Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025
Γιατί νικάει ο άρχοντας μ' αδύναμο αν μαλώσει, 80 και το θυμό του αν καταπιεί εκείνη εκεί την ώρα, όμως φυλάει μες στην καρδιά το πάθος του, ως να πάρει στερνά μια μέρα γδικιωμό. Μον τήρα αν θα με σώσεις.»
Αγκαλιαστά να βρης εκεί 'ςτό στρώμα να κοιμώνται Ο αφωρεσμένος σου αδερφός κ' η σκύλλα σου η γυναίκα, Για να γλυτώσουν σ' έστελναν για τα Χρυσά τα Μήλα, Που τα φυλάει ο Δράκοντας, να χάσης τη ζωή σου· Και σαν εγύρισες μ' αυτά, σ' επήραν 'ςτό κυνήγι Κ' εκεί σ' εσκότωσε ο αδερφός 'ςτόν ύπνο τον γλυκό σου, Τώρ' αρματώσου γλήγορα κι' ανέβα 'ςτ' άλογό σου Και σύρε εκεί και σκότωσε και κάμε τους κομμάτια.
— Φέρε δω, ωραίε δάσκαλε, Μα το Θεό στον οποίο πιστεύω, θα πάω τώρα να ελευτερώσω τη φίλη μου. — Όχι, μη βιάζεσαι έτσι, είπε ο Γκορνεβάλης. Ο Θεός βέβαια σου φυλάει πειο σίγουρη εκδίκησι. Σκέψου ότι δεν είναι στο χέρι σου να ζυγώσης στη φωτιά. Γύρω είναι οι αστοί, και φοβούνται το Βασιληά. Σ' αγαπούν και θέλουν την ελευτερία σου, κι' όμως όλοι θα σε χτυπήσουν.
... Στην κορυφή των επάλξεων και των πυργίσκων του Τινταγκέλ, η αυγή φωτίζει της μεγάλες πράσινες και βαθυκύανες πέτρες . . . Η Ιζόλδη ξαναηύρε τη χαρά της: η υποψίες του Βασιληά Μάρκου διαλύονται. Απ' εναντίας οι προδότες καταλαβαίνουν, ότι ο Τριστάνος είδε τη Βασίλισσα. Αλλά η Βραγγίνα φυλάει καλά, και άδικα παραμονεύουν.
Ταράξου συ και δείξε τους 'ς τη Δύσι, 'ς την Ευρώπη, Πώς όλοι δεν κοιμώμαστε, . . . φυλάει καραούλι Ο γέρω-Ψηλωρείτης σου, αν Πίνδος και Ροδόπη Κοιμώνται, αν το γέρικο κοιμάται ακόμα Σούλι . . ., Αχ, δεν κοιμάται . . . 'ρήμαξε!! . Εκείναις ήτανε χρονιαίς ελληνικαίς αλήθεια· Τότ' έβραζε ζεστή καρδιά 'ς ανδρειωμένα στήθηα!
Αυτά είν' όλα τα σύνεργα και πλούτη των ψαράδων. Δεν έχουν θύρα με κλειδί και φύλακά τους σκύλλο, μηδέ φοβούνται από κλεψιά — η φτώχια τους φυλάει. Έπειτα δα και γείτονα δεν έχουνε κανένα και γύρω βρέχει η θάλασσα τη χαμηλή καλύβα.
Κάθε γλυκειά βραδούλα Οι δυο τους ανταμώνονται. Την αγαπάει ο Ήλιος· Η κόρη τον θιαμαίνεται μονάχα, κ' η καρδιά της Νοιώθει καμάρι απάντεχο, χαρά μεγάλη, ουράνια, Που δίνει με τα χέρια της νερό 'ς αρχοντοπαίδι. Ο Ήλιος όσο την τηρά, τόσο ο καϋμός του ανάφτει Που μέσ' 'ςτά φυλλοκάρδια του κρυμμένον τον φυλάει.
Αμέ τα βουνά που, όταν είναι κάτω κανένας, μέσα στη ρεματιά, σου φαίνεται κι ανεβαίνουν από κάθε μέρος σα θεόρατος τοίχος. Μου θυμίζουν εκείνα τα δημοτικά, τα παραμύθια, που κάθεται ένας δράκος και φυλάει θησαβρούς. Το ίδιο κ' η Θεσσαλία. Πλούσιος τόπος χωρίς δρόμους· παλάτι μάλαμα γεμάτο, μα που είναι από μέσα κλειδωμένο. Ποίηση και δέντρα όσα θέλετε.
Λες και φυλάει εδώ σαν πολεμικός πύργος, το μοναδικό διάβα της Λάκκας από το μέρος του Φαναριού.
Γιε, ήταν εχθρός σου!». Κι' ο Τριστάνος χαίρεται: ο χειρότερος εχθρός του, ο πειο μισητός, ο Γκενελόν, είναι σκοτωμένος! Από τότε κανείς πεια δεν ετόλμησε να μπη στο άγριο δάσος. Ο τρόμος φυλάει της πόρτες του κι' οι δυο εραστές είναι κύριοι κει μέσα. Εκείνη την εποχή ο Τριστάνος έφτιασε το «α λ ά θ ε υ τ ο» τόξο, που πάντοτε πετύχαινε το στόχο, άνθρωπο ή αγρίμι στο σημαδεμένο μέρος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν