Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025


Η ντόνα Έστερ ξανακάθισε πλάι του κι εκείνος την αισθάνθηκε που έτρεμε ολόκληρη. «Α, Έφις», μουρμούριζε. «Εκείνος είχε τη ιδέα από τότε κι εσύ δεν έλεγες τίποτε; Και έφυγες; Γιατί όμως; Για να πω την αλήθεια, όλα αυτά μου φαίνονται σαν όνειρο. Εγώ ποτέ δεν έμαθα τίποτε: μόνο οι ξένοι έρχονταν να μου το πουν, μόνο οι ξένοι.

Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησεν εκείνης• «Ξένε, πολύ καλόγνωμα τα λέγεις, ως πατέρας εις το παιδί του, και απ' τον νου ποτέ δεν θα μου φύγουν. αλλ' έλα μείνε, μ' όση βια και αν έχηςτο ταξείδι, όπως αφού πρώτα λουσθής κ' ευφράνης την ψυχή σου, 310 γυρίσηςτο καράβι σου χαρούμενος με δώρο πολύτιμο πανεύμορφο, θησαύρισμα να το 'χης από εμένα, ως δίδουν τα των ξένων φίλοι ξένοι».

Ούτε ξένοι στοχασμοί, που τραβούνε το δικό τους δρόμο, ούτε φαντασιοπληξίες, ούτε πόθοι μπορούνε νανυψώσουνε την ψυχική αυτή διάθεση, που πηγάζει μέσα από τη ζωική δύναμη.

Η θλίψη τώρα είχε φύγει από το νεκρικό θάλαμο σαν πουλάκι φοβισμένο. Το αίσθημα υποχώρησε στα λόγια. Δεν ηύρε θέση να τρυπώση παρά στα στήθη της Ελπίδας και τον Δημητράκη. Οι ξένοι μ' ένα στεναγμό έβγαλαν και το βάρος από πάνω τους. Σήκωσαν το κεφάλι, κύτταξαν προσεχτικά το ρήτορα και τα πρόσωπά τους δείχνονταν γαληνεμένα σα να μην έγινε τίποτα. Δεν ήταν όμως έτσι και τα δυο παιδιά.

ΑΓΓΕΛΟΣ Τάχα μπορώ από σας να μάθω, ξένοι πού ’ναι του Οιδίποδος εδώ του βασιλέως τ’ ανάκτορα, ή πού βρίσκεται αυτός ο άναξ; ΧΟΡΟΣ Εδώ είναι το παλάτι του και μέσα μένει° ιδού κ’ η άνασσα και μάνα των παιδιών του. ΑΓΓΕΛΟΣ Ευτυχισμένη σ’ ευτυχείς, άννασσα να ’σαι, που είσαι τέλεια σύζυγος του βασιλέως, αφού μητέρα εγίνηκες παιδιών δικών του.

Όθεν αυτός αναστενάζοντας έλεγεν· Αλλοίμονον εις εμένα· ω της ασελγείας, ω της παρανομίας των γυναικών! αδελφέ, είμαι εις μεγάλην αδημονίαν, εχάθη η εμπιστοσύνη από τας γυναίκας· ας φύγωμεν από τούτον τον τόπον τι μας χρησιμεύει το βασίλειον και η δόξα, όταν οι ίδιές μας γυναίκες μας προδίδουν την τιμήν; ας υπάγωμεν εις άλλα βασίλεια να ζήσωμεν ωσάν ξένοι και αγνώριστοι.

Στίγγα τους παπαφίγγους!... Στίγγα μαΐστρα!... Κάτω τον κοντραφλόκο! Ο καπετάνιος έχυνε από το στόρια του τρανταχτά σαν καδένες τα προστάγματα. Και οι ναύτες σαν πίθηκοι έτρεχαν εδώ κ' εκεί, εσκαρφάλωναν στα κατάρτια κ' εμπρούλιαραν τα πανιά στο ταλάντευμα του ξύλου αδιάφοροι, ξένοι στων στοιχειών τη λύσσα και του κινδύνου το πικρό φοβέρισμα.

Τέλος καταντούσε να ζητούν οι δύστυχοι οι φιλόμουσοι βοήθεια από τους καραβοκυρέους, να τους γλυτώσουν από τους άγριους, αυτούς σοφούς· επειδή δεν είταν οι μεσίτες μονάχα, μα κ' οι ίδιοι οι δάσκαλοι κατέβαιναν και τους καμάκευαν. Ανάστατη γίνουνταν η χώρα σαν έφταναν τέλος οι ξένοι. Βρίσκανε τους δασκάλους μοιρασμέους σε κόμματα, τους μαθητάδες το ίδιο.

Τότε οι ξένοι εμίσευσαν διά να υπάγουν εις τα οικονάκια τους, και οι δύο από αυτούς ευρίσκονταν εις κακές ελπίδες, μα ο αδελφός του Ταμίμ και ο σκλάβος Αράπης ήσαν πολλά περίλυποι· εποθούσαν καλλίτερον να στέκωντα επί ζωής τους εις την κατάστασιν που ευρίσκονταν, παρά να βιασθούν να κάμουν μίαν φανεράν εξομολόγησιν των ανομημάτων τους και της προδοσίας των· και έπασχαν να κρύψουν το σφάλμα τους από εκείνους που έβλαψαν και έτσι επέρασαν εκείνην την νύκτα χωρίς να λάβουν παραμικρήν ανάπαυσιν.

Διασχίσαντες ούτω την Ελβετίαν, έφθασαν ακολουθούντες έπειτα το ρεύμα του Ροδανού εις μίαν γυναικείαν μονήν της Προβηγκίας. Κατόπιν νέων περιπετειών ευρέθησαν εις Τουλώνα και εκεί επιβάντες πλοίων έφθασαν εις την Κόρινθον και τας Αθήνας. Διελθόντες δε την νύκτα επί της Ακροπόλεως οι δύο ξένοι ώδευσαν την επομένην προς την μονήν του Δαφνίου.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν