Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουλίου 2025


Τον ρύστη, Αυτόν που ελεεί κάθε αμαρτωλό και την αιώνια ζωή του δίνει, σε παρακαλώ, αν θες στα πόδια σου να γονατίσω, με δάκρυα να στα ποτίσω, πίστεψέ τον, όπως τον επίστεψε και η Μαγδαληνή Μαρία, κάνοντας έτσι όλη τη Μακεδονία από το θαύμα τούτο νάρθη σε επίγνωσι της αληθείας, και αμβροσία να γεννή το κριθαρόψωμο της εκκλησίας!

Έρχουνται σα χάδι, είναι έτσι όπως ένας άντρας κοιτάζει τη γυναίκα του και της λέει: «Για μένα δεν υπάρχει άλλη γυναίκα από σε.» Η γυναίκα μου έπειτα από μια σιγή τόση μικρή, που μόλις την παρατήρησα, ξακολούθησε: — Βέβαια δε σ' ευχαρίστησα ακόμα που μ' έμαθες να πιστεύω ό,τι πιστεύεις και συ, όμως χαίρουμαι γι' αυτό. Δεν μπορείς να το αιστανθής ποτέ. Κάθε μέρα που περνά με κάνει πλουσιότερη.

Και κάτου τότες έπαιρναν οι Δαναοί να φάνε στο πόδι· κι' άμα απόφαγαν, φορούσαν τ' άρματά τους. Αντίκρυ πάλε οπλίζουνταν μες στο καστρί κι' οι Τρώες· 55 πιο λίγοι, κι' έτσι όμως να παν στη μάχη λαχταρούσαν σφιχτή απ' ανάγκη, μη χαθούν τα τέρια, τα παιδιά τους. Κι' όλες οι πόρτες άνοιξαν, κι' όλοι, πεζούρα αμάξια, χύθηκαν όξω, και βουή σηκώθηκε μεγάλη.

ΛΟΥΙΖΑ Θα σου πω, αν θέλης να διασκεδάσης, το παραμύθι του γαϊδάρου ή το μύθο του κόρακα και της αλεπούς, που μου τον έμαθαν προχθές. ΑΡΓΓΑΝ Δεν σου γυρεύω αυτά. ΛΟΥΙΖΑ Μα τι λοιπόν; ΑΡΓΓΑΝ Α! παμπόνηρη! ξαίρεις τι θέλω να πω! ΛΟΥΙΖΑ Όχι, μπαμπά μου. ΑΡΓΓΑΝ Έτσι με υπακούεις; ΛΟΥΙΖΑ Μα τι; ΑΡΓΓΑΝ Δε σου είπα να έρχεσαι να μου λες αμέσως ό,τι βλέπεις; ΛΟΥΙΖΑ Ναι, μπαμπά μου. ΑΡΓΓΑΝ Το έκανες;

Τότε η γοργόποδη Ίριδα τ' απάντησε και τούπε 200 «Έτσι λοιπόν, αφτά να πω, Τραντάχτη μαβρομάλλη, στο Δία θες τα λόγια σουσφιχτά πεισματωμένα — ή θες ν' αλλάξεις; Αλλαχτή του γνωστικού 'ναι η γνώμη. Τους πιο μεγάλους πως βοηθούν το ξέρεις οι ΚακίστρεςΤότες της είπε ο Ποσειδός, ο μαβρομάλλης σείστης 205 «Σωστός πολύ, Ίριδα θεά, ο λόγος σου.

Τότε, μέσα στα σκοτάδια που τον τύλιγαν σαν να άναψε ένα μακρινό φως: η θέληση να παλέψει με το θάνατο. Ξεσκέπασε το πρόσωπό του και μίλησε. «Ντόνα Έστερ, είμαι καλύτερα. Δώστε μου να πιώΈτρεξαν και οι δυο αδελφές και η Νοέμι η ίδια του ανασήκωσε το κεφάλι και του έδωσε να πιεί. «Μπράβο Έφις! Έτσι είναι καλά. Ξέρεις τι θα γίνει σήμερα

Έτσι έκαμα την οδοιπορία της επιστροφής οπλισμένος, μένα ελαφρό μονόκαννο τουφέκι, δικό μου, κη χαρά μου ήτο μεγάλη. Στο δρόμο δε μας έτυχε τίποτε· αλλ' όταν φθάσαμε στο χωριό, μάθαμε πολύ δυσάρεστα πράμματα για το Βαγγελιό. Στην απουσία μας είχεν έρθει από την πόλη ένας γιατρός.

Έτσι έλυωνε του Νίκου η ψυχή κι όλο το κορμί του άνοιγε σε μύρια στόματα για μύρια το καθένα του φιλιά. . . . Κι όχι μονάχ’ αυτοί οι δυο. Όχι! «Τα παιδάκια» ! πολεμούσαν άλλοι να τους μουλώξουνε με τις φωνές τους Όχι το «μαρινάτοΌχι!

Καθώς η ωραία Αροούγια δεν είχε μεγαλύτερην επιθυμίαν να ευχαριστήση τον βεζύρην απ' ότι ευχαρίστησε τους άλλους, έτσι εμίσευσε και από αυτόν πολλά θλιμμένη, και ήλθεν εις το σπήτι της. Ω, Βανάη, είπε, του ανδρός της, τίποτα πλέον δεν ημπορούμεν να ελπίσωμεν.

Κι' έτσι έβλεπε το κόψιμο του ψωμιού και δεν έλεγε τίποτε. Αλλ' ο άρχοντας βλέποντας τον έτσι απερίεργο, τον ρώτησε: — Δεν βλέπεις τίποτε παράξενο εδώ μέσα; — Όχι! Του απάντησε ο Ξενιτεμένος. Πάλι τον ερώτησε το ίδιο ο άρχοντας και πάλι αυτός του απάντησε το ίδιο. Τον ρώτησε και τρίτη και τετάρτη φορά και την ίδια την απάντηση λάβαινε.

Λέξη Της Ημέρας

συμπάθα·

Άλλοι Ψάχνουν