Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Ιουνίου 2025
Κ' έτσι δυο από τους μεγαλύτερους αξιωματικούς, ο Ελλέβικος κι ο Καισάριος, το πήραν απάνω τους και σταμάτησαν τον κατατρεγμό. Ο Καισάριος μάλιστα ανέλαβε να πάη ατός του στην Πρωτεύουσα και να μιλήση του Θεοδοσίου.
Ο Θεός μόνο κατέχει τον καϋμό απού πήρε, μα είντα μπορεί να κάμη; είντα μπορεί να πη; Αυτή το θέλει, λέει, να πηαίνης στο σπίτι τως και δε φοβάται πράμμα, γιατί καθάριος ορανός αστραπές δε φοβάται. Μα μπορεί να πάη κιανεβουλής του κυρού τση και ταδερφού τση;
Από τη βραδινή ακόμα που απέθανε ο Ζήνωνας μαζεύτηκαν οι συγκλητικοί κ' οι άλλοι αρχόντοι μες στο παλάτι να εκλέξουνε διάδοχο, ο λαός στο ιπποδρόμιο νακούση και να πη τη γνώμη του, κι ο στρατός στη μέση παραταγμένος να τους προσέχη. Στο ιπποδρόμιο ως τόσο γινότανε μεγάλη οχλοβοή, κ' έστειλαν οι Συγκλητικοί την Αριάδνη να πάη να τους καθησυχάση.
Σηκώθηκε η γριά ορθή κι' είπε στη Μαριανθούλα περίλυπα: — Να το σήκωμα των φτερών της κόττας! Πάη κι' αυτή η ελπίδα! Το σημάδι έδειχνε τον ερχομό του παπά, πούρθε από το χωριό τ' να μας λειτουργήσ' αύριο..
Σαν ξανανταμωθήκανε στο νάρθηκα οι τρεις τους, τους λέει ο Πάτερ Χαράλαμπος, στρεφογυρίζοντας τα κάτασπρά του μαλλιά και χώνοντας τα μέσα στο καλιμάφκι του, να μην τονε νοιάζουνται τον κόσμο πια τώρα, γιατί ατός του θα πάη και θα πη τα χρειαζούμενα εκεί που πρέπει, και γλήγορα θαποτραβήξη την ουρά του ο Τρισκατάρατος, που ζήτηξε με το Χριστό να τα βάλη, μα το φως το διώχνει πάντα το σκότος.
Η καρδιά της τής προέλεγε όλα τα τρομερά. Μια φορά ήθελε να ριχτή στα πόδια του ανδρός της και να του αποκαλύψη όλα, το συμβάν της χθεσινής βραδειάς, την ενοχή της και τα προαισθήματά της· έπειτα όμως έβλεπε πως δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα το επιχείρημά της, πολύ λίγο μπορούσε να ελπίζη πως θα μπορούσε να πείση τον σύζυγό της να πάη στο Βέρθερο.
Κ' έχωσα εγώ το γκρεμό, εγώ κι ο άντρας μου, εγώ και τα καλά μου, τα σπίτια μου, οι τίμιες μου χαρές και τ' απίκρατα χρόνια μου. Όλα πήγαν με μι' ανεμοριπή. Μα γιατί να φύγη; πες τε μου γιατί να φύγη; Να φύγη από μένα και να πάη στ' οχτρού μου το ρημαδιακό! Να σηκώση από μένα την καλοτυχιά και ναν τη ρίξη σε κείνον τον ατσίγγανο, το βρωμιάρη, τον ελεεινό!
Μεγάλη χαρά και αγαλλίασις ήτον άλλοτε ανά τα ημικύκλια ότε διεδίδετο από κλάσεως εις κλάσιν ως σύνθημα η μαγική λέξις : «Θα μας πάη ο δάσκαλος να παίξουμε! Θα μας πάη ο δάσκαλος να κολυμβήσουμε!» Ο γλυκύς ούτος ψίθυρος αντικαθίστα πάσαν φορτικήν ανάγνωσιν και πάντα επίπονον συλλαβισμόν.
Να ξανασάνη η αργατειά, κι' η ώμορφαις θερίστραις Να βγάλουν τα μαντήλια τους να δείξουν τοις θωριαίς τους, Να ταις γνωρίσω από μακρυά, να ιδώ πού νάναι η Πούλια Η Πούλια η αγάπη μου με τα γλυκά τα μάτια· Να καρτερέσω ολημερίς, ως που να πάρ' η νύχτα, Να πάη 'ς την βρύσι για νερό, 'ς την αργατειά να φέρη, Να την ευρώ κατάστρατα να την γλυκοφιλήσω, Και να της 'πω τον πόνο μου, τον πόνο της καρδιάς μου.
Την άλλη μέρα το ηύραν ψαράδες ανάμεσα στα δυο νησιά, εκεί πέρα . . . . Το είχε ρουφήξει το μάτι της λίμνης, και το είχε ξεράσει, πέρα κει, ο αφαλός της θάλασσας . . . Τ' αλλουνού παραπαππού μου πάλι, του παππού της μάννας μου, του είχε φύγει μια μέρα η μαγγούρα του, κει που πήγε να νιφτή, και καθώς ήταν ξερή κ' ελαφριά, την επήρε το κύμα, και δεν ημπόρεσε να την φτάση, γιατί, ως που να βγάλη τα τσαρουχάκια του να πατήση μες το νερό, η μαγκούρα του επήγε μακρυά, κι' ο παραπαππούς μου, Θεός σχωρέσ' τον, θα βουλιούσε να πάη παρά μέσα στο βούρκο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν