Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025
Ο μεγαλοπρεπής ναός και η πόλις ολόκληρος εδόθησαν εις λεηλασίαν, εσβέσθη δε το από του χρόνου του Ζωροάστρου άσβεστον ιερόν πυρ της Περσικής λατρείας. Ο Ηράκλειος επροχώρει ολονέν, καταδιώκων τον Χοσρόην από πόλεως εις πόλιν, και εκυρίευσε πολλάς πόλεις και χώρας. Αλλ' ο Χοσρόης έφευγε και δεν έμενεν ουδαμού περισσότερον των δύο ημερών.
— Πάγος και Πυρ συγχρόνως. Δεν κάμνει κανείς διάκρισιν μεταξύ αυτών κατά την βραχείαν επαφήν. — «Δικός μου! 'δικός μου!» ήχει γύρω του και μέσα του! «Σε εφίλησα, όταν ήσο μικρός, σε εφίλησα εις το στόμα! Τώρα σε φιλώ εις τα δάκτυλα των ποδών σου και της πτέρνες σου! Είσαι όλος 'δικός μου». Και εξηφανίσθη εις τα διαυγή κυανά νερά.
Δύναταί τις να επερωτήση και διά ποίαν αιτίαν η εν τω αέρι ψυχή είναι ανωτέρα και μάλλον αθάνατος της υπαρχούσης εν τοις ζώοις. Κατ' αμφοτέρας δε τας περιπτώσεις συμβαίνει, έν άτοπον και έν παράλογον. Διότι το να λέγωμεν ότι το πυρ ή ο αήρ είναι ζώον, είναι από τα παραλογώτατα πράγματα, αλλά και να μη λέγωμεν αυτά ζώα, ενώ είναι έμψυχα, επίσης είναι άτοπον.
Η πανήγυρις ευρίσκετο εις την ακμήν, ότε εισήλθον οι δύο οδοιπόροι εις την αυλήν του μοναστηρίου. Οι μεν των μοναχών προσέθετον δέσμας αχύρων και κενωθέντα βαρέλια εις την πυράν, οι δε ανυψούντες τα κράσπεδα των ράσων επήδων υπεράνω της ιεράς φλογός, καταφεύγοντες εις λάκκον πλήρη ύδατος, οσάκις έδακνε το πυρ τας γυμνάς κνήμας των.
Ο πασάς επανέλαβε προς τους εν τη μονή την πρόσκλησιν να παραδοθώσιν· αλλ' οι πολιορκούμενοι έδωκαν και προς αυτόν την απάντησιν, ην είχον δώσει προηγουμένως εις τον Σουλεϋμάν. «Μόνον νεκροί θα παραδοθώμεν!» Τότε ο Μουσταφάς διέταξε γενικήν επίθεσιν κατά του Αρκαδίου, ενώ το πυρ των δύο πυροβολαρχιών συνεκεντρούτο κατά της δυτικής πύλης της μονής.
Ιδού δε πώς θυσιάζουσιν οι Πέρσαι εις τας θεότητας ταύτας· δεν έχουσι βωμούς, δεν ανάπτουσι πυρ, δεν μεταχειρίζονται σπονδάς, μήτε αυλούς, μήτε στεφάνους, μήτε κριθήν ιεράν. Ο θέλων να προσφέρη θυσίαν φέρη το θύμα εις μέρος καθαρόν, όπου επικαλείται την θεότητα εστεμμένος σχεδόν πάντοτε με τιάραν εκ μύρτου.
Αυτά της είπα και η θεά μ' απάντησεν αμέσως• Θα σου ομιλήσω, ξέν', εγώ με όλη την αλήθεια. ο Ήλιος όταν αναιβή τα μεσουράνια μέρη, 400 έρχεται από την θάλασσαν ο άψευτος ο γέρος, 'ς το μαύρον ανατρίχιασμα, 'π' ο Ζέφυρος σηκόνει, και άμ' έξω βγη, 'ς τα σπήλαια τα θολωτά κοιμάται. γύρω του η φώκαις, της καλής απόγονοι Αλοσύδνης, μαζή πλαγιάζουν, βγαίνοντας από το λευκό κύμα, 405 και πικροπνέουν της βαθειάς θαλάσσης μυρωδία. εκεί το γλυκοχάραμμα εγώ θα σ' οδηγήσω, θα σε πλαγιάσω αραδικώς, και τρεις θε να διαλέξης συντρόφους, τους καλήτερους, όπ' έχεις 'ς τα καράβια. και όλαις εγώ θέλει σου ειπώ ταις πονηριαίς του γέρου• 410 'ς ταις φώκαις πρώτα θε να 'λθή, και θα ταις αριθμήση• και, άμ' όλαις ταις εμέτρησε κ' εθώρησε, θα πέση 'ς την μέση τους, ως ο βοσκός 'ς την μέση των προβάτων. και ως τον ιδήτε, 'πώπεσε 'ς τον ύπνο, τότε αμέσως την δύναμι θα βάλετε και την καρδιά σας όλη, 415 κρατώντας τον, και ας προσπαθή μ' αγών' αυτός να φύγη• θα δοκιμάση, θα γενή 'ς την γην όσα κινούνται θεριά, θα γένη και νερό, και πυρ θεοφλογισμένο• και σεις πάντοτε ακλόνητοι βαστάτε σφίγγοντάς τον στενώτερα• αλλ' άμ' αυτός μόνος του σ' ερωτήση, 420 και γένη όπως τον είδετε 'ς τον ύπνο, 'που εκοιμώνταν, την βία τότε παύσετε και λύσετε τον γέρο, ήρωα, κ' ερώτα ποιος θεός σε βασανίζει τώρα, και πώς, το μέγα πέλαγος σχίζοντας, να γυρίσης.
Έργα λοιπόν καλά προς τον πλησίον απαιτεί παρ' ημών ο Ιησούς και ουχί νεκράν αγάπην. Και διά τούτο λέγει ότι « Παν δένδρον, το οποίον δεν κάμνει καλούς καρπούς, εκκόπτεται και εις το πυρ ρίπτεται·» διά τούτο δε αποστέλλων και τους Αποστόλους του εις τον κόσμον αγαθοποιίας παρήγγειλεν αυτούς. Ο Γεροστάθης μετά πολλής ευχαριστήσεως ηκροάζετο τον ιερέα. Ότε δε ο ιερεύς ετελείωσεν, είπε τα εξής.
Διελογίσθη ότι εκεί πλησίον, εις το χωρίον, όπερ δεν απείχε πολύ, όθεν οι κύνες και τα παιδία τον είχον εξώσει θριαμβευτικώς την εσπέραν, υπήρχον μικραί τινες επαύλεις, καλύβαι μάλλον ή οικίαι, κεχωρισμέναι από της κυρίως κώμης, αίτινες κατωκούντο υπό ανθρώπων, και ηδύναντο να έχωσι πυρ εις την εστίαν και θερμήν κλίνην δι' ύπνον.
— Μην την εξυπνάς . . . Σαν ξυπνήση, ύστερα, να το πιη αυτό. Η γυνή απήντησε διά νεύματος. Η Φραγκογιαννού εξηκοκολούθει να φυσά το πυρ. Η γραία εν αμηχανία, επεθύμει να την ερωτήση και πάλιν πώς ευρέθη εκεί τοιαύτην ώραν, αλλά δεν ετόλμα. Η κόρη της έκαμε κακή λεχωσιά· κ' εφοβείτο μην εξυπνήση έξαφνα και θορυβηθή.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν