Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025


20. » Εις ημάς δε η συμφιλίωσις είναι εκατέρωθεν είπερ ποτέ καλή, πριν μας επέλθη καμμία παρεμπεσούσα ανεπανόρθωτος βλάβη εις το μέσον, διότι τότε αναγκαίως μαζί με την κοινήν να έχετε και την ιδιαιτέραν ημών αιωνίαν έχθραν, και να στερηθήτε εκείνο, το οποίον σας προσκαλούμεν να δεχθήτε σήμερον.

Όθεν αναγκαίως πρέπει και ο Έρως, ο μεν συνεργός της δευτέρας να καλήται ορθώς πάνδημος, ο δε της πρώτης ουράνιος. Και είνε μεν αληθές ότι χρέος έχομεν να επαινούμεν όλους τους θεούς, αλλ' επί του προκειμένου πρέπει να προσπαθήσω να ορίσω τα πρόσωπον το οποίον έλαχεν εις καθένα από τους δύο αυτούς Έρωτας. Κάθε πράξις αυτή καθ' εαυτήν δεν είνε ούτε καλή ούτε κακή.

Και έδειξε τους δύο γάτους, οίτινες καμαρόνοντες εκεί ένθεν και ένθεν της εστίας, εκίνησαν αίφνης το μυστακοφόρον ρύγχος των ως να ήθελον ν' αποδιώξωσι παρερχομένην μυίαν. Συνήθιζεν ενίοτε να πειράζη την σύζυγόν του ο Μπάρμπα-Σταύρος, διά την στείρωσίν της. Ο ποιμήν εγέλασεν υπό τους μύστακάς του. — Σας έφερα πεσκέσι, ένα γουρνόπουλο, κολλήγα, για τ' καλή χρονιά.

Η καλή φιλενάδα της μάμμης, πριν φύγη, την είχε βοηθήσει να στήση χονδρό βαμβακερό πανί εις τον εργαλειό. «Αυτό γίνεται γρήγορα και όλοι το χρειάζονται, και πλούσιοι και πτωχοί· θα καθίσω, εσυλλογίσθη, να υφάνω απόψε για να ημπορέσω να φέρω της μητέρας μου ολίγα χρήματα μ' αυτά να την παρηγορήσω».

Ό,τι χώνεψα όλη μου τη ζωή, ζωντάνευε τώρα μέσα μου και μου στεκότανε μολύβι στο στομάχι Ψαρεύοντας με τη φελούκα στ' ακρογιάλια, ναπαντήσω το ψωμί μουτι να σου κάνουνε δώδεκα δραχμές σύνταξι; — αυτά συλλογιζόμουνα ολημέρα. Δε μ' έφτανε η κακομοιριά του κόσμου· είχα και την γκρίνια της γυναίκας μου. Μια ζωήν ολάκερη ζήσαμε αντάμα. Λόγο κακό δεν της είπα. Όσο της κουβαλούσα καλή ήτανε κι' αυτή.

Πάει, τούφυγε η ψυχή, το πήρε η βρώμα και βγήκανε τα σκουλήκια να το φάνε. Ανθρώπινα σκουλήκια! Όλο τρώνε κι' όλο πεινάνε. Του λόγου του, καλή του ώρα, το καλό το γεροντάκι που πέρασε πολληώρα από το γιαλό, ο Γερο-Τρακοσάρης. Τον ξέρεις, κύριε έφορα; Πού να τον ξέρης! Να σου τον μάθω εγώ. Είχε όνομα και τώχασε. Τρακοσάρη τον ξέρουν όλοι τώρα. Άρχισε από μπακάλης κ' έγινε τοκιστής.

Λοιπόν δεν πρέπει να διορίζωμεν νηφάλιον και σοφόν αρχηγόν εις τους μεθυσμένους και όχι αντιθέτως; Διότι, ο μεθυσμένος αρχηγός των μεθυσμένων και ο νέος ο μη σοφός, αν δεν κάμη κανέν μέγα κακόν, πολύ θα τον κυνηγά η καλή τύχη. Πολύ καλή βεβαίως.

Καλή, λέει; Μα δε μου λες τση καλωσύνες τση γή τσωμορφιές και τση νοικοκυρωσύνες τση; Απ' αυτά πράμμα δεν έχει. Με τα βούγια ανεθράφηκε και βούι 'νε. Άνε τήνε θες να τη ζέφνης σταλέτρι, καλή θανέ μα για γυναίκα ... Ένα παιδί σαν κάμη θα σιχαίνεσαι να πάρης χρυσό μήλο από τα χέρια τση. Εγώ για το καλό σου, γιατί σ' αγαπώ, σου λέω να σύρης χέρι, μια που σουδώκανε και την αφορμή. — Μα ο κύρης μου;

Αλλ' ο Αρισταίνετος διά να παύση την φλυαρίαν του ένευσεν εις ένα υπηρέτην να του γεμίση με άκρατον και του προσφέρη ένα μεγάλο ποτήρι• εφάνη δε προς στιγμήν ότι η ιδέα του ήτο καλή και ότι θα έφερεν αποτέλεσμα, αλλά δεν εφαντάζετο πόσων κακών θα εγίνετο αρχή το ποτήρι εκείνο.

Πόθεν ήλθον; Πού πηγαίνουν οι φίλοι μου, οι κάτασπροι γλάροι; Είνε γλάροι της Μιτυλήνης; Είνε γλάροι της Λήμνου; της Τρωάδος είνε οι γλάροι η της Τενέδου; Τους έβλεπον τάχα και οι Αχαιοί; Ω! η λευκή, η καλή συντροφιά μου, οι γλάροι του Αιγαίου! Καταμεσήςτο πέλαγος αναμένουν να χαιρετίσωσι τους ταξειδεύοντας. Άγγελοι του αισίου πλου, υπάρξεις ποθηταί εν κρυερά του πόντου ερημία.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν