Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025
Έπειτα ο Τριστάνος μίλησε έτσι: «Άρχοντες, ναι, εσκότωσα το Μόρχολτ, αλλά πέρασα τη θάλασσα για να σας προσφέρω λαμπρή ικανοποίησι. Για να ξεπλύνω το άδικο, έβαλα τη ζωή μου σε κίνδυνο θανάτου και σας ελευθέρωσα από το θεριό. Και να που κατέκτησα έτσι την Ιζόλδη την Ξανθή. Θα την πάρω λοιπόν στο καράβι μου.
Ο Μόρχολτ είπε πάλι: «Ποιος από σας, άρχοντες της Κορνουάλης, θέλει να δεχθή την πρόκλησί μου; Του προσφέρω μια ωραία μάχη: σε τρεις ημέρες θα πάμε με βάρκες στο νησί του Αγίου Σαμψών, στο πέλαγος του Τινταγκέλ. Εκεί, ο ιππότης σας κ' εγώ θα παλαίψουμε ολομόναχοι. Και η δόξα ότι ανάλαβε τον αγώνα αυτό θα φωτίση όλη τη γενιά του». Σώπαιναν πάντα εκείνοι.
Λοιπόν, αυτή τη χρονιά, ο Βασιληάς έστειλε στο Τινταγκέλ, για να φέρη την παραγγελία του, ένα γίγαντα ιππότη, τον Μόρχολτ που είχε πάρει την αδελφή του γυναίκα και βασίλισσα. Κανείς ποτέ δεν μπόρεσε να νικήση τον Μόρχολτ σε μονομαχία. Αλλά ο Βασιλιάς Μάρκος με σφραγισμένα γράμματα είχε συγκαλέσει στην Αυλή του όλους τους βαρώνους του τόπου του, για να πάρη τη συμβουλή τους.
Ήλπιζαν ακόμη, γιατί στην καρδιά του ανθρώπου η ελπίδα ζη με το τίποτε. Ο Τριστάνος ανέβηκε μονάχος σε μια βάρκα και τράβηξε κατά το νησί του Αγίου Σαμψών. Ο Μόρχολτ είχε υψώσει στο κατάρτι του ένα πανί από πλούσια πορφύρα. Πρώτος έφτασε στο νησί. Έδενε τη βάρκα στην παραλία, όταν ο Τριστάνος πηδώντας κι' αυτός στη στεριά έσπρωξε με το πόδι τη δική του κατά τη θάλασσα, μέσα.
Μια φορά, άλλοτε: ήμουν ο πληγωμένος τραγουδιστής που έσωσες όταν έβγαλες από το σώμα του το φαρμάκι με το οποίο ήταν δηλητηριασμένη η λόγχη του Μόρχολτ. Μην κοκκινίζης, τρυφερή κόρη, όπου γιάτρεψες αυτές της πληγές.
Βλέπει ότι έχει ένα μεγάλο τσάκισμα. Κυττάζει το σχήμα του τσακίσματος: μήπως τάχα είναι το ξίφος που έσπασε μέσα στο κεφάλι του Μόρχολτ; Διστάζει, κυττάζει πάλι, και θέλει να βεβαιωθή. Τρέχει στο δωμάτιο όπου φύλαγε το ατσαλένιο κομμάτι που είχαν άλλοτε βγάλει από το κρανίο του Μόρχολτ.
Παρατήρησε το θυμό της ο τρελλός κ' είπε: «Βασίλισσα Ιζόλδη, δε θυμάσαι τότε που, μισοπεθαμμένος από το φαρμακωμένο σπαθί του Μόρχολτ, περνώντας τη θάλασσα, με την άρπα μου μοναχό σύντροφο, ήρθα μέχρι τ' ακρογυάλια σας, της Ιρλανδίας; Μ' εγιατρέψατε. Δε θυμόσαστε πεια, Βασίλισσα;» Η Ιζόλδη απάντησε; «Φύγε από δω, τρελλέ, ούτε τ' αστεία σου μ' αρέσουνε ούτε συ ο ίδιος».
Τριστάνε, αγαπημένε ώμορφε φίλε, όταν ο Μόρχολτ ήρθε στον τόπο μας για ν' αρπάξη τα παιδιά μας, κανένας από τους βαρώνους μας δεν ετόλμησε να ζώση τ' άρματα, κι' όλοι, σαν τους μουγγούς, έμεναν αμίλητοι. Και μοναχά συ, Τριστάνε, πολέμησες για όλους μας, για όλη την Κορνουάλλη, και σκότωσες το Μόρχολτ. Και λίγο έλειψε να πεθάνης από της πληγές που σούδωκε με το φαρμακωμένο σπαθί του.
Ο Μόρχολτ!» Αλλά καθώς μεγάλωνε, πλησιάζοντας, η βάρκα, και καθώς ξαφνικά την εσήκωσε στην κορυφή του ένα κύμα, φάνηκε ένας ιππότης που στεκότανε όρθιος στην πλώρη. Δυο σπαθιά κρατούσε στα χέρια. Ήτανε ο Τριστάνος. Αμέσως είκοσι βάρκες πέταξαν να τον συναντήσουν, και τ' αγόρια έτρεχαν κατ' απάνω του κολυμπώντας.
Αλλ' είσαστε, άρχοντες, άνδρες με μεγάλη γνώσι και μπορείτε καλά να κρίνετε αυτά τα θαύματα. Ενίκησε τον Μόρχολτ: να ένα ωραίο ανδραγάθημα. Αλλά με ποιες μαγείες κατώρθωσε, σχεδόν πεθαμμένος, να ταξιδέψη καταμόναχος μέσα στη θάλασσα; Ποιος από μας, άρχοντες, θα μπορούσε να διευθύνη μια βάρκα χωρίς πανιά και χωρίς κουπιά; Οι μάγοι μπορούν μοναχά, καθώς λένε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν