Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
Πηγαίνοντας ετοίμαζα το λόγο μου και ανέβηκα δύο-δύο τα σκαλοπάτια να του τον ξεφωνήσω. Ευρήκα το σπήτι άδειο, τα παράθυρα ανοιχτά και μόνον ένα αξυπόλητο στρατιώτη, που εσφουγγάριζε τα πατώματα κ' εμιλούσεν ελληνικά.
Ο κόσμος πίσω μαζεμμένος τώρα, συντροφιές- συντροφιές, μιλούσανε ζωηρά και λογοφέρνανε, άλλοι φεύγανε με τα κεφάλια σκυφτά, κι' άλλοι τους σταματούσανε να μάθουνε το τι έγινε. Κανένας δεν ήξερε το πώς και τι. — Άλλο πράμμα πάλι τούτο! Έτσι, χωρίς λόγο κ' αιτία! Ο Μήτσος ο Προκίλης κι' ο Βαγγέλης ο Ζωσιμάς, τα δυο παιδιά που συντροφεύανε τον χτυπημένο, ήτανε παληοί του φίλοι και συντεχνίτες.
Μα ο Μποέμ πάσκισε ναπομιμηθή και το ύφος της κουβέντας. Και σ' αφτό δεν πέτυχε, γιατί δεν μπήκε στο νόημα. Σαν έρχεται κανείς για ιντερβιού, τυχαίνει συχνά ή να του πης ένα λόγο, για να τον αποσώση εκείνος, όταν τα στρώση με την ησυχία του στο χαρτί για τον τύπο, ή να πης και δυο φορές ένα πράμα — για να το νοιώση καλήτερα. Ο Μποέμ, σαν του τάλεγα δυο φορές, τάβαζε δυο φορές κι αφτός.
— Καλύβα!... Βακογιάννη!... Δέκα χιλιάδες με κρατούν... Σχωράτε με... πεθαίνω. Και δεν επρόφτασε να 'πή τον ύστερό του λόγο Πούχανε βγη τα δυο θεριά και τάχε αρπάξει η φλόγα. Κρύβεται ο ήλιος 'ς τα βουνά. Τα πλάγια σκοτειδιάζουν Και μένουν έρμα τα Θερμιά... Νεκρύλα... βουβαμάρα.
Και όπου καυγάς, όπου λογομαχία, όπου πέντε άνθρωποι μαζεμμένοι, κι' αυτός στη μέση, να ιδή τι τρέχει, να βάλη το λόγο του, να πη τη γνώμη του. Κ' έτσι πάει το μαγαζί κ' οι συρμαγιές μαζί. Στη Ρωσσία τα ίδια, στην Περσία τα ίδια και χειρότερα. Από υπάλληλος ήθελε να γίνη αστυνόμος και ιεροκήρυκας. Ήθελε να διορθώση κ' εκεί τον κόσμο. Πέντε φορές επί τέλους αποφάσισε να ξαναπιάση την τέχνη του.
Τότε έστειλε στον κάμπο τη χρυσοφτέρουγη Ίριδα με μήνημά του κάτου 185 «Τρέχα να πεις, γοργή Ίριδα, στον Έχτορά 'να λόγο.
Με της παρακλήσεις της δικές μου, στα πειο ζηλευτά ο Καίσαρας σ' ανέβασε αξιώματα. Βαραίνεις συ στη ζωή μου περισσότερο από αυτόν. Πόσο σ' αγαπώ το ξέρεις. Γραφτόν τον λόγο τούτον σου τον έστειλα πολλές φορές 'πάνω σε πινακίδες από ελεφαντόδοντο. Χαρές και όργια δημιουργούσα και όλη τη Θεσσαλονίκη προσκαλούσα, την ευκαιρία για να βρω να σου μιλήσω.
Μα η φύση σας τόσο τέλεια, τόσο τρανά καθρεφτίζεται σε κάθε σας λόγο, σε κάθε σας κάμωμα, που σας βλέπει άνθρωπος και λέει, «Αυτή είναι η γυναίκα· μη διαβάζης βιβλία να τηνε νοιώσης.
Κ' οι οχτροί της ακόμα — όχι δικοί της παρά τ' αντρός και των παιδιών της οχτροί — κ' εκείνοι δεν είχαν κακό λόγο για δαύτη. Η κρεββατοκάμαρα της Ελπίδας έγινε νεκρικός θάλαμος. Καταμεσής η κυρά Πανώρια ξαπλωμένη στην κάσσα της· δε φαινότανε παρά το πρόσωπό της. Το άλλο σώμα της ήταν σκεπασμένο από χίλιων ειδών λουλούδια και βότανα.
Τι νάρθει ως το στρατό θνητός, και νιος αν πεις λεβέντης, 565 δε θα κοτούσε· τους φρουρούς δε διάβαινε κρυφά τους, μήτε και σάλεβε έφκολα της πόρτας μου το σύρτη· Έτσι άσε, γέρο μην κεντάς τη θλιβερή καρδιά μου, μήπως — και πρόσπεφτο έτσι εδώ — κι' εσένα δε σ' αφήκω γερό, και τότες στου Διός το λόγο θ' αμαρτήσω.» 570 Είπε, κι' ο γέρος σκιάχτηκε και τ' αγρικάει το λόγο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν