Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025
Τι άλλο θέλετε να σας πω πρώτα πρώτα παρά τη χαρά μου, τώρα πού βρίσκουμαι μεταξύ σας, τώρα που ξαναβλέπω την πατρίδα; Της πατρίδας η αγάπη είναι ριζωμένη μέσα στη μέση της καρδιάς. Γεννιέται με την ψυχή μας, σ' ολωνών τα στήθια φυτρώνει, και για να φυτρώση, φτάνει να γεννηθούμε.
Ο βασιλεύς της Κίνας ξανατάζοντάς της να φυλάξη με κάθε υπακοήν τα όσα υπεσχέθη, δεν εστοχάσθηκε τότε άλλο, παρά διά την υπανδρείαν τους, την οποίαν ευθύς την έβαλαν εις πράξιν, και έκαμαν τους γάμους με μεγάλες χαρές ολωνών των εξωτικών.
Τότες τον έβρισε άσκημα του Οϊλέα ο Αίας «Τι πάντα πρώτος, Δομενιά, πετιέσαι; Εκείνα ακόμα στον κάμπο πέρα, τρέχουνε, τ' αψηλοπίλαλα άτια. 475 Δεν είσαι νιος και τόσο δα, που τα δικά σου τάχα πιο αλάργα να ξανοίγουνε απ' ολωνών τα μάτια.
Κι' οι θεογέννητοι αρχηγοί γοργά, κι' ο γιος τ' Ατρέα, 445 τους λόχους τους παράταζαν, κι' η Αθήνα μαζί τους με την αγέραστη άλιωτη τη μυριοπλούσια ασπίδα, που ως εκατό της κρέμουνταν μαλαματένια κρόσα καλοπλεμένα, ως εκατό βοδιώνε το καθένα, μ' αφτή στα χέρια αστραφτερή τ' ασκέρι δρασκελούσε 450 και γκάρδιωνε τους Αχαιούς στον πόλεμο να πάνε μες στην ψυχή αναστύλωσε του καθενός το θάρρος, που έτσι χωρίς αποκοπή να πολεμάν και σφάζουν· κι' άξαφνα πιο γλυκιά ολωνών τους ήρθε τότε η μάχη παρά να παν στην ποθητή πατρίδα με τα πλοία.
Μα ομπρός! στιγμή μη χάνουμε, ας τρέξουμε βοηθοί του. Τρέμω, τόσο άξιος στρατηγός μονάχος μες στους Τρώες 470 μην πάθει, κι' ύστερα ολωνών πολύ θα μας στοιχίσει.» Είπε και πρώτος κίνησε, και πίσω ο Αίας, άντρας θεώνε ισάξιος.
Μα αν πάρα σούναι μισητός τ' Ατρέα ο γιος, κι' εκείνος 300 κι' αφτά τα δώρα του, μα εμάς λυπήσου καν τους άλλους π' όλους μάς έσφιξε ο οχτρός, κι' εμείς θα σε τιμούμε σάμπως θεό· τι σ' ολωνών θ' ανυψωθείς τα μάτια — σ' το τάζω — τώρα σφάζοντας τον Έχτορα, γιατί ήρθε κοντά πολύ, σαν πούναι τος γιομάτος άγρια λύσσα, 305 τι λέει, κανένας ίσος του δεν είναι απ' τους Αργίτες, όσοι κι' αν ήρθανε ως εδώ με την αρμάδα οχ τ' Άργος.»
Χτυπώντας τις γλώσσες τους και σκουπίζοντας τα χείλια τους με τανάστροφο χέρι, βγήκαν όλοι απ’ το μαγαζί και πήραν πάλι το δρόμο: τα βήματά τους ολωνών τώρα είχανε γίνει πεταχτά,, αλαφρά, σα φτερωμένα από μιαν κρυφή χαρά αλάκερου του είναι τους.
Τελειώνοντας να μιλούμεν με αυτόν τον τρόπον με έβαλε και εκάθησα κοντά της και μου εφανέρωσε πως ονομάζεται Γαντζάδα, και ότι αυτή ήτο θυγατέρα ενός μεγάλου βεζύρη του βασιλέως της Σερενδίβ ο οποίος αποθαίνοντάς της άφησε μεγαλώτατα πλούτη, και ότι πολλοί ευγενικοί και αξιωματικοί νέοι την εγύρεψαν διά γυναίκα, και ολωνών τους το αρνήθη με το να μην ηθέλησε να λάβη καμμίαν απόφασιν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν