Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025


Βρίσκει την πόρτα κλειστή. Εκεί που χτύπαγε, έφθασε η γειτόνισσα και τούφερε το κλειδί και του τα πρόκαμε όλα με το νι και με το σίγμα.

Δεν ειξεύρω, είπεν ο Σκούντας. — Δεύτερον, διατί να μου στείλη κήρινον τύπον διά το κλειδί; — Ποιος ξεύρει, είπε μετ' αδιαφορίας ο Σκούντας. — Δεν σου φαίνεται παράξενο; — Τι να πω κ' εγώ; εσύ μπορεί τα ξεύρης, Αφότου ήκουσε περί της κλειδός και περί του μοναστηρίου ο Σκούντας, είχε πέσει εις βαθείαν σύννοιαν, ην μάτην προσεπάθει να συγκαλύψη.

Όμως είναι φανερόν ότι ήταν ο πρώτος, που αναγνώρισε ποτέ, ότι το κλειδί της αισθητικής εκλεκτικότητος είναι η αρμονία όλων των αληθινά ωραίων πραγμάτων ασχέτως με χρόνο ή τόπο, σχολήν ή τεχνοτροπία.

Κ' η ιδία δεν εξήρχετο ποτέ να κάμη τρία βήματα ως την αυλόπορταν, διά να ψωνίση τίποτε από κανένα γυρολόγον ή μανάβην, χωρίς να κλειδώση καλά την θύραν, και να βάλη το κλειδί εις την τσέπην της.

Τα μάγια, για να μη χαλάσουν με τ’ αντιμαγικά, τα κλειούν στην κλειδωνιά, δηλαδή παίρνουν μια ανοιχτή χεροκλειδωνιά και την κλειούν με το κλειδί της, κι’ ύστερα για να μη βρεθή από κανένα και την ανοίξη, και βγουν τα μαγικά, την πετούν σε βρωμοπήγαδο, δηλαδή σε πηγάδι με νερό ακάθαρτο, την Τρίτη το βράδυ. Δεν μπόρεσα να εξιχνιάσω ποιο άστρο είναι αυτό.

ΠΡΟΣΠ. Αφού έμαθε μία φορά πώς να στέργη στα ζητήματα, πώς να τ' αρνιέται, ενός να δίνη ύφος, άλλου να κόφτη την περισσή κορυφή, αυτός εξανάπλασε τα πλάσματα που ήταν δικά μου· εννοώ, ότι από τα υποκείμενα άλλα άλλαξε, και άλλα εξαναμόρφωσε, κ' έχοντας το κλειδί τόσο του επαγγελματικού όσο του επαγγέλματος, εσυμφώνησε όλες τες καρδιές εις το Κράτος όπως άρεσε της ακοής του· εις τρόπον ώστε, ιδού, αυτός εγίνη ο κίσσερας, που έκρυψε τη βασιλική μου ρίζα, κ' ερρούφηξε από πάνου της την χλωρασιά μου. — Δεν προσέχεις.

Τότε ενθυμήθη ότι το κλειδί το είχεν αφήσει η Λελούδα εις της Κουμπίνας, ακριβώς εις τον ανατολικόν θάλαμον, όπου ευρίσκετο τώρα αυτή. Το είχε κρεμάσει εις καρφί, υποκάτω στα εικονίσματα. Η Σεραϊνώ ανέβλεψε και το είδεν υπό το φως του κανδηλίου. Έκαμεν ακουσίαν χειρονομίαν να το λάβη. Είτα εκρατήθη, κ' είπε: «Καλύτερα, ας έλθη, να της το ζητήσω».

Άλλοτε πάλιν εξεχνούσε πώς αυτός είχε κλειδώσει και εκράτει το κλειδί, και επιστρέφων από τον εσπερινόν, εκτύπα την θύραν καλών: — Άνοιξε, Κουκκίτσα! Την πρώτην παρασκευήν, το δειλινόν, εκεί οπού εδιάβαζεν εις το δωμάτιόν του και ήρχοντο αι ενορίτισσαι να του φέρουν προσφοραίς και κόλλυβα, εφώναζεν ο παπά-Κονόμος: — Κουκκίτσα! Έβγα να πάρης τα κόλλυβα! Αι ενορίτισσαι έκπληκτοι εσταυροκοπούντο.

Για να σου πω, καπτά Γιάννη, πόσα χρήματα έχω να πάρω; Ο Καραγιάννης εγέλασε. — Τι τα θες; τον ερωτά. — Τα θέλω! — Πιάς' το τεφτέρι και κύταξε. — Δος μου το κλειδί του συρταριού σου. ο Καραγιάννης του το έδωσε, με το γέλοιο πάντοτε.

Εγώ οπόταν ήμουν δέκα έξ χρόνων ηύρα κατά τύχην μίαν ημέραν τον θησαυρό του πατρός μου ανοικτόν και εμβαίνοντας μέσα άρχισα να στοχάζωμαι με επιμέλειαν τα όσα πολύτιμα και εξαίρετα πράγματα εκεί ευρίσκοντο. Και ανάμεσα εις τα άλλα βλέπω μίαν κασσελοπούλαν εγκοσμημένην με διάφορα πετράδια απ' έξω, και είχε ένα κλειδί χρυσό.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν