Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Ο μπάρμπα-Διόμας ήρχισε να φωνάζη με όσην δύναμιν τω έμεινεν ακόμη. Ο άνεμος ήτο βοηθητικός διά το ερχόμενον πλοίον, όπερ έπλεεν εξ ανατολών προς δυσμάς. Ήτο μέγα τρεχαντήριον φορτωμένον. Αι φωναί του μπάρμπα-Διόμα δεν ηκούοντο, ο άνεμος τας ώθει μακράν προς τον λίβα. Αλλά το τρεχαντήριον επλησίαζε και ο μικρός μαύρος όγκος της ανατραπείσης λέμβου διεκρίνετο ως φωλεά αλκυόνος επί των κυμάτων.

Κλαύματα παιδίων, τα οποία έντρομα επετάχθησαν έξω γυμνά και φοβισμένα, επικλήσεις μητέρων, κραυγαί ανθρώπων από τα μαγαζεία, οπού τα ύδατα της θαλάσσης εισρεύσαντα ήρχισαν να παρασύρουν τα βαρέλια του οίνου και των σαρδελών ως φελούκια, αι φωναί των γρυπαράδων, οίτινες επάλαιον ακόμη άπρακτοι να σώσουν την τράταν ημιλυθείσαν εις τα ζυγώματα, ο πονετικός θρήνος του μπάρμπα Γιαννιού, του οποίου εθραύσθη διαλυθείσα ολοτελώς η βαρκίτσα του η ψαράδικη κ' έκλαιε! αχ! μωρέ παιδιά! όλα αυτά τα φοβερά απηχήματα έφθανον εις τον ναόν μέσα οπού ο γηραιός ιερεύς ασκεπής πλέον, με τα άσπρα σαν λιναρίσια μαλλιά του και τα άσπρα σαν λιναρίσια γένεια του, εξηκολούθει τα τροπάρια της παρακλήσεως με τόνον επιτακτικόν ανθρώπου ευρισκομένου κάτω εις τον λιμένα, εν τω κέντρω των καταστροφών.

Έκαμε νεύμα, και αι κιθάραι εστέναξαν εν χαμηλώ ήχω, ενώ διαυγείς φωναί ηκολούθουν εν αρμονία. Έπειτα, χορεύτριαι της Κω, της πατρίδος της Ευνίκης, επεδείκνυαν τα ροδαλά μέλη των τα καλυπτόμενα με διαφανή μουσελίνην.

Καθ' οδόν απέρριψε τον χιτώνα του, όστις ήρχιζε να τον καίη και έτρεχε γυμνός σχεδόν, φέρων μόνον επί της κεφαλής και του στόματος την στηθοδεσμίδα της Λιγείας. Όταν επλησίασε περισσότερον, ανεγνώρισεν ότι εκείνο το οποίον είχεν εκλάβει ως καπνόν ήτο νέφος κονιορτού, εκ του οποίου εξήρχοντο φωναί και κραυγαί ανθρώπων. Εν τούτοις έτρεξεν ακόμη προς την διεύθυνσιν των φωνών εκείνων.

Εις την αίθουσαν αι συνομιλίαι είχον παύσει, όλοι οι ακροαταί ίσταντο ακίνητοι, ως απολιθωμένοι. Μόνον ο Τέρπνος και ο Διόδωρος, οίτινες έμελλον να συνοδεύσουν τον Καίσαρα εις το άσμα, έστρεφον την κεφαλήν οτέ μεν προς αλλήλους, οτέ δε προς τον Καίσαρα αναμένοντες τους πρώτους φθόγγους του άσματος. Αίφνης εις το προαύλιον ηκούσθη θόρυβος ασυνήθης, φωναί και θόρυβος ανθρώπων, οίτινες έτρεχον.

Αι απελπιστικαί φωναί ήσαν της οικοκυράς, νέας ορφανής, ήτις έβλεπε την ζωήν της απειλουμένην από τον φρικτώτερον των θανάτων.

Δεν γνωρίζομεν καμμίαν Τούρκισσαν. Αλλ’ ενώ τον απέπεμπον ούτω, χάριν της μητρός μου, ηκούσθη ταραχή εν τω διαδρόμω και φωναί ως εριζόντων. Ο Λουής υπεκλίθη εκ νέου όσον οίον τε βαθέως, όπως με πείση, ότι ημείς είμεθα οι ζητούμενοι.

Αλλά δεν εφώναξε μόνον αυτή. Μύριαι φωναί φρενήρεις και πυροβολισμοί ισάριθμοι ανέβρασαν από του τείχους, χαιρετώντες τον θρίαμβον του αρματωλού. Ο Ζάχος ήδη επέστρεφε μετά των συντρόφων του εις την πόλιν, φέρων το καρυοφύλλι του αρματωλού, το παλλάδιον τούτο της οικογενείας του και ως λάφυρον τα τσαπράζια του Ταχίρ Γιάτση.

Και προχωρών κατήλθε διά της κλαβανής εις το κατώγειον οπόθεν ανήρχετο η ευωδία. Η Κρατήρα απέμεινε μ' εσταυρωμένας τας χείρας, ο δε Κομποδήμος βλέπων το ταψίον εψιθύρισε: — Δεν τώπερνα εγώ προτήτερα! Μετ' ολίγον ηκούσθησαν κτύποι πυκνοί από του κατωγείου ως να εκρούετο ραβδίον επί του δαπέδου και συγχρόνως φωναί: — Νά! Νά! Νά! Ο Κομποδήμος κατήλθε τότε παραπατών εις το κατώγειον.

Συνεφώνησεν εις τούτο και εκείνος. Σωκράτης Τώρα λοιπόν που είναι έτσι αυτό, αποκριθήτε μου, θα τους είπω, εις το εξής. Πράγματα που έχουν το ίδιον μέγεθος φαίνονται εις τα μάτια σας από πλησίον μεν μεγαλύτερα, από μακράν δε μικρότερα· ή όχι; Ναι, θα ειπούν. Και τα πολλά και τα χονδρά το ίδιον; Και αι ίσαι φωναί από πλησίον δεν ακούονται μεγαλύτεραι, από μακράν δε μικρότεραι; Ναι, θα έλεγον.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν