Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025
Ενώ δε έμελλον να πολεμήσωσιν, έπεμψεν ο Σιτάλκης προς τον Οκταμασάδην και τω είπε· «Τι ανάγκη να μετρηθώμεν προς αλλήλους; Είσαι υιός της αδελφής μου και έχεις μετά σου τον αδελφόν μου· δος μοι αυτόν και σοι παραδίδω τον Σκύλην, και τοιουτοτρόπως μήτε ο στρατός σου να κινδυνεύση μήτε ο στρατός μου.» Αυτά έλεγεν ο Σιτάλκης πέμψας κήρυκα, διότι ευρίσκετο παρά τω Οκταμασάδη αδελφός τις του Σιτάλκου φυγάς.
— Πού υπήγατε δύο φοραίς με τον πατέρα μου; Ο Λάκων εδίστασεν επί στιγμήν και είτα είπε· — Δεν έλεγες τώρα ότι εγώ δεν λέγω πάντοτε την αλήθειαν; — Ναι. — Λοιπόν τότε τι μ' ερωτάς, αφού δεν ξεύρεις αν θα πω αλήθειαν; — Σωστά. — Και αν πρέπει να με πιστεύσης ή όχι; — Βέβαια. — Ώστε, αφού απ' αρχής με βγάζεις ψεύστην, τότε τι ειμπορώ να σου πω; — Έχεις δίκαιον.
Και αυτός, αφού το έλαβε και παρά πολύ γαλήνιος, Εχεκράτη, χωρίς διόλου να τρέμη, ούτε ν' αλλάξη το χρώμα του, ούτε η όψις του προσώπου του, αλλά καθώς συνήθιζε, κυττάξας με σταθερότητα προς τον άνθρωπον είπε· Τι λέγεις δι' αυτό το ποτόν, επιτρέπεται να κάμωμεν σπονδήν από αυτό εις κάποιον ή όχι; Τρίβομεν τόσον, ω Σώκρατες, είπεν, όσον νομίζομεν ότι είναι αρκετόν, διά να πίη κανείς.
Αλλ' αίφνης ήλθεν εις τον νουν του η ιδέα ότι και αν όλα αυτά ηδύνατο όπως όπως να τα υποφέρη, δεν θα ηδύνατο όμως να υποφέρη και τα μετά θάνατον. — Ως εδώ καλά, είπε· μα έπειτα; Και ήρχισε να σκέπτηται τόρα την μέλλουσαν ζωήν, την τύχην του σώματος και της ψυχής του.
Ο τοίχος ο καλόκτιστος ψηλόν είχε αντιθύρι, και κάτω απ' το κατώφλιο του στερεού μεγάρου 'ς τον δρόμο πέρασμ' έβγαινε, κλειστό με καλαίς θύραις. κείν' ο Οδυσσέας είχε ειπεί του θείου χοιροτρόφου να το προσέχη από σιμά' κ' έν' έμβασμ' είχε μόνον. 130 ο Αγέλαος τότε ωμίλησε κ' εμπρός εις όλους είπε· «Ω φίλοι, δεν θ' ανέβαινε κανείς εις τ' αντιθύρι φωνή να ρίξη του λαού κ' ευθύς βοή να γείνη; τούτος να μάθ' ότ' έρριξε το υστερινό του βέλος».
Όθεν της είπε· θυγατέρα μου, σφόγγισε τα δάκρυα σου· βλέπω ότι η καρδιά σου κλίνει εις μεταβολήν· σου τάσσω να σε ξεκολλήσω από την δύναμιν του δαίμονος· φθάνει μόνον να μη παρακούης εις τες συμβουλές μου. Τότε η βασιλοπούλα του έταξεν ότι ήτον έτοιμη να κάμη ό,τι την ήθελε προστάξει. Και έτσι φιλώντας το χέρι του Δερβύση, εγύρισεν εις το παλάτι της, γεμάτη από στοχασμούς και φόβον.
— Όχι, όχι, είπε· αν και είναι ανάξιοι σου οι στίχοι ούτοι, ανήκουσιν εις την ανθρωπότητα. Άφες τους εις εμέ. — Επίτρεψόν μοι να σου τους αποστείλω εντός κυτίου της ιδίας μου κατασκευής, απεκρίθη ο Καίσαρ, θλίβων τον Πετρώνιον επί του στήθους του. Και προσέθηκε: — Ναι, έχεις δίκαιον. Η Τροία μου καίει με πυρ φειδωλόν. Είχα πιστεύσει εν τοσούτω ότι εάν εξισούμην με τον Όμηρον, τούτο θα ήρκει.
Επίμενα όμως πάντα να ρίχνω κάτω κατά την προσταγή κρύον, σκληρόν, απελπιστικόν τον λόγο μου: — Τίποτα! — Έτσι; είπε· καλά· φέρε απάνω το 'κόνισμα. Κ' ετίναξε σύγκαιρα τέτοια αγριοβλαστήμια που και το ξύλο &ακόμη ανατρίχιασε. Δεν ήταν άθεος ο καπετάν Δρακόσπιλος ήταν όμως θαλασσινός. Οι βλαστήμιες σ' εμάς είν' ένα από τα προστάγματα που κυβερνιέται το πλεούμενο.
Είπε· και πυρ αδάμαστον άναψε ο Μελανθέας, και το θρονί κοντά 'θεσε κ' έστρωσε αυτού προβεία, κ' έφερε μέσαθε χοντρόν αλείμματος τοπάρι· και αφού καλά το ζέσταναν δοκιμάσαν οι νέοι, χαμένα, και 'ς την δύναμι πολύ κατώτερ' ήσαν. 185 ο Αντίνοος και ο θεόμορφος Ευρύμαχος εμέναν ακόμ', οι ανδρειότεροι και των μνηστήρων πρώτοι.
Η Ρεσπίνα επαίνεσε την γενναιότητα του Αράπη, και του είπε· ο Ουρανός είναι πολλά δίκαιος, διά να σε κάμη μίαν ημέραν να γνωρίσης τον αυτουργόν της κακίας. Τον ευχαρίστησεν έπειτα δι' όσας ευεργεσία της έκαμε μα οπόταν αυτός ηθέλησε να της δώση μίαν σακκούλαν με εκατόν φλωριά του είπε· κράτησε το αργύριόν σου, και άφησέ με εις την πρόνοιαν του Θεού, και αυτή θέλει έχει εις εμέ την φροντίδα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν