United States or Estonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτά τα λόγια, που ήκουε ταχτικά, όσες φορές έδινε το γράμμα της να της το διαβάση ο παπάς, ξανάνειοναν την υπομονή της στα στήθια της, και παίρνοντας καινούργιο θάρρος έλεγε μέσα της: — Ο Κώστας μου μ' αγαπάει... δε γίνεται να με λησμονήση! Θάρθη μια μέρα!

Μου φάνηκε σαν αβρότερη και νιότερη κ' η γαλήνη, που είχε απλωθεί στη θέση της προτητερινής της ζωηρής ανησυχίας, έδινε σε κάθε κίνημά της μια κάποια στοργή γεμάτη εμπιστοσύνη, που μου προξενούσε ευτυχία μαζί και πόνο.

Τα χωράφια, τα βοσκοτόπια, τα βουνά και τα ποτάμια όλα ελεύθερα. Κ' έναν Ευμορφόπουλο, θες τον ίδιοαχ μακάρι! — θες το γιο του, ας είναι και τ' αγγόνι του αφέντη απάνω σ' εκείνα. Αφέντη τρανόν και δοξασμένον, όπως οι πάπποι του. Αλήθεια, τ' είνε μια ζωή για τέτοιο κατόρθωμα! Χίλιες να είχε και τις χίλιες τις έδινε. Με αυτόν τον πόθο έκλεισε τα μάτια ο Αντρέας ο Ευμορφόπουλος.

Νομίζεις πως την έστειλεν επίτηδες ο Θεός για να μας συνηθίση στη νύχτα του τάφου. Άξαφνα εκεί που ετρομπάριζα ακούω τον ναύκληρο κάτι να σφυρίζη στο αυτί του καπετάνιου. Αυτιάζομαι. Οι παλαιοί ναύτες του καραβιού έλειπαν όλοι. Ακόμη έμαθα πως το μπάρκο ήταν Ιταλικό κ' ευθύς μου ήρθαν της νύχτας οι φωνές, που μέσα στον αναβρασμό τους έδινε την έννοια που ήθελε η ζαλισμένη φαντασία μου!

Τέλος πλησίαζε η μέρα, που την περιμέναμε καιρό, η μέρα, που έμελλε να γεννηθή το τέκνο μας και να βγη στο φως το μυστικό, που μου είχε μπιστευτεί από καιρό η γυναίκα μου, το μυστικό που έδινε στην ψυχή της ένταση και στην ελπίδα της φτερά κ' έμελλε να ξαναφέρη την ευτυχία στο σπίτι μας. Το προαίστημα αυτό έκαμε τόσο φωτεινό το καλοκαίρι μας, έτσι τουλάχιστο το βλέπω τώρα.

Μαζί του αγωνίστηκε το μεγάλο αγώνα του λυτρωμού, και μαζί του απόλαψε τη χαρά και τη δόξα που φέρνει πάντα η νίκη. Φυσικά όμως δεν έμενε κ' ευχαριστημένη από το αποτέλεσμα. Θες από τον άντρα, θες από τα παιδιά της επερίμενε τον τελειωτικό θρίαμβο. Και τον περίμενε ανυπόμονα. Πάντα όμως δεν έδινε τόση βάση στα λόγια του μικρού. Η παιδιάτικη υπόσχεσή του την συγκινούσε, αλλά δεν την έπειθε.

Και μέσα εκεί σαν σε λεβέτι αγάνωτο έβραζε και το ανακάτωνε για χρόνια ως που το έρριχνεν έξω φαρμάκι και χολή. Ο Ανέστης όμως δεν έδινε προσοχή σ' αυτόν τον χαραχτήρα του συντρόφου του. Όταν ήθελε να γελάσηκαι το ήθελε τόσο συχνά ο αγιοχώματος! — έλεγε τον λόγο του, αδιάφορο και αν επλήγωνε κανένα. Είχε να ειπή για τους Κεφαλλωνίτες όπως και για κάθε τόπο της Ελλάδας.

Άνοιγε τα μεγάλα γαλανά μάτια του όσο πλατήτερα μπορούσε, έδινε φιλιά με το μικρό ρόδινο στόμα, έβαζε όλα τα δυνατά του. Ήθελε κι αυτός ένα βιβλίο. — Μα ο Νέννε δεν ξέρει να διαβάση. Ο λόγος αυτός δεν του έκαμε καμμιάν εντύπωση. Έτρεχε πέρα δώθε στις κάμαρες και το μικρό του ζωηρό πρόσωπο είταν κατακόκκινο. Ο Ούλοφ πήρε βιβλίο, ο Σβάντε το ίδιο. Γιατί να μην πάρη κι ο Σβεν;