United States or Austria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Λάθος δεν κάνεις, ξάστερη του Δία 'ναι η βοήθια, 490 και σ' όσους θέλει την τιμή της νίκης να χαρίσει κι' όσους αφίνει αβοηθήτους δίχως καρδιά και θάρρος, σαν όπως τώρα εμάς βοηθάει και τους οχτρούς δειλιάζει. Μον πολεμάτε αχώριστοι εδώ μπροστά στα πλοία! Κι' όπιος νεκρός από σπαθί για από κοντάρι πέσει, 495 ας πέσει!

Μα ας μείνει ο Αχιλιάς ως τότε εδώ κιας βιάζεται για μάχη, μείνετε κι' όλοι αχώριστοι οι άλλοι ως που να φτάσουν 190 τα δώρα εδώ όξω και πιστά να σφάξουμε ορκιστήρια.

Επειδή το σπίτι των απ' οπίσω είχεν ένα κήπον αρκετά εκτεταμένον, οπού και δι' αυτό ωνομάσθη, ολίγον πτωχαλαζωνικώς, να ειπούμε την αλήθειαν, «Μεγάλος Κήπος». Το ψαλλίδι και ο Αντωνέλλος ήσαν αχώριστοι. Και όταν εκάθητο, το εκρατούσε προτεταμένον και ανοικτόν, ωσάν να του έλεγε. — Ησύχασε και θα σε μεταχειρισθώ γρήγορα δε θα σ' αφήκω να στενοχωρηθής.

Αγαπημένοι, αχώριστοι, μονάχοι μας να ζούμε, Κι' αν θα χαθούμε, πάλ' οι δυο μαζί μας να χαθούμε... ..................................................... Κάποιος διαβάτης με καιρό διαλάλησε μια μέρα, Ότι σ' απόκρυφην ερμιάν εύρε χρυσή φλογέρα. — Μάνα, πάρ' της ευχαίς και τ' άγια λείψανα, Τι δεν μπορούν να γειάνουν την αρρώστεια μου. Δεν είν' ούτε από πόνον ούτε από Ξωθιαίς.

Είχον παρέλθει δέκα ημέραι αφ' ης ο Δημήτρης έφθασεν εις την καλύβαν του Νάσου και της Μπήλιως. Η χαρά με την οποίαν τον υπεδέχθησαν την πρώτην ημέραν, διετηρείτο ακόμη ακμαία και απροσποίητος · έτρωγον εις την αυτήν τάβλαν κ' εκοιμώντο εις την ιδίαν καλύβαν, αχώριστοι. Όσην φιλίαν ησθάνετο πριν ο γέρω Βαγγέλης διά τον Δημήτρην, την αυτήν ησθάνοντο τόρα και η κόρη και ο γαμβρός του.

Ο Κατζαντώνης πώδειχνε με κρυφοπερηφάνιατα κόκκαλά του το σφυρί... Ο Δίπλαςτο πλευρό του. Ο Αλέξης ο Καλόγερος, οι Κατζικογιανναίοι, Αχώριστοιτο σκοτωμό, 'ς το μνήμ' αδερφωμένοι. Της Λάμιας ο σταυραητός πλακόνει ο Χρήστος Γρίβας. Σε φλογισμένο σύγνεφο διαβαίνει θρονιασμένος Εμπρόςτο Διάκο ο Σαμουήλ, της Κιάφας ο προφήτης.

ΦΙΛΟΣ. Αλλ' ημείς έχομεν ανάγκην να λάβης μέρος εις την δίκην διά να καταγγείλης και τα καθέκαστα. ΑΛΗΘ. Λοιπόν θα συμπαραλάβω και αυτάς τας δύο θεραπαινίδας, αι οποίαι μου είνε αχώριστοι. ΦΙΛΟΣ. Και όσας άλλας θέλεις. ΑΛΗΘ. Ακολουθήτε λοιπόν, Ελευθερία και Παρρησία, διά να προσπαθήσωμεν να σώσωμεν αυτόν τον ταλαίπωρον άνθρωπον, ο οποίος είνε θιασώτης μας και κινδυνεύει χωρίς δικαίαν αφορμήν.

Φωτιά να κάψη τα φλωριά, τα γρόσια του γονιού μου, Λύκος να φάη τα πρόβατα κ' εκείνον τ' αγριοπούλια. Το χωρισμό σου δε φτουρώ, και δε βαστάω τον πόνο.... 'Στήν αγκαλιά σου πάρε με, αν μ' αγαπάς ακόμα, Κ' έλα να φύγουμε μακρυά, να πάμεάλλον τόπο. Αχώριστοι να ζούμε οι δυο, με μια καρδιά, μια αγάπη.

Είπε, κι' ο λόγος δάγκασε τον Έχτορα στα σπλάχνα, και πήδηξε οχ' τ' αμάξι εφτύς αρματωμένος χάμου, και σιώντας τα διο στομωτά κοντάρια, ολούθε τρέχει 495 δίνοντας θάρρος, κι' άναψε πεισματωμένη μάχη. Γυρνάν οι Τρώες, τους οχτρούς με θάρρος αντικρύζουν, μα αχώριστοι κι' οι Δαναοί βαστούν και δεν τσακάνε.

Ο Πανάγος κι ο Μιχάλης είταν πρώτ' αξαδέρφια συγγένεια, μα στην αγάπη και στην ξεφαντωσιά πιώτερο παρ' αδέρφια. Τίποτις δεν καταπιάνουνταν ο ένας, δίχως να το πρωτοπή του αλλουνού. Κατάντησε να τους λένε τους δυο τους «διπλάρια», ή κάτι τέτοιο. Όπου ο ένας, εκεί κι ο άλλος, μα γλέντι είτανε, μα κυνήγι, πόλεμος, σκοτωμός. Αχώριστοι σ' όλα τους.