Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
Ο Έφις ακολουθούσε κι αυτός, αλλά έτρεμαν τα πόδια του, ένας πέπλος κάλυπτε τα μάτια του. «Τώρα θα συλλάβουν κι εμένα και θα μάθουν ποιος είμαι, θα τα μάθουν όλα για μένα κα θα με καταδικάσουν.» Κανείς όμως δεν του έδινε σημασία και αφού έκλεισαν τους δυο τυφλούς στην καζάρμα ο κόσμος διαλύθηκε κι εκείνος απόμεινε μόνος, σε απόσταση, καθισμένος επάνω σε μια πέτρα να περιμένει.
Είπαμε παραπάνω κάτι για τα «πρεσβεία» που της έδινε της Ρώμης η σύνοδο της Χαλκηδόνας, σαν πρωτοβασιλεύουσα που είτανε.
Εκείνη μας έλεγε να προσέξουμε στην ωραία όψη που έδινε γύρω το φως της σελήνης, το οποίον εις το τέλος των σειρών των οξυών εφώτιζεν όλον το προ ημών κλιμακοειδές μέρος — λαμπρόν θέαμα που ήτο τόσο μάλλον εκπληκτικόν όσο γύρω μας περιέβαλλε βαθύ σκότος.
Εφτύς νερό τους έχυσαν οι κράχτες να νιφτούνε, κι' οι νιοί κροντήρια με πιοτό γιομίσανε ως τα χείλια, 175 κι' όλους κερνούνε, απ' τους θεούς με τα καφκιά αρχινώντας Και στάξοντας, σαν ήπιανε όσο η καρδιά ζητούσε, σηκώνουνται απ' του βασιλιά να πάνε την καλύβα, ενώ πολλές τους έδινε ο Μέστορας ορμήνιες, όλα λεφτολογώντας τους, μα του Δυσσέα πρώτα 180 τούλεγε και του σύσταινε ότι μπορεί να κάνει και του Πηλιά τον άξιο γιο να φέρει στα νερά τους.
Ανασηκώθηκε και κάθισε αγκαλιάζοντας τα γόνατα με τα μπράτσα του κάνοντας τον ακατάδεχτο στην αρχή και παίρνοντας στη συνέχεια τη ζωγραφισμένη νεροκολοκύθα γεμάτη κίτρινο κρασί που του πρόσφερε ο υπηρέτης. Τελικά ήπιε: ήταν γλυκό κρασί και αρωματικό όπως το κεχριμπάρι και πίνοντάς το έτσι, από το στενό στόμιο της νεροκολοκύθας, του έδινε σχεδόν μια αίσθηση ηδονής.
Στο παιχνίδι των παιδιών επήρε μέρος και ο 'γούμενος· έδινε σπρωξιές στα παιδιά και τα ρίχνε στο σωρό απάνω, τα εβουτούσε μέσα, κ' εξεκαρδιζότανε στα γέλοια. Σε λιγάκι εφώναξε το πιο τολμηρό παιδί.
Έπειτα — κι' αυτή είναι η πειο πνευματώδης κι' η λεπτότερη προσπάθεια της τέχνης του — δοκίμασε να δώση σ' όλα αυτά τα σκόρπια μέρη τη φόρμα και το χρώμα που θα τους έδινε ο Μπερούλ.
— Εάν δεν είχαν κρεμάσει τον Παγγλώσση, είπεν ο Αγαθούλης, θα μας έδινε καλή συμβουλή σ' αυτή μας την απόγνωση, γιατί τανε μέγας φιλόσοφος. Τώρα που λείπει, ας συμβουλευτούμε τη γριά. Ήτανε πολύ μυαλωμένη κι άρχισε να λέγη τη γνώμη της, όταν μια άλλη θύρα ανοίγει. Ήτανε μια μετά τα μεσάνυχτα, άρχιζε η Κυριακή. Αυτή η μέρα ανήκε στο σεβασμιώτατο Ιεροξεταστή.
Λες κ' ήταν λυμένη, ξεβιδωμένη από τους αρμούς της. Άλλη κίνηση έδινε στο κεφάλι. Μπροστά πίσω, πέρα, δώθε. Σαν νάταν ξεκολλημένο απάνω από το ραχοκόκαλο. Άλλη έδινε στα μεστωμένα και χυμερά της στήθια, στα αφράτα και φουσκωμένα μαστάρια της. Καταμπροστά, καταπίσω, δεξιά, αριστερά. Τρεμουλιαστή, άσεμνη, νεβρική, ξελιγωμένη, υστερική.
Ξέφραγο ήταν το χτήμα κι αράδιαζαν οι στρατοκόποι μερόνυχτα. Εκείνος τους έβλεπε και δεν έδινε πεντάρα. — Ας πάρη ο κοσμάκης, έλεγε στη μάννα του που του παραπονιόταν βρίσκει και παίρνει. Γιατί ο Θεός έκαμε τους πλούσιους, παρά για να κυβερνιώνται οι φτωχοί; Μα σαν έβλεπε κανένα ζωντανό της Ελπίδας φρένιαζε από το κακό του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν