Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025


Τρίκλωνο δέντρο, που τόρριξε το ποτάμι και το συνεπήρε, κι αφήκε την άχαρη αυτή ρίζα. Μήτε βογκητό δεν ακούγω! μήτε μάννα δε φωνάζουν πια τα χειλάκια τους! Έχουνε δεν έχουνε μάννα, το ίδιο τους κάνει τώρα.

Και καθώς φουσκωμένο ποτάμι συνεπαίρνει και κατεβάζει στους αγρούς από γέρικα βουνά και δάση πολύτιμο υλικό, και δυναμώνει τη γης και της φέρνει νέα βλάστηση και νέο καρπό, έτσι κ' οι δικές μας οι παραζάλες, από τους Μακεδόνους και κάτω, κατεβάσανε στην Ανατολή ταπομεινάρια της Ελληνικής ζωής, κ' έρριξαν εκεί παχύ καταπάτι για το δέντρο που μόλις φύτρωσε, κι άρχισε να θεριεύη και ν' απλώνη παντού τα σωτήρια κλωνιά του.

Κι’ εμπρός του τον Πολιτισμό δειλά γονατισμένο, Να σκύβη το κεφάλι του και να τον προσκυνάη. Κι’ εκεί οπού αργοτέλειονε τ’ ωριόπλουμο μαντήλι, Όλη τη γνώση βάνοντας κι’ όλη την εξυπνάδα, Να σου και μπαίνει ο Κωσταντής, αρματοφορεμένος, Με τη χαρά στο πρόσωπο, γλυκά ζωγραφισμένη, Και την αγάπη στην καρδιά, σα ριζωμένο δέντρο : — Καλή σου μέρα.

Ένα αηδόνι τραγουδούσε στο μοναχικό δέντρο που επάνω του παρέμενε ακόμη διάχυτος ο καπνός.

Γι' αυτόν ανοίγει τα φτερά της η πεταλούδα της ωραίας μας στιγμής. Γι' αυτόν ανθίζουν οι κρίνοι των κυμάτων στο αλέτρι της πλώρης. Δόξα στον πόνο! Γι' αυτόν απ' το δέντρο της ζωής μας πέφτουν αργά τα χρυσά φύλλα της πείρας και της υποταγής. Τον ήλιο σκλαβώνουν οι ζωγράφοι και διηγούνται τα έργα του. Στα χιόνια των μαρμάρων κατοικούν οι ευγενικές του μορφές. Στη σιωπή ανθίζουν οι αιώνιες ιδέες του.

Κάλλιο να μπαίνης στο περιβόλι, να κοιτάζης το δέντρο, και να κόβης από τα κλωνιά του το πωρικό, παρά να τρέχης να το χαρής κομμένο στο πιάτο.

Όταν έφτασε στο κάτω μέρος τον βράχον, κάθησε ξεψυχισμένη κέβλεπα το στήθος της νανατινάσεται με αγωνία. Έτρεξα να πάω κοντά της, αλλά μούγνεψε με το χέρι να μείνω εκεί πούμουν. Έμεινε κάμποση ώρα στην ίδια θέση κέπειτα σιγά σιγά ανέβηκε το λίγο μέρος του βράχον, για να φτάση έως στο δέντρο. — Δε μπορώ, παιδί μου, είπε με φωνή πολύ αδύνατη και κομμένη. Εγώ, πρέπει, δεν είμαι μπλειο για ζωή.

Το αξίωμα όσα δίνει Στην υπόληψιν ενού, Μόνε λείψη τον αφίνει Μες το πλήθος του κοινού. Το προτέρημα χαρίζει Αναφαίρετη τιμή, Και τον κάνει να αχρήζη, Και παντού να ευδοκιμή. Σε δέντρο απάνω ο Κόρακας εκάθησε απετόντας, Στη μύτη του βαστόντας Μια γρούδα από τυρί. Η Αλουπού διαβαίνοντας Καταλαχού απέκει, Τον βλέπει· κοντοστέκει Η παραπονηρή.

Ίσως τράβηξε κιόλας να πάη να πνίξη κανέναν τότες που ξεκίνησε από το δέντρο που γύρευε ναγκαλιάση σαν του σφάληξε το παράθυρο το κορίτσι. Μωρή, καλά κ' έπαιζαν από την αυγή τα ματόκλαδά μου! Ακούς εσύ, λέει! Λεβέντικες αγάπες ορέχτηκε το παπαδοπαίδι. Κι άμε δεν πάει να φαίνη! Καλά του τάψαλε το κορίτσι, μωρή, όχι σαν και μας, που ξεμυαλιστήκαμε πρι να καλοξέρουμε πούθεέλα, Χριστέ και Παναγιά!

Ο Έφις τιναζόταν σε κάθε χτύπημα και του φαινόταν πως τον λιθοβολούσαν, αλλά μάζευε τα κέρματα με κάποια απληστία, και η κατάληξη ήταν, μόλις τελείωσε το παιχνίδι, να μετανιώσει πάλι και να ντρέπεται. Στο μεταξύ οι γυναίκες προετοίμαζαν το γεύμα. Είχαν ανάψει φωτιά κάτω από ένα απομονωμένο δέντρο και ο καπνός ανακατευόταν με την ομίχλη.

Λέξη Της Ημέρας

δυσαρμονικώς

Άλλοι Ψάχνουν