United States or Germany ? Vote for the TOP Country of the Week !


46. » Δεν πρέπει λοιπόν μήτε να εκφέρητε κακήν απόφασιν πιστεύοντες ότι η θανατική ποινή παρέχει εγγύησιν, μήτε να αφαιρέσητε από τους αποστατήσαντας κάθε ιδέαν μετανοίας και ταχείας εξαλείψεως του εγκλήματός των.

Ένας κόμπος έπιασε τον Στρατή στο λαιμό, κάτι τι του φάνηκε πως του αποστάθηκε στο λαρύγγι κ' έβηξε να το πετάξη. Άκουσε μόνος του το βήχα του μέσα στη σιγαλιά και ξαφνίστηκε. — Ποιος έβηξ' έτσι; Χριστός και Παναγιά! — Κανένας. Εσύ έβηξες, Στρατή. — Αλήθεια, εγώ έβηξα. Και ξαφνίστηκα. Νόμισα πως έβηξε το Μαχώ. Δεν μπορώ νακούω άνθρωπο να βήχη...Δεν μπορώ. Μια σιωπή θανατική έπνιξε το βήχα.

Για να στερεώση και καλά την ειρήνη του τόπου πρόσταξε να πεταχτούνε στη φωτιά όλα τα έργα του Αρείου, και φοβέριζε με θανατική τιμωρία όσους φυλάγουνε τέτοια έργα κρυφά. Είχε μ' άλλους λόγους μεγάλα στο νου του, και τρέμοντας μην τύχη και ξαναφυτρώσουν παρόμοιες διχόνοιες και του τα χαλάσουν, έβαλε και μια τυραννική σφραγίδα στο συνταγματικό του εκείνο μέτρο.

Θανατώνεται λοιπόν ο Λογγίνος μαζί με μερικούς άλλους πιστούς της, και μήτε λόγο δεν ξεστόμισε ο γενναιόκαρδος ο φιλόσοφος εναντίο της Βασίλισσας, παρά όλο και βεβαίωνε τις ψεύτικες αβανιές της να τηνέ γλυτώση. Και δίχως παράπονο, παρά με θάρρος σταλήθεια Σωκρατικό, έλαβε τη θανατική καταδίκη του. Τέτοιες περίπου είταν εκείνες οι κοινωνίες.

Το ποσόν ήτο βεβαίως μεγάλον, αλλά πολύ μεγαλειτέρα αυτού η ανακούφισις την οποίαν ησθάνθην εκ της αποδείξεως, ότι άδικον είχα να νομίζωμαι συνάδελφος του Χαλδούπη. Η χαρά μου ήτο ως καταδίκου, του οποίου θα μετεβάλλετο ανελπίστως εις απλούν πρόστιμον η θανατική ποινή.

Πατάει πρόθυμα τη χρυσή βούλα του ο βασιλιάς στη θανατική απόφασι. Τότε του διηγήται ο λαός το κάμωμα του βασιλόπουλου. Κακή χολέρα εθέριζε τα περίχωρα και είχε κάθαρσι η πόλις. Όμως το βασιλόπουλο, τυφλό στον θρίαμβό του δεν επρόσμεινε πρώτα να καθαρισθή μα ήρθε γραμμή στο παλάτι. Ίσως έφερε την αρρώστια και μέσα στα σπίτια του. — Ευχαριστώ! λέγει ο βασιλιάς δακρύζοντας.

Μα όποιος την προσταγή μου θέλει παρακούση, άντρας, γυναίκα κι ό, τι ’ναι τ’ ανάμεσό τους, απόφαση θανατική γι’ αυτόν θε να ’βγη, του λαού το πετροβόλισμα δε θα ξεφύγη. Τ’ ακούς ή δεν τ’ ακούς; ή σε κουφό τα λέω;

Δεν ήτο κατάλυσις του Μωσαϊκού νόμου· τουναντίον, ήτο αποδοχή της δικαιοσύνης τούτου, και αναμφιβόλως πρέπει να έπεσε βαρέως ως θανατική απόφασις εις την καρδίαν της γυναικός. Αλλ' ενήργησε κατά τρόπον πάντη απροσδόκητον. Ο τρομερός νόμος έμενε γραπτός· δεν ήτο ο καιρός, δε ήτο η θέλησίς Του, να τον εξαλείψη.

Και μολονότι ο Κλέων ισχυρίζεται ότι η θανατική ποινή θα είναι ωφέλιμος εις το μέλλον, διότι θα ελαττώση τας αποστασίας, εγώ αποβλέπων εις την μέλλουσαν ησυχίαν μας ισχυρίζομαι τα εναντία.

Είναι μάλιστα πιθανόν ότι άλλοτε αι ποιναί ήσαν ηπιώτεραι διά τα μέγιστα εγκλήματα· αλλ' επειδή τα περιεφρόνουν, ανέβησαν αι πολλαί τούτων διά του χρόνου εις τον θάνατον· και με αυτόν όμως οι άνθρωποι παραβαίνουν τους νόμους. Ή πρέπει λοιπόν να εύρωμεν άλλο φόβητρον τρομερώτερον, ή να ομολογήσωμεν ότι η θανατική ποινή είναι ανωφελής.