Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


Ήλθεν εις την αποβάθραν με σάκκον πλήρη τροφίμων και με άλλα τινά εφόδια διά την εκδρομήν. Ιδών αυτόν ο ιερεύς, — Πώς το έμαθες, Βασίλη; του λέγει. — Το έμαθα, παπά, απ' τον μάστρο-Πανάγο τον μαραγκό. — Τι ώρα και πού τον είδες; — Κατά τας δέκα τον ηύρα εις το καπηλειό του Γιάννη του Μπουμπούνα. Είχε φάει ψωμί κ' εβγήκε να πιή δύο τρία κρασιά με το ισνάφι.

Οι άλλοι ετοποθετήθησαν απέναντι της θύρας, έκαστος κατά την αξίαν του. Απέναντι των γυναικών ετοποθετήθη πρώτος ο Εύκριτος και κατόπιν ο Αρισταίνετος. Έπειτα έγινε ζήτημα ποίος έπρεπε να τοποθετηθή πρώτος, ο Ζηνόθεμις ο Στωικός, ως γέρων, ή ο Έρμων ο Επικούρειος, ο οποίος ήτο ιερεύς των Διοσκούρων και ανήκεν εις μίαν από τας πρώτας οικογενείας της πόλεως. Αλλ' ο Ζηνόθεμις έλυσε το ζήτημα.

Πίσω στην πρύμη, ξεσκούφωτος, με το μακρουλό κεφάλι του, μούσκεμα. Γεμάτη νερό η κουβέρτα . . . . . — . . . . Και λύτρωσον ημάς από πάσης ανάγκης και θλίψεως . . .» Εξηκολούθει ο ιερεύς. — Αχ! πάει! θα πέσητον Μώλο! Δεν θα καβαντσάρη! — Κουράγιο, καπετάν Βγενιέ. Μη φοβάσαι! Μη φοβάσαι, καπετάν Βγενιέ! Ηκούσθη πάλιν από του λιμένος φωνή· η φωνή του καπετάν Μήτρου. — Κύττα, παπά μου!

Ο καταλληλότερος δε, κατά την γνώμην πάντων, ιερεύς της πόλεως, ήτο ο παπά-Κυριάκος, όστις δεν ήτο «από μεγάλο τζάκι», είχε μάλιστα και συγγένειαν μέ τινας των εξωμεριτών, και τους κατεδέχετο. Ήτο ολίγον &τσάμης&, καθώς έλεγαν. Δεν έτρεφε προλήψεις. Ηκούετο μάλιστα εδώ-εκεί, ότι ο ιερεύς ούτος είχε και την συνήθειαν «ν' αποσώνη τα παιδιά» εις τους κόλπους των μητέρων, των ενοριτισσών του.

Οι διάδοχοι του θείου Πλάτωνος συνεζήτουν ακόμη εν τη Ανατολή περί της φύσεως του θεού, αλλ' οι απόγονοι του Κάτωνος και Κιγκινάτου, πρακτικώτεροι όντες, εθεώρουν την θεολογίαν ως επάγγελμα σπουδαίον, παρ' ου επερίμενεν ο ιερεύς τον επιούσαν άρτον και πλην τούτου υπουργήματα, επισκοπάς, ίππους, παλλακίδας και άλλα καλά πράγματα, άτινα μόνον διά δραστηριότητος και πρακτικών γνώσεων αποκτώνται.

Ο ιερεύς εψιθύρισε μετ' ενδομύχου συγκινήσεως το «Εισελεύσομαι εις τον οίκον σου», κ' η θειά το Μαλαμώ, αφού ήλλαξε την φ'στάνα της την βρεγμένην και εφόρεσεν άλλην στεγνήν, και το γ'νάκι της το καλό, τα οποία ευτυχώς είχεν εις αβασταγήν καλώς φυλαγμένα υπό την πρώραν της βάρκας, έδεσε μέγα σάρωθρον εκ στοιβών και χαμοκλάδων, και ήρχισε να σαρώνη το έδαφος του ναού, ενώ αι γυναίκες αι άλλαι ήναπταν επιμελώς τα κανδήλια, και ήναψαν μέγα πλήθος κηρίων εις δύο μανουάλια, και παρεσκεύασαν μεγάλην πυράν με ξηρά ξύλα και κλάδους εις το προαύλιον του ναού, όπου εσχηματίζε το μακρόν στένωμα παράλληλον του μεσημβρινού τοίχου, κλειόμενον υπό σωζομένου ορθού τοιχίου γείτονος οικοδομής, κ' εγέμισαν άνθρακας το μέγα πύραυνον το σωζόμενον εντός του ιερού βήματος, κ' έθεσαν το πύραυνον εν τω μέσω του ναού, ρίψασαι άφθονον λίβανον εις τους άνθρακας. &Και ωσφράνθη Κύριος ο Θεός οσμήν ευωδίας.&

Ο άλλος, κοντότερος σεμνότερος, με το αρχαίον μωραΐτικον φελώνιον, του Γενάρχου μας κληρονομίαν ευσεβή, ο φιλοπαίγμων και γλυκύτατος γέρω Παπαδιαμάντης ο αλησμόνητος και πολυσέβαστός μου ιερεύς εκείνος οπού τόσον με αγαπούσε, και τόσον τον εσεβόμην, με τον οποίον έκαμνα κατόπιν όλας τας θρησκευτικάς μου εκδρομάς, ωμοίαζε τον αρχάγγελον Γαβριήλ.

Ο κυρ Κωνσταντός εσηκώθη χωλαίνων, ηκολούθησε τους βοσκούς, έφθασεν εις τον ναΐσκον, όταν ο ιερεύς είχεν αρχίσει τον &ασπασμόν&, επροσκύνησε και έλαβε την θέσιν του εις τον χορόν. Έψαλεν εις όλην την λειτουργίαν, με όλον το πέσιμόν του και το πόνεμά του.

Ο δε ιερεύς επρόσθεσε τα εξής Πόσον τω όντι ευτυχέστεροι των άλλων χριστιανών είμεθα ημείς οι Έλληνες, έχοντες διπλούν κέντρον προς την ηθικήν ημών βελτίωσιν, τας αρετάς των προγόνων αφ' ενός, και τας θείας διδασκαλίας του Ιησού αφ' ετέρου. Πώς να μη γίνωμεν φιλάνθρωποι και ευεργετικοί, εάν αληθώς είμεθα και Έλληνες και Χριστιανοί;

Ο ιερεύς άρχισε τα τελευταία τροπάρια, του Ασπασμού. «Ω! Τις με θρηνήσει, τέκνον μου . . . ότι βρέφος άωρον, εκ μητρικών αγκαλών, ώσπερ στρουθίον επέτασας . . . Ω τέκνον, τίς ποτε μη στενάξει βλέπων σου το πρόσωπον ευμάραντον, το πριν ως ρόδον τερπνόν! . . . » Και πάλιν το παπαδόπουλον, καθώς εκράτει το Αγιασματάριον, κ' εμουρμούριζε τας λέξεις μαζύ με τον πατέρα του, δεν εκρατήθη να ερωτήση·

Λέξη Της Ημέρας

λογαριαστήκαμε

Άλλοι Ψάχνουν