Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025
Το έβλεπα κ' εγώ ότι κάτι τρέχει, αλλά τι; Δεν ήτο καιρός επεξηγήσεων, ενώ εβαδίζομεν τροχάδην πηδώντες επί των βράχων, άλλως δε ήτο πρόδηλον ότι δεν εκέρδιζα πολύ ερωτών προτού φθάσωμεν και ημείς εις την εκκλησίαν. Αλλά πριν ή έτι φθάσωμεν είδα τους προ ημών αφιχθέντας εις κίνησιν πάλιν. Η εμπροσθοφυλακή ανέβαινεν ήδη προς το απέναντι βουνόν και ανέβαινε μετά βίας.
Δεν ήτο κατάλυσις του Μωσαϊκού νόμου· τουναντίον, ήτο αποδοχή της δικαιοσύνης τούτου, και αναμφιβόλως πρέπει να έπεσε βαρέως ως θανατική απόφασις εις την καρδίαν της γυναικός. Αλλ' ενήργησε κατά τρόπον πάντη απροσδόκητον. Ο τρομερός νόμος έμενε γραπτός· δεν ήτο ο καιρός, δε ήτο η θέλησίς Του, να τον εξαλείψη.
Καλώς τον Ιππίαν τον λαμπρόν και τον σοφόν, πόσον καιρόν είχαμεν να σε ιδούμεν στας Αθήνας! Ιππίας. Ναι, Σωκράτη μου, διότι δεν μου μένει καιρός.
Εγώ είμαι, ακολούθησεν αυτή, θυγατέρα του βασιλέως τούτης της χώρας· μίαν ημέραν που επήγαινα εις τα λουτρά είδον αυτόν τον Ναμαράν εις το εργαστήρι του, και ευθύς έλαβα μεγάλον έρωτα δι' αυτόν, και από εκείνην την ώραν έχασα κάθε μου ησυχίαν και ανάπαυσιν, επειδή η φαντασία μου δεν έλειψε πάντα από αυτόν και τόσον άναψεν η καρδιά μου από τον έρωτα που δεν επέρασε πολύς καιρός και έπεσα άρρωστη εις το κρεββάτι.
Και ο μεν Ευρύλοχος πεισθείς και αποπέμψας τους Αιτωλούς έμεινεν ησυχάζων μετά του στρατού κατά τους τόπους εκείνους, μέχρις ου θα ήρχετο ο καιρός να ενωθή με τους Αμπρακιώτας, οίτινες είχον αναχωρήσει διά να πολιορκήσουν το Άργος. Και το θέρος ετελείωνε τότε.
Άμα λοιπόν αρχίσουν την θεωρίαν , υπάρχει καθιερωμένη συνήθεια εις αυτούς κατά την περίοδον ταύτην του καιρού να κάμνουν εξαγνισμόν της πόλεως, και να μη θανατώνουν δημοσίως κανένα, προτού το πλοίον να φθάση εις την Δήλον και από εκεί πάλιν να επιστρέψη. Έως να υπάγη δε και να επιστρέψη περνά πολύς καιρός, όταν τύχη να το εμποδίσουν ενάντιοι άνεμοι.
Έθλιψα εν σιωπή την χείρα του. Κατ' εκείνην την στιγμήν αντήχησεν αίφνης δριμύς ο συριγμός του ατμοπλοίου και εφάνησαν εν μέσω του προβαίνοντος σκότους, ως φάσμα, οι ιστοί και η καπνοδόχος του επί των ησύχων υδάτων του κόλπου. Ο Παντελής τρέχων προς ημάς μας προσεκάλει μακρόθεν. — Καιρός, Κύριοι, εφώναζεν. Επεστρέψαμεν προς την λέμβον.
Άμα καλυτέρεψε λιγάκι, τούδωκε δρόμο. Σαλπάρησε για την πατρίδα. Αφήκανε τη Μαρσίλια με καλόν καιρό. Απόξω από το Σπαρτιβέντο ο καιρός άρχισε να χαλάη τα μούτρα του, Το γύρισε στη νοτιά. Στην αρχή ο σορόκος αδύνατος με κουφοθάλασσα. Όσο πήγαινε άρχισε να δυναμώνη. Η «Αθηνά» ταξίδευε παλληκαρίσια με τις κάτω γάπιες, καβαλλίκευε το κύμα σαν άτι. Ο καιρός όλο και δυνάμωνε.
— Τίποτε δεν είχε, διέκοψεν ο Δημήτριος· ήτον υγιέστατος, ευκίνητος πάντοτε και δραστήριος, ως τον εγνώριζες. Ολίγον μόνον μελαγχολικός ήτον εσχάτως, και η φαιδρά του μεγαλαυχία είχε κάπως ελαττωθή· ήτο κάμποσος καιρός, που δεν τον ήκουα πλέον να δημιουργή τα αιώνια εκείνα — ηξεύρεις; — σχέδιά του περί πλουτισμού και εκατομμυρίων, με τα οποία τόσον μας διεσκέδαζε.
Μα για τούτο, διάολε, σου λέω και γω πως γούρμασε το κορίτσι· επρόσθεσε αμέσως με μαλακό θυμό. — Κι αν γούρμασε και τι; καιρός του δεν είνε; — Καιρός του· ποιος λέει όχι. Εσύ στα χρόνια του τάτρωγες τα ξυνόμηλα με το καλάθι. — Ουφ, ανάλατε! δε μαζώνεις, λέω, τη βρωμόγλωσσά σου. — Τώρα, βέβαια, βρωμόγλωσσα. Μα ήταν μια φορά νόστιμη και ξέρω ένα κορίτσι που τη λιμπίζονταν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν