Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουλίου 2025


Κι έτσι παραλυμένη κι ασάλευτη απόμεινε με τα μάτια της καρφωμένα ασυνείδητα ίσα στα γυαλιά του παραθυριού, ως που ο ύπνος της έκλεισε βαρειά τα βλέφαρά της.

Παρατηρήστε καλά, πως οι μύτες έγιναν για να φορούν γυαλιά· κ' έτσι έχομε γυαλιά. Τα πόδια είναι ολοφάνερα, κανωμένα για να φορούν παπούτσα, κ' έτσι έχουμε παπούτσα.

Κι' έβαλε στ' αρχοντόμορφο κεφάλι τη φαντούσα περκεφαλιά, που έτσι αγριωπή η αλογόφουντά της πας στην κορφή κυμάτιζε, και πήρε διο αντριωμένα κοντάρια που του πάγαιναν στη δυνατή του χούφτα. 139 Και ναν του ζέψει τ' άλογο τον Αφτομέδο ορίζει, 145 που τον αγάπαε πιο πολύ στερνά απ' τον λοχοσπάστη γιο του Πηλιά, και τα πιστά που τούχε, πως στη μάχη έφοδο οχτρού δε θα σκιαχτεί.

Εις ταύτην την είδησιν αυτοί έμειναν βουβοί, και άλλαξεν η όψις τους ωσάν των νεκρών. Ο γέροντας βλέποντας έτσι αλλαγμένα τα πρόσωπα τους τούς είπεν· αγαπημένοι μου, τι θέλει να ειπή αυτή η σύγχυσις που επάνω σας βλέπω; Α, Κύριε, απεκρίθη ο Τημουρτάς. Ημείς είμασθε εκείνοι που αυτός ζητεί.

Μα, ειπέ μου, εκείνη μου είπε· διατί έχεις την μορφήν σου έτσι νέαν; επίστευα πως ο προφήτης ήτον ένας σεβάσμιος γέρων.

Η εικόνα η ίδια που είχα εδώ χαρεί τόσες φορές στη ρίζα σου γερμένος· μονάχα εσύ κι ο ίσκιος σου χαμένος, άλλο δεν έχει ολόγυρα αλλαχτεί. Κι εμπρός σε τόσην ομορφιά, βαθιά μου σαλεύει κάτι τόσο θλιβερό: έτσι μια μέρα σα χαθώ κι εγώ, τίποτε δε θ' αλλάξη ολόγυρά μου.

Δεν υπάρχει αμφιβολία· είπε ο Μήτρος ο Γλάμης. — Μάλιστα αφού το λέτε σεις το πιστεύουμε· είπε κι ο Θεομίσητος. — Μάλιστα, το λέω γω γιατί είμαι γω· ναι, είμαι Ευμορφόπουλος ! φώναξε δυνατά ο Αριστόδημος. Κ' οι Ευμορφόπουλοι να το ξεύρετε τ' όνειρο και την πράξη τα είχαν ένα· να, έτσι δα, έτσι δα! είπε σφιχτοπλέκοντας τα δάχτυλά του.

Μα αμέτε στην οργή όλοι εσείςφωτιά που να σας κάψει! — που αφτού σαν ψόφιοι, έτσι άδοξα, μου κάθεστε ένας ένας· 100 αφτόν εγώ θ' αρματωθώ ναν τον βαρέσω ατός μου. Το τι θα βγει, είναι στων θεών απάνου εκεί τα χέριαΕίπε, κι' αμέσως φόρεσε την πλούσια αρματωσά του.

Ήμουνα άξιος εγώ να παρουσιάζωμαι στο Θυσιαστήριο του Θεού; Ας όψωνται αυτοί που με παρακίνησαν, έλεγε στους δικούς του, στην παπαδιά, σε κάτι ανηψίδια του. Τι να κάνης; «Και παπάς έγινες, Κώστα; Έτσι τώφερε η κατάρα». Να τρώμε τις προσφορές των χριστιανών και να ντροπιάζωμε την ιερωσύνη. — Πες μου τον καλύτερο! του είπε μια μέρα η παπαδιά. Όλο τον κατακλυσμό φέρνεις...

Και πριν του γύρεβε η καρδιά να πολεμάει τους Τρώες, 135 μα τότες λύσσα τρίδιπλη τον πήρε, σα λιοντάρι που πέρα, αλάργα απ' το χωριό, πηδά αψηλή μια μάντρα να φάει αρνιά πυκνόμαλλα, κι' ο πιστικός τού ρήχνει και το ματώνει, μα νεκρό στον τόπο δεν τ' αφίνει· το πάθος του έτσι πλήθηνε, μα δε βοηθάει κατόπι παρά τρυπώνει εδώ κι' εκεί, κι' έρμα τ' αρνιά σκορπάνε· 140 αφτά τα βλέπεις κατά γης σωρούς σωρούς στρωμένα, και το λιοντάρι απ' το μαντρί πηδάει ξαγριεμένο· με τέτια οργή τους μπήχτηκε των Τρώων κι' ο Διομήδης.

Λέξη Της Ημέρας

συμπάθα·

Άλλοι Ψάχνουν