος οργισμένος ήτο, ώστε επιστρέφων ο λόγιος Δημήτριος κόμης Κουμούτος της εξοχής επ' όνου, τον σταματά, γονυπετεί προ αυτού, και, συναθρισθέντος του λαού, εξεφώνησε πανηγυρικόν του όνου, εν επιμέτρω δε, είπεν ότι το υπομονητικόν εκείνο ζώον υπέφερε και το βάρος των αρχόντων, εχθρών της άνθρωπότητος, ως τους ωνόμαζε.

Δύο άλλοι του βαράνε στους ώμους βουρδουλιές, χωρίς ο Άγιος να φαίνεται πως της αισθάνεται. Πίσω του, για να φυλάγουν μη τον αρπάξουν τυχόν οι Χριστιανοί, είνε συμπυκνωμένοι οι στρατιώτες. Έρχεται και κάθεται 'πάνω σ' ένα θρονί, κατά το προσκήνιο, ο Έπαρχος. Μπροστά του σταματά ο Εκατόνταρχος και κουβεντιάζουν.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν