Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025
Λοιπόν ποίον τέλος πάντων σχήμα ή μελωδίαν πρέπει να θεωρούμεν καλόν; Λόγου χάριν, όταν μία ανδρική ψυχή κατέχεται από κόπωσιν και πάλιν μία δειλή όταν ευρίσκεται εις τα ίδια και ίσα πάθη, άραγε όμοια τα σχήματά των και αι φωναί των συμβαίνει να γίνωνται; Πως είναι δυνατόν, αφού ούτε τα χρώματά των δεν είναι όμοια; Πολύ καλά, φίλε μου.
Ο Χίλων ίστατο ακίνητος με χείρα τρέμουσαν και δεικνύων διά του δακτύλου τον Καίσαρα. Θόρυβος ηγέρθη. Ως κύματα συνταρασσόμενα και αιφνιδίως ωθούμενα υπό της τρικυμίας, ο λαός όρμησε προς τον γέροντα διά να τον ίδη εγγύτερον. Φωναί εκραύγαζον: «Κρατήστε τον», άλλαι: «Αλλοίμονον εις ημάς!» Θύελλα συριγμών και ωρυγμών εξέσπασεν: «Αινόβαρδε! Δολοφόνε! Μητροκτόνε! Εμπρηστά! Ο κυκεών ηύξανεν.
Κ' έφυγε μόλις εύρεν ευκαιρίαν χωρίς να τον εννοήση κανείς, σπεύδων ωσεί καταδιωκόμενος. Ο τόσος αλλαλαγμός κ' αι φωναί των βλάχων επί τη αναστάσει του Ιησού, τα φώτα και η χαρά εκείνη, η έξαλλος, έθλιβον την καρδίαν του σφιγκτά σφιγκτά, ως να την είχε συλλάβει χειρ Βριάρεως.
Ούτω όλαι αι φωναί πέριξ του ήχουν εν οργή και βλασφημία, και εν τη μακρά εκείνη βραδεία αγωνία το θνήσκον Ους Του ουδαμόθεν ήκουε φωνήν ευγνωμοσύνης ή ελέους ή αγάπης.
Χάσιμο φεγγαριού. Ολίγα άστρα έλαμπον άνω, εντός άχνης, ως κοσμήματα εις πέπλον χηρείας, και το χιόνια κάτω αντέλαμπον εις την αστροφεγγίαν. Ηκούσθη μία φωνή αγριόγατου θρηνώδους. Η συντέκνισσα είπε πάλιν· — Χριστός! Και ο αγριόγατος έπαυσε να ουρλιάζη. Η μικρά συνοδεία εβάδισεν ακόμα ολίγον, και τέλος έφθασαν εις το καλύβι. Δύο ανθρώπιναι φωναί ηκούσθησαν εις τα παράθυρα της επαύλεως.
— Δεν πααίνω σου λέω, δεν πααίνω! μου κάνει κακό!. . . — Πήγαινε καϋμένη και σήμερα. . . βλέπεις πως θα πάω ν' αλέσω!. . . . . . Πρώτην φοράν, φωναί ανδρικαί και γυναικείαι εκ περιτροπής, εξήρχοντο τόσον έντονοι και τεταραγμέναι, ωσεί συγκρουόμεναι μεταξύ των, από του οικίσκου του Μελοπούλου.
Όμιλοι παμπληθείς από τα υψώματα της άνω Γειτονιάς εθεώρουν προς την παραλίαν και τον λιμένα, και μία βοή αόριστος ανέβαινε προς τα επάνω. Ταύτης ενωτισθείς και ο γέρων ήρχισε να ακροάται μετά προσοχής, όταν ακούωνται φωναί. — Ήλθεν ο Μοναχάκης! Ήλθεν η σκούνα του Μοναχάκη! — Τι; Τι; εψιθύρισεν ο γέρων· και με ένα άλμα νεανικόν ευρέθη αίφνης όρθιος. Εκείνος ο ποδαλγός!
— Δεν είναι καλά, το παιδί; Φωναί και σπαραγμός και κλαύματα ηκούσθησαν. Η μήτηρ εύρισκε το θυγάτριόν της νεκρόν εντός του λίκνου. Από τον θόρυβον, εξύπνησεν εις το διπλανόν χώρισμα ο Κωνσταντής, όστις είχε χορτάσει καλά τον ύπνον. — Τι είναι; έκραξε τρίβων τους οφθαλμούς. Εχασμήθη, ετανύσθη, ετινάχθη, κ' έτρεξεν εις την θύραν του θαλάμου.
Γλώσσαι πυρός απειλητικαί εξήρχοντο από το μόνον παράθυρον του καιομένου δωματίου και αφού κατέφαγαν τους παραστάτας, οπού ετριζοκοπούσαν απαίσια, εγλυστρούσαν επάνω εις το ασβεστόχρισμα των τοίχων, ζητούσαι νέαν τροφήν. Φωναί φρίκης οξύταται, σπαρακτικαί επάγωναν το αίμα εις τας φλέβας των θεατών, αδυνατούντων να δώσουν χείρα βοηθείας οιασδήποτε.
Ίσως αι μυστηριώδεις φωναί τας οποίας ήκουεν ο παπά-Κονόμος εις την οικίαν του, το οποίον διεδόθη μεταξύ των γυναικών. Ίσως αι προς την αποθαμένην κόρην προσκλήσεις του όταν ήρχοντο αι ενορίτισσαι με τα κόλλυβα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν