Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025
Ακολούθως μάλιστα τούτο έγινε φανερώτατον διότι όταν η Φρειδερίκα στον περίπατον επήγαινε με την Καρολίναν, ενίοτε δε και με εμέ, το πρόσωπον του κυρίου, το οποίον άλλως ήτο μελαχροινού χρώματος, έγινε τόσω σκυθρωπόν, ώστε ήτο καιρός να με τραβήξη η Καρολίνα από το μανίκι και να μου δώση να καταλάβω ότι εδείχθην παρά πολύ περιποιητικός προς την Φρειδερίκαν.
Ούτω ο νεώτερος παρήτησε την ιδέαν του ν' αναζητήση τον φλώκον, ο δε γέρων επανέλαβεν εντονώτερον ότι ήτο καιρός να κυττάξωσιν αν θα εύρωσι κάπου ανθρωπίνην ψυχήν να τους βοηθήση, ή τουλάχιστον μέρος «ν' απαγγιάσουν». Ηγέρθησαν οι δύο οδηγούντες, ο τρίτος αναγκαστικώς ακολουθών, και μετά κοπιώδη έρευναν, αφού εβεβαιώθησαν ότι αι δύο ακταί ήσαν δύσβατοι και κρημνώδεις, εύρον εις το όριον της άμμου ρίζας τινάς δένδρων πατημένας, οιονεί φλέβας της γης εξεχούσας, κατά την αρχήν του δάσους, όπου εφαίνετο μικρά αλωή και ήρχιζε να χαράσσηται μονοπάτι.
Ημέρα μήνας μώρχεται, κι' η εβδομάδα χρόνος· Κι' όσο απερνάει ο καιρός, τόσο αβγατάει ο πόνος, Επάντεχα την ξενιτιά προς ώρας πανηγείρι, Κι' αυτή ακράτο με κερνάει φαρμάκι στο ποτήρι. Κυττάζω εδώ, κυττάζω εκεί δε βλέπω να γνωρίσω, Το φίλον που παραποθώ να του γλυκομιλήσω. Κι' είμαι σαν έρημο πουλί, σαν έρημο τρυγόνι, Οπού κοιμάται στο κλαρί, και τη φωλιά δε στρόνει.
Και κορίτσι που δεν μπορεί ν' αφήση το σπίτι του γονιού του δεν είναι ακόμη για γυναίκα. Μα ο Κιαμήλης, που την αγαπούσεν, έκαμνεν ό τι του γύρευεν εκείνη. Σαν εζύγωσεν ο καιρός του γάμου, ο Κιαμήλης και ο αδελφοποιτός του ανέβησαν στ' άλογο για νάλθουνε στην Πόλι να ψουνίσουνε.
Πότε τα είχε με την ράπτριαν, η οποία δεν εφύλαξε την υπόσχεσίν της, και πότε με τον μονάκριβον της Σύρου κτενιστήν Αναστάσην, διότι εβράδυνε να έλθη, ή ετόλμησεν ο αχρείος να της προτείνη να την κτενίζη από το μεσημέρι, διότι δεν του επερίσσευε καιρός το εσπέρας.
ΑΡΙΕΛ. Η έκτη ώρα· καιρός, εις τον οποίον, κύριέ μου, ως είπες, θα πάψουν η εργασίες μας. ΠΡΟΣΠ. Το είπα, από τη στιγμή, πού επροξένησα την τρικυμία. Λέγε, πνεύμα μου, τι κάνει ο βασιλέας με τους άλλους;
Μήπως είναι τω όντι κουρκάκι; Τώρα θα το ιδούμεν. θέλει δεν θέλει, θα το βάλω εις το νερόν. Την επαύριον ο καιρός ήτο λαμπρότατος, και ο ήλιος έπαιζεν εις τα φύλλα των δένδρων. Η πάπια επήρεν όλα της τα παιδιά και επήγεν, εις το αυλάκι και, πλουφ, επήδησεν εις το νερόν.
Τση τάπα 'γώ, καιρός περασμένος, τα όσα τση πρέπουνε κιαπό τότες δεν εμιλήσαμε· κια δε σύρη χέρι απού το παιδί μου, θα τήνε κάμω να φύγη απού το χωριό. Εγώ τηνε λυπούμαι έτσα που κατάντησε και δεν πιάνει άθρωπος χρουσό μήλο από τα χέρια τση, μα δεν ντρέπεται και καθόλου. Πετάχτηκα έξω, περισσότερο για να μην ακούω τα σκληρά λόγια της μάνας μου.
Έτσι λέγοντας ετίναξε με ορμήν τες αλυσίδες του και επάσχισε με δυνάμεις τρομακτικές διά να ελευθερωθή από τους δεσμούς· μα δεν έλαβε το ποθούμενον, επειδή και δύο τελώνια ενδυμένα πράσινα εφανερώθηκαν ευθύς, και τον εκαταδάμασαν, ξαναδένοντάς τον το ένα, και το άλλο τον έδερνε με ράβδον σιδηρένιαν, και του έλεγαν· στάσου αυτού, κατηραμένε, πολλά ογλήγορα θέλεις να ελευθερωθής, ανάμεινε πρώτον να σου δοθή το θέλημα διά να φανερωθής εις τον κόσμον, ότι ο καιρός δεν επλησίασεν ακόμη.
Εθαύμασα την πανουργίαν της γυναικός, και της λέγω· έχεις εύλογον αφορμήν να λυπήσαι και να θρηνής, επειδή μεγαλυτέραν θλίψιν ποτέ σου δεν εδοκίμασες, αλλ' έχε υπομονήν, και ο καιρός θέλει σε παρηγορήσει.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν