United States or Sweden ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήταν εκείνος που πρότεινε να επισκεφτούν το κτηματάκι, παρασυρμένος σχεδόν από τις περιγραφές του συντρόφου του. Και το επισκέφτηκαν αφήνοντας χαμηλά το άλογο για να βοσκήσει κανένα κλαδί από την αιμασιά του φράχτη.

Μπορεί κανείς να ιδή στο δωμάτιο της Βασίλισσας από ένα στενό παραθυράκι που βρίσκεται πειο ψηλά στο τείχος. Αλλά μια μεγάλη κουρτίνα τεντωμένη κατά μήκος της αιθούσης σκεπάζει τη θέα. Ένας από τους τρεις σας ας μπη αύριο με τρόπο στον κήπο. Θα κόψη ένα μακρύ κλαδί και θα το ξεμυτίση στην άκρη. Ας σκαρφαλώση τότε ως το ψηλό παράθυρο κι' ας παραμερίση λίγο με το κλαδί το πανί της κουρτίνας.

Άλειψε τη φάτσα του μ' ένα υγρό καμωμένο από μαγικό βότανο, φερμένο από τον τόπο του, κι' αμέσως το χρώμα κ' η όψι του προσώπου του άλλαξαν τόσο αλλόκοτα που κανείς στον κόσμο δε θα μπορούσε να τον αναγνωρίση. Έκοψε ένα κλαδί καρυδιάς, το έφτιασε ρόπαλο, και το κρέμασε στο λαιμό του. Κ' έτσι, ξυπόλητος, τράβηξε γραμμή στο παλάτι.

Εσύ που συντροφεύεις τον καλό μου και νανουρίζεις τον ύπνο του, για πες μου πού βρίσκεται, για να πάω να τονέ βρώ. Το αηδόνι ξαναλάλησε με καλοσύνη: — Κάθε νύχτα ο καλός σου σηκώνεται απ' το χώμα, φεύγει μακρυά και με την αυγή ξαναγυρίζει. Η όμορφη χήρα λαχτάρησε από αγάπη. — Για πες μου, καλό πουλί, του ξαναείπε. Εσύ που βλέπεις μακρυά, απ' το ψηλό κλαδί σου, για πες μου, πού πάει ο καλός μου;

Μόνο σαν την είδε να κλαίη και να δέρνεται, πήδησε ένα κλαδί παρακάτω, έσκυψε πάνω απ' το κεφάλι της και της είπε: — Γιατί κλαις και δέρνεσαι, όμορφη χήρα; Αργεί ακόμα η αυγή. Σύρε στο σπίτι σου και στρώσε το νυφικό σου κρεββάτι, για να σε προφτάση ο αγαπημένος σου. Η όμορφη χήρα αναστέναξε και είπε: — Καλό πουλί, το νυφικό μου κρεββάτι τόχω στρωμένο εδώ πέρα. Θα τον περιμένω ως που να γυρίση...

Δεν ένοιωθε συγκίνηση, αλλά εκείνο το γλυκό, απροσδιόριστο παράπονο, που φαινόταν ν’ ανεβαίνει από την ηρεμία του πρασινωπού νερού, τον τραβούσε σαν δέλεαρ. Μπήκε, σήκωσε το βλέμμα και αμέσως κατάλαβε ότι το κτηματάκι ήταν κακοκαλλιεργημένο. Έμοιαζε με τόπο που δεν έχει νοικοκύρη: τα δέντρα ήταν κιόλας γυμνά από καρπούς κι εδώ κι εκεί κρεμόταν κανένα σπασμένο κλαδί.

Μπροστά, στο δρόμο, ο Τριστάνος έστησε ένα κλαδί μοσκοκαρυδιάς όπου ήτανε τυλιγμένο αγιόκλημα. Σε λίγο εμφανίζεται στο δρόμο η πομπή. Πρώτα-πρώτα η συνοδεία του Βασιληά Μάρκου.

Τότε κάποιος τη λυπήθηκε, πήρε ένα χοντρό κλαδί αγριεληά, το πελέκησε, τώκοψε και της το χάρισε να σέρνη το γέρικο κουφάρι της. Το φτωχικό ραβδί έγινε τώρα ο μοναχός σύντροφος της γρηάς Δροσούλας. Δεν τάφινε απ' το χέρι της.