Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Ιουνίου 2025
— Πήγαινε τον 'ς τη σάλα! παραγγέλλει η κυρία. Ο Περδίκης εξέρχεται, και μετά τινα λεπτά επιστρέφει φωνών εν αγανακτήσει — Αι! με παρασκότισαν! — Ποίος ήτον; ερωτά περιέργως η σύζυγός του. — Δεν τον γνωρίζεις ένας παλαιός φίλος μου. Ο Περδίκης αποσιωπά εντελώς, ότι ο παλαιός του φίλος συνυπηρέτει ποτέ μετ' αυτού εν τω αυτώ καφενείω. — Και τι σε ήθελε;
Ίσως περιπατούν έξω εις τον δρόμον και περιμένουν να σβύση το φως από την σάλα, και ύστερα να μβούνε. Άιντε, παιδί μου, για να μην ανησυχή περισσότερο η χανούμισσα, έλα να σε δείξω πού θενά πλαγιάσης. Μετά τινας ματαίας παρηγορίας προς την ταλαίπωρον Οθωμανίδα η μήτηρ μου προηγήθη, μικρόν ελαιόλυχνον κρατούσα, και εγώ την ηκολούθησα.
Και το πιάνο δεν είτανε πια κλειστό. Άνοιξε ένα βράδι, που λίγο το περίμενα. Δίχως να προδώση το σκοπό της ούτε μ' ένα λόγο, ήρθε η Έλσα κάτω στη σάλα και κάθησε στο πιάνο. Με κοίταξε καθώς πέρασε μπροστά μου κ' ένοιωσα πόσο είταν ευτυχισμένη, που μπορούσε νακολουθή τους πόθους της.
Γελούν λοιπόν και τ' άψυχα μαζί του; Έσκυψε με θυμό, άδραξε το κλειδί, τόβαλε στην κλειδαρότρυπα, άνοιξε. — Μητέρα! φώναξε με ολότρεμη φωνή. Έτρεξε στην κρεββατοκάμαρα, στη σάλα, στο δωμάτιό του, στο μαγεριό. Κατέβηκε τρεχάτος στο κατώι, έψαξε στην αυλή, στο κοτέτσι. — Μάννα! ξαναφώναξε δυνατώτερα. Πουθενά απόκριση. Τον έπιασε αποκαρωμάρα.
— Με τον αρρεβωνιαστικό σου! Πού τον ηύρες τον αρρεβωνιαστικό εσύ; — Πώς πού τον ηύρα; Τάχα δεν τον ξέρεις του λόγου σου; Τον ξέρεις. — Εγώ; — Ναι, του λόγου σου. Μ' αφού τον έχεις μέσ' στη σάλα! Στη σάλα! Η κυρία Μαχαλά πήγε να ξεφωνήση. Ποτέ δε φανταζότανε πως η Ασημίνα θα τολμούσε να μπάση, τον αρρεβωνιαστικό στη σάλα της. Στην κουζίνα, ναι· μα στη σάλα! Τέτοια αυθάδεια δεν την περίμενε.
Μια σάλα, μια έδρα στο βάθος, και στη μέση αράδες άδεια καθίσματα. Για την κακή μας την τύχη δε μαζευτήκανε σήμερα. Κρίμας που δε θ' ακούσουμε κατιτίς από κανέναν που ξέρει τι λέει, κ' έχουνε μερικούς τέτοιους εδώ. Κι ακόμα μεγαλήτερο κρίμα που δε θ' ακούσουμε την καθάρια τη Βυζαντινή κορακίστικη, με τις πιο καινούριες αντίκες που βγήκαν από τα σπλάχνα της αρχαιότητας.
Είπε, μα δεν τους ξάκουσε τη δέηση η Παλλάδα. Έτσι οι αρχόντισσες λοιπόν θερμοπερικαλιούνταν, κι' ο Έχτορας τότε έφτανε στον πύργο τ' Αλεξάντρου, πού' χε τον μόνος του έξοχο φτιασμένο με μαστόρους τους πιο καλούς που βρίσκουνταν στην Τροία τότε χτίστες 315 που σάλα τούφτιασαν κι' αβλή και τούφτιασαν γιατάκι μες στο καστρί, στου Έχτορα σιμά και στου Πριάμου.
Τι έγεινε λοιπόν; Ανελήφτηκε; Έβαλε τις φωνές: — Ασημίνα!. ... Ασημίνα!... Έλα δω, Ασημίνα!... Γρήγορα!... Η κόρη επρόβαλλε στο θυρόφυλλο τρομασμένη, κυττάζοντας με απορία την κυρία της. Δε μπορούσε να καταλάβη την τόση της αγανάχτηση. Τι την έμελλε τάχα κι αν είχε τον αρρεβωνιαστικό της; Τι την πείραζε κι αν ήταν μέσα στη σάλα; Θα την έτρωγε τη σάλα της; Όχι βέβαια. Θα την στόλιζε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν