United States or Burundi ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα, αδρέφι, σ' τόπε διο και τρεις ο γέρος σου πατέρας στη Φτία, την ώρα που στο γιο τ' Ατριά σε προβοδούσε Παιδί μου, νίκη η Αθηνά κι' η Ήρα, αν θεν, θα δώσουν, 255 μα εσύ τη μεγαλόψυχη καρδιά σου μες στα στήθια να περιορίζεις· πιο καλά συφέρνει η πραοσύνη.

Ενώ ο θόρυβος ήτο εις το κατακόρυφόν του, και ενώ κάθε μάσκα δεν εσκέπτετο παρά διά την ιδικήν της ασφάλειανδιότι υπήρχε πραγματικός κίνδυνος ως εκ της ανεμοζάλης του κατατρομαγμένου πλήθουςέβλεπαν την άλυσον, την κρατούσαν συνήθως τον πολυέλαιον, να καταβαίνη βαθμιαίως, μέχρις ότου το βαρύδιον το προσκολλημένον εις το άκρον της αλύσου έφθασε εις τρεις πόδας άνωθεν του πατώματος.

Εκείνη τη φορά ο Αράπης τον έφαγε, θα τον άρπαξε, ως φαίνεται, κανένα κύμα εκεί που κατέβαινε από πάνω από την πλώρητην κουβέρτα. Γιατί τη στιγμή που άνοιξε τον Αράπη κι' εστάθητα πόδια της η σκούνα, εκαταλάβαμε ένα δυνατό τίναγμα κ' εσείσθηκεν όλο το σκάφος. Πόσους τρώγει έτσι η θάλασσα! — Παπαδράκο! εφώναξα τρεις φοραίς απόξω από τα Ψαρά, όταν καταλάβαμε πλεια πώς έλειπεν ο καϋμένος.

Αι τύψεις της συνειδήσεως, αι ανησυχίαι της φαντασίας, η μέχρις ηλιθιότητας απόγνωσις, ιδού οι τρεις κύριοι σταθμοί εν τη διελίξει της ηθικής του Μάκβεθ καταπτώσεως.

Η ΓΚΟΛΦΩ Δράμα ειδυλλιακόν εις πράξεις πέντε σχήμα 8ον σελίδες 95 Η ΕΣΜΕ Εθνική Τραγωδία εις πράξεις 4 μετ' ασμάτων και εθνικών χορών σχ. 8ον Ο ΧΟΡΟΣ ΤΟΥ ΖΑΛΟΓΓΟΥ Εθνικ. Τραγωδία εις πράξ. 4 Η ΝΕΡΑΪΔΕΣ Δράμα φαντασμαγορικόν εις πράξεις τρεις σχήμα 8ον Ο ΜΑΓΕΥΜΕΝΟΣ ΒΟΣΚΟΣ Δραματικόν ειδύλ. σχήμα 8ον Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΩΝ ΑΝΘΕΩΝ Δράμα οικογεν. εις πράξ. 8

Και το χάρηκεν ο μακαρίτης, και σε πήρε στην αγκαλιά του και σε φίλησε: — Έχε την ευχή μου, και να μου τρανέψης! — Και σ' έδωκε μια πεντάρα, και μ' εκούνησε με το δάχτυλο και με είπε: — Αυτό το παιδί, γυναίκα, θα γένη! — Πού το ήξευρε, πως ύστερ' από τρεις μήνες θε να σ' άφην' ορφανό!

Αυτά αφού είπαν εκείνες, εφύγανε μαζί με τη νύχτα· κι όταν ξημέρωσε σηκώθηκε ο Δάφνης πασίχαρος κ' έφερνε με δυνατά σφυρίγματα τα γίδια στη βοσκή· κι αφού εφίλησε τη Χλόη κ' επροσκύνησε τις Νύμφες, κατέβηκε στη θάλασσα, σαν νάθελε να πλυθή με θαλασσινό νερό· κι απάνω στον άμμο, κοντά στην ακρογιαλιά, περπατούσε ζητώντας τις τρεις χιλιάδες δραχμές.

Τρεις ώραις ανδρειεύονται... Πλακόνει κι' ο Βριόνης Σα μαύρη βαρυχειμωνιά... Χαλάζι το μολύβι... Σκάφτουν το χώμα τάλογα... Σίφουνας, συντελεία... Χνώτο με χνώτο πολεμούν... Αδερφωμένο βρέχει Το αίμα ταρβανίτικο τη γη με το δικό μας... Έχουν την ίδια τη βαφή... Αν σμίγουν πεθαμένα Πώς δε θα σμίξουν ζωντανά;..

Έλειψε κάμποσο καιρό κ' εφανερώθηκε μόνο, όταν έδιωξαν τον παππά Συνέσιο, για να ξαναφύγη, σαν εγύρισε πάλι ο ψευτόπαππας, σταλμένος από τον Δεσπότη. Το παιχνίδι αυτό έγεινε δυο τρεις φορές· ήρχετο ο ένας, έφευγε ο άλλος.

Τω εφάνη τότε ότι ο κήρυξ διαταχθείς εκτύπησε τελειωτικώς το σφυρίον επί της τραπέζης, αναφωνήσας! — Τριάντα δύο χιλιάδας, τρεις! Προς τον τρίτον αυτόν κρότον ο κυρ-Δημάκης αφυπνίσθη.