Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Μα όλοι στις πολεμίστρες αρματοζωσμένοι στων πύργων τα πορτιά ριχτήτε, πεταχτήτε, γεμίστε τα ταμπούρια, στις σκεπές των πύργων σταθήτε και στα έβγα μένοντας των κάστρων έχετε θάρρος και πολύ μην το φοβάσθε το πλήθος των εχθρών° κι ο θεός δεξιά τα φέρνει. Κ’ εγώ σπιούνους του στρατού και κατασκόπους έστειλα, που πιστεύω δεν θ’ αργοπορήσουν° κ’ έτσι με δόλο να πιαστώ φόβος δεν είναι.

Έχομεν εδώ ένα κρεμανταλάν, είπεν ένας κοντόχονδρος κύριος καθήμενος εις τα δεξιά μου, ένα κρεμανταλάν, ο οποίος εφαντάζετο ότι ήτο τσαγιέρα. Και εν παρενθέσει, δεν είναι παράξενον πράγμα μεταξύ των άλλων να φωλιάση μια τέτοια τρέλλα εις τον εγκέφαλον των τρελλών; Είναι ζήτημα αν εις όλα τα φρενοκομεία της Γαλλίας δύνασθε να συναντήσετε ένα τρελλόν θεωρούντα εαυτόν τσαγιέραν.

Πλείστα δε άλλα παρόμοια παραδείγματα υπάρχουν και εις τας ηνιοχείας και εις άλλα, από τα οποία ημπορούμεν να εννοήσωμεν, ότι στρεβλώνουν την φύσιν όσοι κάμνουν τα αριστερά αδυνατώτερα από τα δεξιά.

Και οι κορμοί των δέντρων των πλατανιών λυπημένα πρόβαλαν ατέλειωτοι σε κάθε βήμα μας. Τ' άλογα στριφογύριζαν ανεβαίνοντας τόρα ανηφοράκι, ύστερα παίρνοντας κατήφορο, τόρα γυρίζοντας δεξιά, ύστερα αριστερά και πάντα τραβώντας ίσα μπροστά το δρομάκι τους μέσα στην άσωτη, πάντα ρεμματιά. Κάθε τόσο όσοι είμαστε καβάλλα σκύβαμε να περάσουμε από κάτου απ' τα μεγάλα και τεντωμένα προς τη γις κλωνάρια.

Ο σύντροφός σου εφονεύθη και συ επληγώθης. Ημείς δεν πταίομεν, αλλά θα μας πατάξουν οι νόμοι με την αυστηρότητά των. — Μη φοβείσθε διωγμούς, απήντησεν ο Βινίκιος. Εγώ θα σας προστατεύσω. Ο Κρίσπος δεν ήθελε να του είπη ότι εδυσπίστει προς αυτόν. — Αυθέντα, εξηκολούθησεν ο Κρίσπος, η δεξιά σου χειρ είναι υγιής. Ιδού πινακίδες και κάλαμος!

Πολύ διάφορα ήσαν τα αισθήματα με τα οποία ο Μέγας Αρχιερεύς, ο καθίσας εν δεξιά του θρόνου της μεγαλωσύνης εν υψηλοίς, ο όσιος, άκακος, αμίαντος, ο μη έχων ανάγκην υπέρ των ιδίων αμαρτιών να προσφέρη θυσίας, «τούτο γαρ εποίησεν εφάπαξ Εαυτόν ανενέγκας», ανέβαινε τώρα τα βραχώδη υψώματα του μεγάλου όρους.

Ο Μιλέζος με το κεφάλι γερμένο δεξιά ανακάτεψε σκεφτικός τα χαρτιά κοιτάζοντας πότε τον ένα πότε τον άλλο από τους συντρόφους του. «Στα πόσα η μίζα;» «Πενήντα λιρέτες», απάντησε ο Τζατσίντο. Έβγαλε το χαρτονόμισμα της τοκογλύφου. Έχασε. Πάνω στο μαύρο λυχνάρι η μικρή γαλαζωπή φλόγα, ακίνητη έμοιαζε με το φεγγάρι πάνω από τα ερείπια του πύργου. Κεφάλαιο ένατο

Εγώ θυμήθηκα πως είπε ότι το όνομά μου ήτο γραμμένον εις ένα τοίχον του Κεραμεικού και έπεμψα την υπηρέτριαν μου την Ακίδα να ιδή αν αυτό είνε αλήθεια• το μόνον δε που είδε είνε ότι δεξιά όπως μπαίνομεν εις το Δίπυλον ήτο γραμμένο στον τοίχο «Η Μέλισσα αγαπά τον Ερμότιμον» και από κάτω «Ο ναύκληρος Ερμότιμος αγαπά την Μέλισσαν». ΒΑΚΧ. Τι κάνουν αυτοί οι νέοι!

Εις το Ηράκλειον της Κρήτης ήτο προ ετών ένας τρελλός Τούρκος, ο οποίος εξηρεθίζετο και ύβριζε και ελιθοβόλει οσάκις του απηύθυνον το επιφώνημα «Ζιτ! ζιτ!». Άμα ενεφανίζετο εις την Πλατειάν Στράταν, τα ερεθιστικά επιφωνήματα απετέλουν δαιμονιώδη βόμβον εκατέρωθεν. Ο δε παράφρων, ως κεντριζόμενος υπό οίστρου, εγίνετο έξαλλος και έτρεχεν υβρίζων ή και λιθοβολών δεξιά και αριστερά.

Να ξενυχτήσω Να μη χαθώ. Αποριμμένο Σε άγρια αγκάθια, Πικρά μου χάδια Και ξενητιαίς. Θρηνόντας μένω, Και εκεί διαβαίνω Κακαίς νυχτιαίς. Κι' εκεί που στέκω Μαμουριασμένο, Και μαραμένο Θρηνολογώ, Νια, βλέπω, βγαίνει. Νια αρματομένη, Σαν κυνηγό. Βαστάει δίχτια, Δίχτια ασημένια, Συρματερένια Στ' αριστερό Και στη δεξιά της, Με τ' άρματά της, Κλουβί αργυρό.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν