Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
— Πόσο θα διασκεδάζη ο Γιαννάκης μας, όταν μεγαλώση ολίγο και τον βάζω επάνω! είπεν. Δεν ενοούσεν η καλή κόρη να έχη τίποτε ιδικόν της, το οποίον να μη απολαμβάνουν και οι άλλοι!
Θα μπορούσα να περνώ την πιο καλή κ' ευτυχισμένη ζωή, αν δεν ήμουν μωρός. Τόσον ευνοϊκαί περιστάσεις που είναι αυταί, εις τας οποίας τώρα ευρίσκομαι, δεν συνενούνται εύκολα διά να τέρψουν την ψυχήν ενός ανθρώπου.
— Να μ' δώσης εμένα τη μια γίδα, την Ψαρή, κη να μει καλ'μάρετε κάτ', να κατηβώ, να τσ' ανεβάσω. — Την Ψαρή, εγώ την έταξα στην Παναγία, απήντησεν ο Στάθης. — Ο Αγκούτσας έδειξεν ότι δεν ενόει. — Την έταξα ασημένια, προσέθηκεν ο Στάθης. Η Ψαρή εμένα μ' χρειάζεται. Ό Αγκούτσας έμεινεν επ' ολίγας στιγμάς σύννους. — Ας είνε, μ' δίνεις, τη Στέρφα . . . Καλή είνε και ή Στέρφα.
Κρίματα θεληματικά, όχι της τύχης, κ’ είναι θαρρώ χειρότερες οι δυστυχίες, εκείνες όπου εφταίξαμε γι’ αυτές ατοί μας. ΧΟΡΟΣ Κ’ εκείνα που εγνωρίζαμε, θλιβερά ήταν και βαρυστένακτα. Χειρότερ’ άλλα έχεις να πης; ΕΞΑΓΓΕΛΟΣ Πρώτα κι απ’ όλα σύντομα σας λέγω τούτο. Απέθανεν η δέσποινα καλή Ιοκάστη. ΧΟΡΟΣ Ω τη δυστυχισμένη! Και γιατί;
ΑΜΛΕΤΟΣ Ή κανενός αυλικού, οπού εσυνηθούσε να λέγη· «Καλή σας ημέρα, γλυκέ μου Κύριε! Πώς είσθε, αγαθέ μου Κύ- ριε;» Τούτος ενδέχεται να ήταν ο Κύριος Δείνα, οπού επαινούσε τα πουλάρι του Κυρίου Δείνα, ενώ είχε σκοπόν να το ζητήση· δεν ενδέχεται; ΟΡΑΤΙΟΣ Μάλιστα, Κύριέ μου.
— Όχι, κυρά, εγώ την παραίτησα πια την πόστα. Και ήρθα ίσα ίσα να ξαναπώ του Χρηστάκη να μην αφήση να την πάρη κανένας άλλος. Εκεί, σαν να μ' εταράχθηκεν η καρδιά μου! — Και γιατί, Λαμπή: — Γιατ' είναι καλή δουλειά η π ό σ τ α, κυρά, καλή δουλειά!
Και εκάγχασε θορυβωδώς εις μόνην την σκέψιν, ότι θα ήτο δυνατόν να ασπασθή το κήρυγμα των αλιέων της Γαλιλαίας. Ο θεράπων ανήγγειλε την Ευνίκην και ευθύς παρετέθη το δείπνον. Ο Βινίκιος εις την τράπεζαν διηγήθη εις τον Πετρώνιον την επίσκεψιν του Χίλωνος. — Η ιδέα ήτο καλή, είπεν ο Πετρώνιος, κρινομένη εκ των υστέρων.
— Αν ήρθες να κλάψης εδώ, τον αποπήρε πάλι η Παυλίνα, δε διάλεξες καλά. Τράβα το δρόμο σου και κλαίγε μοναχός σου... — Άκουσέ με, καλή μου κοπέλλα, ξαναείπε ο ξένος. Δυο λόγια έχω ακόμα να σου πω. Μέσα στην καλύβα, που ξεψύχησε δίπλα μου, ο άμοιρος, μούδωκε τα στερνά του χαιρετίσματα, ορκίζοντάς με να τα φέρω στην καλή του. Και μου' δωκε κ' ένα φυλακτό, που το είχε κρεμασμένο στο λαιμό του.
Έτσι λέγοντας τον έφερα εις την κατοικίαν μου, και τον έκαμα να ιδή την μεγαλοπρέπειαν, και τον στολισμόν όλης μου της οικίας. Αυτός κάθε ολίγον εφώναζεν· ω Ουρανέ, τι πράγμα άξιον έπραξεν ο Ταλμούχ περισσότερον από τους άλλους, διά να αρχίσης να τον γεμίσης από τόσα καλά. Πώς ω Φακύρη, του είπα, σου κακοφαίνεται διά την ευτυχίαν μου; καταλαμβάνω ότι σε θλίβει η καλή μου κατάστασις.
Και μόνον οι παιγνιδιάτορες, δύο μόνον ηλικιωμένοι άνδρες, ο είς με το βιολίον, ο έτερος με το λαγούτον, κατώρθωσαν να περιέλθωσιν οικίας τινάς «για την καλή χρονιά». Μετ' ολίγον έσβυσαν και τα φώτα των ολίγων οικιών, εν αις φαίνεται ότι περισσότερον ηγρύπνησαν. Πλην έξω εις τα Αλώνια οικίσκος τις μονώροφος διετήρει εισέτι το φως του, υποφαινόμενον εκ των χασμάδων του παραθύρου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν