Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
ΦΙΛ. Παύσε, ευλογημένε, να παίζης τραγωδίαν, ξεπέζευσε από τους ιάμβους και πες μου εις απλήν γλώσσαν τι είνε αυτή η στολή και ποία ανάγκη σε, έκαμε να ταξειδεύσης εις τον κάτω κόσμον, διότι δεν είνε, φαίνεται, ευχάριστον τοιούτον ταξείδι, ώστε να το επιχειρή κανείς χωρίς ανάγκην. ΜΕΝ. ω φιλότης χρειώ με κατήγαγεν εις Αίδαο ψυχή χρησόμενον Θηβαίου Τειρεσίου.
— Ευχαριστώ, Πάτερ. Δεν τώχω πολύ διάθεσι. — Πάρε, ευλογημένε, δε θα σε πειράξη. Τσούγκρισαν δυνατά τα ποτήρια. — Υγεία και καλή ψυχή! Περαστικά της παπαδιάς. — Ευχαριστώ. Να δώση ο Θεός. Με την ομιλία των αβαπτίστων, ο λόγος έπεσε στη Φραγκιά. Ο Παπα-Παρθένης άρχισε να λέη για τις ταυρομαχίες, που είχε ιδεί μια φορά στη Βαρκελώνα. — Να ιδής, το αίμα, που λες, να τρέχη ποτάμι.
Πού τους ευρήκαν τους μαθητάς, ευλογημένε μου; Διότι από αυτούς ουδέ μαθητής γίνεται ο είς του άλλου, αλλά φυτρώνουν μόνοι των, κυριευόμενοι από ενθουσιασμόν με ό,τι τύχη, και ο είς τον άλλον δεν τον θεωρεί τίποτε. Από αυτούς λοιπόν, καθώς ήθελα να ειπώ, δεν θα λάβης ποτέ λόγον ούτε με το καλό ούτε με την βίαν.
Πέντε μήνες είχε παπάς και δεν τούχε τύχει στην ενορία του τέτοιο ξαφνικό, νύχτα ώρα. Υγεία βασίλευε στο νησί. Κάνα δυο γέροι είχαν πεθάνει άξαφνα, είχανε μείνει στον τόπο, που ούτε πρόφτασαν να τους μεταλάβουν. — Τι λες, ευλογημένε; Είμαι κι' ανήμπορος. Με τάραξε θέρμη σήμερα. Πώς να κινήσω νάρθω, με τέτοιον καιρό; — Για το Θεό, παπά μου. Ψυχή άνθρωπου χάνεται. Πρόφτασε!
Ευλογημένε μου, πάλιν χρειάζεται νέον παράδειγμα και αυτό το παράδειγμα. Νέος Σωκράτης. Ποίον λοιπόν; Λέγε και μη στενοχωρείσαι διόλου από εμένα. Ξένος. Πρέπει να το ειπώ, αφού και συ είσαι πρόθυμος να ακολουθήσης. Γνωρίζομεν δηλαδή ότι οι μικροί παίδες όταν πρώτην φοράν αρχίζουν να μανθάνουν γράμματα — Νέος Σωκράτης. Τι πράγμα; Ξένος.
Ήξερε πως δε θα το ξεφύγη. Συλλογιζότανε την καταλαλιά του κόσμου, συλλογιζότανε και την παπαδιά, που θα τούψελνε τον αναβαλλόμενο. Μα κοντοστεκότανε λίγο· ήθελε να κερδίση καιρό, να χασομερήση. — Ποιος ξέρει! Ως που να πάω, ίσως να τον βρω και πεθαμμένο! έλεγε μέσα του. Ο άνθρωπος όμως τον έβιαζε λαχανιασμένος· τον τραβούσε απ' το ράσο. — Καλά, ευλογημένε, έφτασα· μην κάνης έτσι!
Σωκράτης Τουλάχιστον, αυτό το γνωρίζω καλά, πως δεν ήτο ούτε ο Ευθύδημος ούτε ο Διονυσόδωρος που τα είπε· αλλά, ευλογημένε μου Κρίτων, μήπως λες να ήτανε παρόν κανένα από τα υπέρτερα όντα και τα είπε εκείνα τα λόγια; διότι, ότι τα ήκουσα, αυτό τουλάχιστον είμαι απολύτως βέβαιος.
— Κέφι που τώχεις, ευλογημένε! έλεγεν η κυρά Μαριώ, νανουρίζουσα ηρέμα το βρέφος της, — διότι είχε και βρέφος η ευλογημένη. — Κέφι που τώχεις! Δεν πέφτεις να πλαγιάσης, που είσαι κουρασμένος, μόνον κάθεσαι και. . . . Κτύπος δυνατός εις την εξώθυραν διέκοψε της Δημήτραινας την φράσιν και του Δημήτρη την μουσικήν. — Ποιος νάνε τέτοια ώρα! είπεν ούτος, αποθέτων το όργανον του και εγειρόμενος.
— Έχεις λοιπόν την ιδέα, Πάτερ-Παρθένιε, πώς θαύρουν έλεος στην ημέρα της Κρίσεως, όσοι δεν έλαβαν το άγιον βάπτισμα της Ορθοδοξίας; Εμένα δεν το χωρεί το κεφάλι μου. Η προπατορική αμαρτία «αποπλύνεται διά του βαπτίσματος». Έτσι μας λένε τα χαρτιά. Ο Παπα-Παρθένης αναστέναξε. — Πώς το θέλεις, ευλογημένε; Είνε πάλι δίκιο να χαθούν τόσοι άνθρωποι, που δεν εγνώρισαν την Αλήθεια; Εκατομμύρια λαός.
Έτσι το κάνουν κι' οι θεοί• για ιδές ταγάλματά τους στα χέρια• σαν ευχόμεθα να δώσουν ταγαθά τους, στέκουν, κι' ανάποδα κρατούν τα χέρια τους αείποτε, όχι να δώσουνε κι' αυτοί, αλλά ν' αρπάξουν τίποτε. Α' ΑΝΗΡ Ευλογημένε άνθρωπε! παραίτησε με τώρα να προετοιμασθώ κ' εγώ• και μη μου τρως την ώρα, να συμμαζέψω τούτα εδώ. . . Πού τώχω το λουρί; Β' ΑΝΗΡ Με τα σωστά σου θα τα πας;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν