United States or Canada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν ηξέρω τάχα, φίλε, όταν στον Άδη κάτω θ’ αραξοβολούσα, με ποια μάτια θενά ’βλεπα μάνα ή πατέρα, που και στους δυο τα πιο δεινά κακά έχω κάμει, που δεν είν’ άξια τους ποινή ουδ’ η κρεμάλα. Όμως την όψι των παιδιών μου θα εποθούσα να ’βλεπα, κι ας γεννήθηκαν κριματισμένα.

Ο έπαρχος ως τόσο του Πραιτωρίου, ο Ευδαίμονας, αρχίζει αμέσως και ξετάζει να βρη τους πρωταίτιους της ταραχής, και βρόντας εφτά, αποκεφαλίζει τους τέσσερεις, και προστάζει να κρεμάσουν τους άλλους τρεις. Ο ένας από τους τρεις αυτούς κρεμάστηκε, οι άλλοι δυο, ένας Πράσινος κ' ένας Κυανός, από λάθος του δήμιου έπεσαν από την κρεμάλα.

Τι να κάμουν; Αν καμιά φορά βρέθηκε κανένας πιο αράθυμος και θέλησε να μιλήση για την παλιά του κατάσταση, πήγε συφάμελος στο φάλαγγα και στην κρεμάλα. Σουτ! και σ' έφαγα. ... Μ' έφαγες σ' έφαγα έτσι πάει ο κόσμος. Μα κι απ' το πολύ φαγί αρρωσταίνει κανείς όπως κι από τη νηστεία. Η γενιά του Χαγάνου χάλασε με την καλοπέραση. Από τους δυνατούς πατεράδες βγήκανε κακά κι ανάποδα παιδιά.

Τον έβοσκε βαθύ χτικιό, του θέριζε τα σπλάχνα Έχθρα κρυφή, παντοτεινή, για τάνθη, για ταστέρια Για του παιδιού την ευμορφιά, κ' έτρωγε με το μάτι Ό,τι το χέρι το σκληρό δεν έφτανε να φθείρη. Έκλωθε τη σαπύλα του στρωμένοςτα ξεσκλίδια Που τώφερνε πάσα φορά το κλεψιμιό, η κρεμάλα.

Α’ ΜΑΓΙΣΣΑ Ερώτησέ μας! Β’ ΜΑΓΙΣΣΑ Λάλησε! Γ’ ΜΑΓΙΣΣΑ Απόκρισιν θα λάβης! Α’ ΜΑΓΙΣΣΑ Την θέλεις την απόκρισιν απ' τα 'δικά μας χείλη, ή θέλεις ανωτέρους μας; ΜΑΚΒΕΘ Να τους ιδώ! Ας έλθουν! Α’ ΜΑΓΙΣΣΑ Να αίμα μέσα σκρόφας, όπου έφαγε και τα εννηά παιδιά της, μία γέννα της· να κ' εις την φλόγα 'ξύγγι, όπου έσταξε από φονηά κρεμάλα. ΑΙ ΤΡΕΙΣ ΟΜΟΥ Έλα, πρόκαμε!

Εκεί να κρέμεται είδαμε την Ιοκάστη από πλεκτή κρεμάλα, τη δυστυχισμένη. Κι εκείνος βρυχήθηκε σαν το λιοντάρι την ξεκρεμνά απ’ την άθλιαν αυτήν κρεμάλα και καθώς χάμω εκοίτετο αλλοίμονό της , άλλα δεινά ακολουθήσανε σε τούτα. Ο άναξ βγάζοντας απ’ τα ρούχα της χρυσές καρφίτσες, στολίδια της ολάκριβα , μ’ αυτά τρυπάει τις κόρες των ματιών του.

ΧΕΛ. Και ποιός είνε ο δάσκαλος του; Μήπως ο παιδαγωγός Διότιμος; Αυτός είνε φίλος μου. ΔΡΟΣ. Όχι, αλλ' ο Αρισταίνετος που κακό χρόνο νάχη. ΧΕΛ. Εκείνος ο κατσουφιασμένος με τα πολλά μαλλιά και τα μεγάλα γένεια, που συνειθίζει να περιπατή εις την Ποικίλην Στοάν με τους νέους; ΔΡΟΣ. Εκείνος ο απατεώνας που να τον δω να τον τραβά στην κρεμάλα ο δήμιος από τα γένεια.

« Πόσους ανθρώπους 'γλύτωσε » Μ' ένα γλυκό της λόγο; » Πόσους ανθρώπους 'γλύτωσε «'Πό την σκληρή κρεμάλα; » Μ ένα της λόγο ρωτικό » Πόσα κακά μεγάλα » Επρόφτανε; και μ' έκαμνε » Το βίο μου να τρώγω!» » Απέθανα· κ' εγλύτωσεν » Από εμέ κ' εκείνη. » Απέθανε· Καλογραιά » Επήγετη Βονίλα . «'Σ την εκκλησιά κ' ενδύθηκε » Σε μαύρα ράσου φύλλα. » Από την λίμνη 'γλύτωσε 'Σάν την Κυρά Φροσύνη

Α’ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΗΣ Μα την πίστιν μου, το πνεύμα σου μ' αρέσει· καλή είναι η κρεμάλα· αλλά πώς καλή; καλή δι' αυτούς οπού κάμνουν το κακό· τώρα συ κάμνεις κακά να λέγης ότι η κρεμάλα είναι κτίσμα στερεώτερο από την εκκλησίαν· αρα- γούν η κρεμάλα είναι καλή διά σε. Εις το προκείμενο πάλι· εμπρός.