Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025
Α π ο φ υ γ ή Μου είπε γνώριμος, απαριθμόντας Για τον Κοκρόγλωσσο, κακά πολλά. Του αποκρίθηκα χαμογελόντας, Λες δικαιότατα, μιλείς καλά. Μον τι πειράζεσαι στο φέρσιμό του Μη δεν τον γνώρισες καμμιά φορά; Αν του εδόθηκε για φυσικό του Να κρίνη άτζαλα, και βρομερά. Μ' οχτρούς και φίλους του να ωμιλήση, Ή μ' όπιον έλαχε να πρωτοϊδή, Κακά ενάντια τους θα τζαμπουνίσει, Σα να τον ξύλιζαν με το ραβδί.
Αποκρίθηκε ο Εφημέριος πως είνε μια κόρη μαζώχτρα που τώρα και μερικές μέρες τόρριξ' εκεί απάνω εξ αιτίας λέει που ζητούσε το μακαρίτη τον κυρ Πανάγο να την πάρη, και την πειράζανε καθώς φαίνεται οι άλλες οι δουλεύτρες, και πήγε κι αυτή και μεροδούλευε στα τούρκικα τα δέντρα· και πως εξ αιτίας πάλε που την έβρισε κάποιος άλλος, κόλλησε στα τούρκικα μια και καλή, κ' έρχεται μονάχα, λέει, μια φορά το μερόνυχτο και φέρνει της θειας της ψωμί κ' ελιές.
Αυτό θα μου κατεξέσχιζε την καρδιά. Προς τούτοις είναι τόσο τίμιος, και δεν εφίλησεν ούτε μια φορά την Καρολίνα μπροστά μου. Γι' αυτό ας τον ανταμείψη ο Θεός! Για το σέβας που έχει στην κόρη πρέπει να τον αγαπώ.
Κι αυτή όλο μ' ευχαριστούσε και μου χαμογελούσε γλυκά, κ' εγώ, αμίλητος πάντα, όλο ανατρίχιαζα γλυκότερα μέσα μου. Κάποτε τη ρώτησα στο δρόμο να μου ειπή πού χτύπησε. — Πουθενά, μώλεγε αυτή συμπαθητικά. Αλλ' από τ' αλαφρό σούφρωμα τ' άμορφου προσώπου της κι από το συχνό βάλσιμο του χεριού της στη μέση, κατά τα νεφρά, ένοιωθα 'γω ότι χτύπησε κι ότι πονούσε και τόκρυφτε. Όσο που της είπα μια φορά.
Μήτε κι' οι Τρώες μπόρεσαν τους Αχαιούς να σπάσουν κι' ως στα καλύβια μια φορά και πλοία να ζυγώσουν. 409 Γιατί τους λόχους σφίγγοντας βαστούσαν λες σα βράχος 618 μεγάλος κρεμαστός μπροστά σε θάλασσα οργισμένη, άσειστος βράχος κιας βογγάει τριγύρω ανεμοζάλη 620 κι' άπαφτα ας του ξερνάει αφρούς το κύμα θεριεμένο· έτσι έστεκαν κι' αφτοί άσειστοι και βήμα δεν κουνούσαν.
Μου έδωσε το γράμμα και δε θέλησα να το διαβάσω, να μη θαρρή πως δεν την πιστέβω· εκείνη να μου πη τι είχε μέσα. Με κοίταξε και με πήρε από το χέρι κι ανεβήκαμε λιγάκι, και πήγαμε να καθήσουμε εκεί απάνω, στη θάλασσα μπροστά. Καθήσαμε στην ίδια θέση που την είχα φιλημένη πρώτη φορά. Έλεγε σε δυο ώρες να βραδυάση κι αργοπορούσε. Άστραφτε το καλοκαίρι.
Και πρέπει να το κατάλαβαν πια τώρα πως πολύ φόβο δεν είχανε από την Ελλάδα, επειδή στα 267 έκαμαν την εκστρατεία τους πιο ξέθαρρα και με μεγαλήτερη φαντασία. Πρώτη φορά που πατήσανε βάρβαροι ελληνικό χώμα ύστερ' από τόσους αιώνες!
ΙΩΝ Μήπως κ' εγώ δεν θέλησα για να σκοτώσω εσένα; ΚΡΕΟΥΣΑ Και τότε η τύχη ήταν σκληρή και τώρα είνε το ίδιο• κυλιόμαστε κάθε φορά απ' τη χαρά στη λύπη, κι αλλάζουνε οι άνεμοι. Η περασμένες φθάνουν η δυστυχίες, ως εδώ! Και τώρα, ώ παιδί μου, άνεμος ήλθε βοηθός που απ' το κακό μας βγάζει. ΧΟΡΟΣ Απ' όσα βγαίνουν τώρα, κανείς ας μη νομίση πως δεν θαρθή κ' η ώρα που η τύχη θα γυρίση.
Τι ένα διο χρόνια πιότερα έχει από μένα ο Αίας, μα αφτός εκεί είναι από γενιά κι' αθρώπους περασμένους, 790 κόκκαλο μια φορά γερό π' αδύνατο κανείς μας στα πόδια ναν του παραβγεί... εξόν ο Αχιλέας.» Είπε, και του Πηλιά το γιο να μεγαλύνει ζήταε. Γύρισε τότες ο γοργός κι' απάντησε Αχιλέας «Αδρέφι, ο λόγος σου ο καλός δε θα σου πάει του κάκου, 795 παρά κι' ακόμα εγώ μισό φλουρί θα σου χαρίσω.»
Και κάθε φορά αυτό το αποτέλεσμα μας έδιδε την ικανοποίηση και την περηφάνεια αληθινού θριάμβου. Εξαιρετική ήτον η δόξα των λαβωμένων, κείνων που κεντρόνοντο στη μάχη. Έπειτα στο σχολείο αναφέραμε τις περιπέτειες του αγώνα κιο δάσκαλος άκουε με σοβαρό ενδιαφέρο και παινούσε κείνους πούχαν ανδραγαθήσει. Προβίβαζε μάλιστα και κείνους πανδραγαθούσαν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν