United States or Sierra Leone ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν είνε τίποτε· περασμένα-ξεχασμένα. Ο Φλεβάρης εθαύμαζεν. Ήτο αυτός ο φοβερός Μάρτης, που εις το παραμικρόν εγίνετο σκυλί· που δεν εχάριζεν ούτε εις την μάνα του λόγο; Δεν ηδύνατο να πιστεύση τους οφθαλμούς του. Αλλ' επειδή ο Φλεβάρης εδόξαζεν ότι όλα τα πράγματα μεταβάλλονται εις τον κόσμον αυτόν, συνεπέρανεν επί τέλους ότι και ο χαρακτήρ του Μάρτη μετεβλήθη.

Εγνώριζε καλώς ότι ο Φλεβάρης δεν ηυχαριστείτο καθόλου να βλέπη τον Ασπρίλην, διότι ευθύς ενθυμείτο εποχήν, κατά την οποίαν έπαθεν ό,τι ο Ήφαιστος από τον Άρην, ήτο δε βέβαιον ότι ήθελε μεγάλως ευχαριστηθή αν απεπέμπετο καθ' ολοκληρίαν της συντροφιάς των. — Α! δε 'μπορεί, είπε δώδεκα κ' η βάρκα γέρνει ούτ' ένας 'λιγώτερος ούτε περισσότερος. . . Αλλά 'μπορούμε να του κάνωμε έν' άλλο. — Σαν τι;

Αλλά μόλις τον είδε συνωφρυωμένον, εδειλίασε· ρίγος διέδραμε το σώμα του και ήρχισε να μετανοή διότι εισήλθεν εις το σπήλαιον, ήλθε μόνος του να ριφθή εις το στόμα του λύκου. Δεν ήτο όμως δυνατόν να πράξη άλλως· αν έφευγε θα εδυσχέραινε περισσότερον την θέσιν του· έλαβε λοιπόν απόφασιν κ' επλησίασε προς τον Μάρτην ταπεινώς. — Γεια, χαρά σου! εψιθύρισε δειλώς. — Καλώς τον. Ο Φλεβάρης έλαβε θάρρος.

Ο Μάρτης ευρίσκετο εις σφοδράν ψυχολογικήν κατάστασιν, ως εκθρονισθείσα Μεγαλειότης, αφήσασα ανεκπληρώτους τους πόθους και τους σκοπούς της. Ενώ δ' εβασάνιζε τον νουν προς εξεύρεσιν καταλλήλου μέσου διά την εκδίκησίν του, εφάνη προκύπτων από μιας του σπηλαίου σχισμής ο Φλεβάρης δειλώς.

Φώναξαν τότες στο σπίτι του κυρ Αλέξη τες τσιούπρες και τες ξέταξε ο Δεφδερδάραγας του Ιμήν πασά αν ήθελαν αλήθεια να γίνουν Τούρκισσες ή όχι. Κ' επειδής με τόσα ταξίματα και με τόσους φοβερισμούς ούτε λόγο μπόρεσε να τες βγάλη από το στόμα για να τουρκέψουν τες έκαμε σουργούνι μαζί με τον πατέρα τους στην Άρτα. 1833, Φλεβάρης μήνας . Γυρνώντας ο Ιμήν πασάς από τα Μπιτώλια έστησε τα τσιγγέλια.

Ο Φλεβάρης κατ' εξοχήν εκάθητο εκεί παρακολουθών με βλέμμα πυρώδες τας κινήσεις της χειρός του Μάρτη, έτοιμος να λάβη το προσφερόμενον εις αυτόν ποτήριον. Μόνον οσάκις εσκέπτετο την προσβολήν του Μάρτη, ερρίγει μήπως ο φοβερός εκείνος σύντροφος, ερεθισθείς αίφνης μ' ένα γρονθοκόπημα τον ρίψη ως ασκόν επί του εδάφους και η βραχνή φωνή του διέκοπτε την ηρεμίαν του σπηλαίου.

Να τον κάνωμε να σκάση. Ο Φλεβάρης ηυχαριστείτο. — Α! για λέγε· είπεν ανυπομόνως. — Σήμερα τελειόν' η διορία μου και αύριο έρχετ' εκείνος· να μου δανείσης δυο ημέρες να τον δυσκολέψουμε. Ο Φλεβάρης έκυψε την κεφαλήν. Οι μήνες αγαπούν τας ημέρας των, ως ο φιλάργυρος τα χρήματά του.

Και στενάξας εκ βάθους καρδίας όπως διώξη την μελαγχολίαν του ήρχισε να τραγουδή με γλυκείαν και ήρεμον φωνήν, παθητικό τραγούδι. Ο Μάιος κατά συμπάθειαν τον συνώδευε και οι λοιποί μήνες παρασυρθέντες ετραγουδούσαν και αυτοί και το σπήλαιον διά μιας επληρώθη θορύβου και φωνών, ως χωρικόν καπηλείον κατά τας εορτάς. — Μωρέ κρασί! εφώναξεν ο Φλεβάρης αίφνης.

Ο Μάρτης εσκέφθη ολίγον. — Αλληώς; δεν μπορεί αλληώς· χρειάζονται δυο ημέρες. — 'Σ της δίνω· είπεν αποφασιστικώς ο Φλεβάρης. — Μα της χειρότερες· με χαλάζι και βροχή. — Ναι· με χαλάζι και βροχή. Ο Μάρτης εθριάμβευεν. Είχε τέλος δύο ημέρας, δύο ημερόνυκτα γεμάτα χαλάζης και βροχής, τα μόνα κατάλληλα μέσα διά να εκδικηθή την γρηά Γαλανήν.