Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
— Ωραίε Τριστάνε, παράξενο μου φαίνεται να υπάρχη τόπος όπου οι γυιοί των εμπόρων μαθαίνουν πράγματα που αλλού δεν τα ξέρουν ούτε τα παιδιά των ιπποτών. Έλα όμως μαζύ μας, αφού το θέλεις, και καλοσωρισμένος νάσαι. Θα σε οδηγήσωμε μπρος στο Βασιληά Μάρκο, τον κύριό μας». Ο Τριστάνος τέλειωσε το κομμάτιασμα του ελαφιού.
Επήρε φρίξι απ' τα καμώματα εκείνου του προκομμένου του γυιού μου. . . Κυττάξετε, παιδιά!. . . ανίσως τον πιάσετε, να μην τον τυραγνήσετε πολύ . . . — Τον είδες πουθενά να τρέχη; Κατά πού έκαμε; — Τον είδ' απ' αλάργα! . . . Έκαμε κατά τα Πηγάδια, πέρα στ' Αλώνια. Η Φραγκογιαννού εψεύδετο διπλά.
Διότι είχε πολλά παιδία ο γείτων' ουδ' αυτός ο ίδιος ήξευρε πόσα, — έλεγεν αστειευόμενος, οσάκις ηρωτάτο.
Κ' οι γιοι του αράδα τα μαντριά συχνογυρνούν και κρένουν. — Για γληγοράτε, ωρέ παιδιά, για στρώστε τα ψαλίδια, Τι πήγε ο ήλιος πέντε οργιές, θα να μας πάρη η νύχτα, Κ' είνε γιορτάσι η αυριανή, να μη μας βρη 'ς τον κούρο.
Α’ ΜΑΓΙΣΣΑ Ερώτησέ μας! Β’ ΜΑΓΙΣΣΑ Λάλησε! Γ’ ΜΑΓΙΣΣΑ Απόκρισιν θα λάβης! Α’ ΜΑΓΙΣΣΑ Την θέλεις την απόκρισιν απ' τα 'δικά μας χείλη, ή θέλεις ανωτέρους μας; ΜΑΚΒΕΘ Να τους ιδώ! Ας έλθουν! Α’ ΜΑΓΙΣΣΑ Να αίμα μέσα σκρόφας, όπου έφαγε και τα εννηά παιδιά της, μία γέννα της· να κ' εις την φλόγα 'ξύγγι, όπου έσταξε από φονηά κρεμάλα. ΑΙ ΤΡΕΙΣ ΟΜΟΥ Έλα, πρόκαμε!
Μεγίστην ευτυχίαν και ανήκουστον ηδονήν ενόμιζον τότε τα παιδιά της γειτονιάς, αν κατώρθωναν να παρεισδύσωσιν εις το προαύλιον της θειά-Σοφούλας, όπερ εθεωρείτο ως μυθώδες τι. Πολλά αυτών προέτεινον τας κεφαλάς διά των σχισμών της κλειστής αυλείου θύρας, ήτις εμοχλεύετο έσωθεν υπό των ζηλοτύπων βαπτιστικών διά τους μη έχοντας ένδυμα γάμου.
Άφησε τους να κουρεύωνται εκείνους που επαγγέλλονται τον φιλόσοφον, είτε καλοί είναι είτε κακοί· αλλά εξέτασε αυτό καθ' εαυτό το πράγμα, την φιλοσοφίαν, με όλην σου την προσοχήν· και αν μεν σου φαίνεται το πράγμα ανάξιον λόγου, με όλα σου τα δίκαια να αποτρέπης από αυτήν, όχι μόνον τα παιδιά σου, αλλά και κάθε άνθρωπον εν γένει· εάν όμως την εύρης τοιαύτην, οποίαν την φαντάζομαι εγώ ότι είναι, τότε να επιδοθής με όλην σου την εμπιστοσύνην και με όλας σου τας δυνάμεις εις την καλλιέργειαν αυτής, και ο ίδιος και συν γυναιξί και τέκνοις, που λέγει και η παροιμία.
Αλήθεια, να στείλης από το πρωί τα παιδιά, τα μισά 'ς την αδελφή μου, και τα μισά 'ς τη μάννα σου. — Γιατί; — Νάχωμε λίγην ησυχία αύριο . . . θάχωμε ομιλίαις που δεν είνε για παιδιά. — Τα καϋμένα! δεν τ' αφίνεις και αυτά να χαρούν; — Έχουν καιρό να χαρούν! επέμεινε λέγων, σκαιότερον ή κατ' αυτόν, ο Δημήτρης. Κάμε αυτό που σου λέω. — Καλά.
Τότες λοξά τον κοίταξε κι' είπε ο σοφός Δυσσέας 82 «Τι λόγια αφτού, τ' Ατρέα γιε, σου ξεστομίζει η γλώσσα; Δύστυχε! Κάλια ας όριζες κάνα άλλο ασκέρι — ψόφιο — όχι άντρες τέτιους σαν κι' εμάς, εμάς που ο γιος του Κρόνου 85 από παιδιά μας προίκισε σε μάχες και πολέμους να ζούμε πάντα ως στη στιγμή που θα μας φάει το χώμα.
— Δεν μπορώ να το υποφέρω αυτό, φώναξα σχεδόν. Δεν μπορώ να το υποφέρω. Να χάσω και σε και κείνον. Δεν είναι δυνατό να το θέλης. Σηκώθηκε άφωνη και στάθηκε μπροστά σα μια Νιόβη, που απλώνει τα χέρια ναγκαλιάση τα παιδιά της, που χτυπιούνται από τα βέλη των θεών ακόμα και μες την αγκαλιά της. — Άφησέ με να πάρω μαζί το Σβεν, είπε. Θα πεθάνη που θα πεθάνη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν