Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Ιουνίου 2025


Εγώ όμως διά τύχην μου εις αυτό το αναμεταξύ ηύρα ένα αηδόνι ψόφιον, το οποίον το ανάζησα δίδοντας τες αίσθησές μου εις αυτό. Και υποκάτω εις αυτήν την νέαν μορφήν επέταξα προς το παλάτι του εχθρού μου, και επήγα και εκάθησα επάνω εις ένα δένδρον που ήτον εμπρός εις τα παράθυρα της αγαπημένης μου Ζεμπρούδας.

Πλησίασε ω νέε, αυτή μου λέγει, έλα να καθήσης κοντά μου, έχω να σου μιλήσω πράγματα που θέλει σε χαροποιήσουν, διά το άντεμα που έκαμες εις τας χείρας του βασιλέως πατρός μου· Εγώ αφού και την επροσκύνησα, επήγα και εκάθησα κοντά της.

Εκάθησα εις έναν ίσκιον δύο πατήματα μακράν από αυτό, και εις το μεταξύ που αναπαυόμουν, ήκουσα αιφνιδίως μίαν φωνήν, που μου λέγει· υιέ του Αδάμ, εσύ έφθασες εδώ εις καλόν καιρόν διά εμένα και διά εσένα.

Εχρειάσθηκα εξ ανάγκης διά να υπακούσω τούτο το φοβερώτατον τελώνιον, με όλον που η θεωρία του δεν μου έδιδε καλήν ελπίδα, και επήγα και εκάθησα κοντά του.

Εκάθησα επί κορμού ελαίας εις του τοίχου την σκιάν και επερίμενα βλέπων την στροφήν του δρόμου, όθεν ήλπιζα να προβάλη εντός ολίγου ο Παντελής επιστρέφων. Ήτο ησυχία περί εμέ άκρα και μόνοι οι τέττιγες, ενθουσιώντες υπό τας ακτίνας του ηλίου, διέκοπτον της εξοχής την σιωπήν. Αίφνης γέλωτες παιδικοί αντήχησαν πλησίον μου.

Εφανερώθη ευθύς εις τους οφθαλμούς μου ένα λιβάδι γεμάτον από διαφόρων λογιών λουλούδια και άνθη, που δεν είχα μεταϊδεί, και δένδρα φορτωμένα από ωραίους καρπούς· επλησίασα εις ένα από αυτά τα δένδρα, και έφαγα από τον καρπούς τους, έπειτα εκάθησα εις τα χόρτα διά να αναπαυθώ ολίγον, και απεκοιμήθηκα εις ένα βαθύτατον ύπνον.

Ήτον η πρώτη φορά καθ' ην έβλεπον τον Εφέντην εις τον οίκον του. Ύστερον από τόσους αγώνας υπέρ ημών, δίκαιον ήτο να δειχθώ προς αυτόν όσον οίον τε φιλοφρονητικός και ευγνώμων, προ πάντων, αφού έβλεπον πόσον ηθύμει διά την ακαρπίαν των αγώνων εκείνων. Εκάθησα λοιπόν παρ' αυτώ, και ηρξάμεθα οικείως συνδιαλεγόμενοι επί διαφόρων θεμάτων, κυρίως πολιτικών.

Εβγήκα το λοιπόν εκείνην την ιδίαν στιγμήν και επήγα εις την ρίζαν του βουνού, και εκάθησα αποκάτω εις κάποιες τριανταφυλιές που ευωδίαζαν τον τόπον, και εκεί απεφάσισα διά να μείνω εκείνην την νύκτα, έως να έλθουν τα ξημερώματα, που έμελλε να ανοίξη η πόρτα διά να έμπω μέσα εις το σπήλαιον.

Ο Ευκράτης μου ένευσε να καθήσω πλησίον του εις το κρεβάτι και εχαμήλωσε την φωνήν του κατά τον τρόπον των αρρώστων όταν με είδε, αν και όταν έμβαινα τον ήκουσα να λέγη κάτι τι με φωνήν δυνατήν. Εγώ δε με πολλήν προσοχήν, μήπως εγγίσω τα πόδια του και με τας συνήθεις δικαιολογίας, ότι δεν εγνώριζα πως ήτο άρρωστος και ότι μόλις το έμαθα έτρεξα κ' επήγα, εκάθησα πλησίον του.

Φωτιά ήτον αναμμένη εις το προαύλιον. Γυναίκες και παιδία εθερμαίνοντο εις το πυρ. Έκαμνε ψύχραν. — Πέτε μας καμμίαν ιστορίαν για κανένα στοιχειό, χριστιανοί, είπα εγώ, και εκάθησα πλησίον εις το πυρ. Εδώ στο σπίτια, τον κατήφορο, πόσα στοιχειά έβλεπα τον παλαιόν καιρόν! Πού κείνα τα χρόνια!

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν