Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Ιουνίου 2025
Τους έδωσε ραντεβού σε μια ταβέρνα. Ο Αγαθούλης κι' ο Κακαμπός πήγανε και τον περιμένανε με τα δυο τους πρόβατα. Ο Αγαθούλης, πούχε την καρδιά στα χείλια, διηγήθηκε στον Ισπανό όλες του τις περιπέτειες και του ωμολόγησε, πως ήθελε ν' απαγάγη την δεσποινίδα Κυνεγόνδη. — Αδυνατώ να σας πάω στο Βουένος Άυρες, είπε ο πλοίαρχος: θα με κρεμάσουνε, καθώς και σας.
Ο αγαθός ιερεύς και η φιλάνθρωπος σύζυγός του συνεκινήθησαν, κατεφίλησαν αυτόν, και τω υπεσχέθησαν το ζητηθέν ψωμίον. Αλλ' η αγαθή καρδία του Πέτρου δεν υπέφερε να βλέπη τον Κώσταν αργόν και αγράμματον.
Η πατριωτική αισθηματολογία που πλημμύριζε την καρδιά του τού στούμπωσε το λάρυγγα. Τα δάκρυα άρχισαν να πέφτουν ακράτητα και το σώμα του να ταράζεται λες κ' έπαθε από σεληνιασμό. — Κουρδίστηκε τ' οργανέτο και παίζει· εσκέφτηκε ο Αλαμάνος με θλίψη. — Τ' ακούς; είπε σε λίγο με ασθματική φωνή ο Αριστόδημος. Τούτα να κυττάς εσύ και ν' αφίνης το γουρνάρη στα χάλια του.
Είναι χτήμα της καρδιάς μας η γλώσσα, δε θέλει να ξέρη άλλη γλώσσα η καρδιά μας. Και νάθελε, μια κορακίστικη λέξη δε θα μπορούσε να τσαμπουνίση απάνω στον πόνο της. Καρδιά και γλώσσα μεγαλώνουνε σα δίδυμες αδερφάδες. Η μια διαφεντεύει την άλληνα. Κάθε πόνος και το τραγούδι του, κάθε πάθημα και την παροιμία του. Πού να τις ξεχωρίση μια πεθαμμένη γραμματική!
Ο Ιωάννης διατρέχει διά βλέμματος γοργού τον κατάλογόν του, βλέπει τον αριθμόν εκείνον τον μαγικόν, . . . τον βλέπει μεταξύ των πρώτων του σημειωματαρίου του. Το προησθάνετο, το ανέμενε, το είχε βέβαιον, και όμως το αίμα ανέβη διά μιας εις την κεφαλήν του, η δε καρδία του εσταμάτησε προς στιγμήν και ήρχισεν ευθύς σφύζουσα βιαίως και οιονεί σφυρηλατούσα το στήθος του.
Ένας πόνος απέραντος με πνίγει, θα πεθάνω από τον καημό. Η καρδιά μου φουσκώνει, και τα κλάματα γίνουνται πλημμύρα μέσα στην ψυχή μου. Όχι! όχι! δεν πρέπει να κλαίω, να τη λυπούμαι. Κατεβαίνω τη σκάλα. Λέλα μου, είσαι συ; Είναι η Λέλα με τη γλυκειά της τη φωνή· να της πάλε που ανεβαίνει σαν και πρώτα. Να η αγγελοκαμωμένη, η πιο θεόμορφη απ' όλες. Ο κόσμος δεν είδε τέτοια κόρη.
Μετά την σύντομον και τυπικήν του ιερέως πρόποσιν, εγερθείς ο μπάμπα-Μηλιός, κρατών την τσότραν την επταόκαδον, ήρχισε να χαιρετίζη τους πάντας και ένα έκαστον ως εξής: — Χριστός Ανέστη! αληθινός ο Κύριος! Ζη και βασιλεύει εις πάντας τους αιώνας! Είτα μετά το προίμιον, εισήλθεν εις την ουσίαν: — Γεια μας! καλή γεια! διάφορο! καλή καρδιά!
Ώρα πολλή είταν άλαλοι με σπλάχνα μαραμένα, 695 μα με καιρό τους μίλησε ο θαρρετός Διομήδης «Τ' Ατρέα ξακουσμένε γιε, πρωτάρχοντα Αγαμένο, κρίμας και που του πρόσπεσες ποτές σου και χιλιάδες τούταξες δώρα, γιατί αφτός περφανοφέρνει κι' έτσι, μα τώρα πιότερο πολύ τον φούσκωσες περφάνιες. 700 Άσ' τον κι' ας κάθεται ήσυχος, είτε μισέψει ή μείνει· όσο για μάχη, αδιάφορο! ας βγει σα θέλει ατός του, σαν τον φωτίσουν οι θεοί και τ' ορεχτεί η καρδιά του.
Μα αν την καρδιά του ίσως καμιά μαντολογιά δειλιάζει, καμιά αν του ξέρει η σεβαστή μητέρα του απ' το Δία, 795 μα ας στείλει εσένα, και μαζί ας βγει και τ' άλλο πλήθος των Μυρμιδόνων, μήπως δει μια στάλα φως τ' ασκέρι.
Να πιη νεράκι κρύο, από την πηγήν, να δροσισθή η αναμμένη της καρδιά, μ' ένα φλασκάκι, μισοκομμένο εις σχήμα αρχαίας φιάλης, το οποίον εκρύπτετο εκεί από τους μικρούς βοσκούς, μέσα εις τα δροσόχορτα της πηγής.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν