United States or Belarus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κ' έβλεπες τους Γιαννιώτες, τους παλιούς Γιαννιώτες, τους Ζαγορίσιους και τους Πρεβεζάνους με τους πανένιους τσουμπέδες τους σκουροχρωματισμένους, τες μακριές και παχιές γούνες, τα κατακκόκινα φέσια τους, τες ευγενικές, κάτασπρες και κάλοψες σάρκες τους, τους Αρτινούς, τους Σουλιώτες και τους Αρβανιτάδες, φουστανελλοφόρους, μ' αλαφρούς άσπρους σκούφους στα κεφάλια τους, αλλά με διαφορετικές φυσιογνωμίες, τους Αρτινούς με την πονηριά και την εξυπνάδα στα μάτια, τους Σουλιώτες με την περηφάνια στο μέτωπο και την πολεμικότη στο κορμί όλο, τους Αρβανίτες, τους Λιάπιδες με τη μπέσα και την εκδίκηση και τους Τσάμιδες με την απιστία και το δόλο στο στόμα· του Πίνδου τους λαούς τους βλαχόφωνους με τες κοντές φουστανέλλες και με τα χονδρά μάλλινα τσιπούνια τους, άσπρα και μαύρα, ανθρώπους του βουνού, προβατάριδες, τραχιούς, απονήρευτους, αγαθούς, μ' αόριστες ματιές, με παχιές άντζες, με στήθια ολάνοιχτα και δασιά και με την καρδιά στα χείλη· τους κατοίκους των περιχώρων της Κόνιτσας και του Δέλβινου, τους γνωρισμένους χτίστες και βαρελάδες, που μαύριζαν σαν καλιακούδες με τες μακρυές κι ολόμαυρες ενδυμασιές και τα πουτούρια τους· όμως πολυπληθέστεροι απ' όλους ήταν οι χωρικοί του Γιαννίνου, με τ' άσπρα φορέματα και τες χοντρές μπαρμπούτες, με τα ρωμαλέα κορμιά και τες κάκοψες μορφές, άνθρωποι του δικελλιού και της αλετροπόδας όλοι.

Ο Ορμώζ δεν ημπόρεσε να μείνη χωρίς να ξαναγελάση εις ετούτες τες εξέτασες. Είνε δυνατόν, ω κύριε, λέγει αυτός του βασιλέως της Δαμασκού, ότι αληθώς επαράτησες το βασίλειόν σου, και τρέχεις τον κόσμον διά να συναντήσης ένα τελείως ευχαριστημένον; Τίποτε δεν είνε πλέον αληθινόν από τούτο, απεκρίθη ο Βεδρεδίν και σε παρακαλώ να μου φανερώσης την αλήθειαν και το έσωθεν της καρδίας σου.

Ο πρώτος Γραικός που είπε τες αντίς τας, δε θάλεγε στη ζωή του το τες, αν πρώτα δεν ήξερε το τας. Και το τας από πού το πήρε; Το είχε ακούσει από τους αρχαίους κι από τότες το γνώριζε. Σαν που σώζεται το φιλέω μέσα στο φιλώ , έτσι σώζεται και το τας μέσα στο τες . Η καινούρια μας αφτή αιτιατική είναι παιδί της παλιάς αιτιατικής τας · από μέσα της βγήκε.

ΗΡΑ. Τι κάν' η ευεργέτρια αδελφή μου; συνέργησε μ' εμέ να ευλογήσουμε τούτο το τέρι, να ευτυχήσουν, και να δοξασθούν εις τα τέκνα τους. — Λάβετε τιμές, πλούτη, του γάμου τα καλά, μακροημέρευση και καθημερινές χαρές. Σας ψάλλ' η Ήρα τες ευχές της.

Ο αρχιευνούχος υπήκουσε, και με έφερεν εδώ που με βλέπεις, ο οποίος είνε ο πλέον πλουσιώτερος χοντζερές που έχει. Και ευθύς που ήλθα εδώ πολλές σκλάβες μου έφεραν πλούσια φορέματα, και άλλα διάφορα αναγκαία στολίδια. Όλες αυτές μου είπαν πως ο βασιλεύς τες έστειλε διά να με δουλεύσουν μετά μεγάλης επιμελείας· ύστερα από αυτές ήλθε και ο βασιλεύς διά να με εύρη.

Εγώ βλέποντάς την πολλήν της ευγένειαν και την γλυκάδα της ομιλίας της υπήγα εις το παλάτι της και ανάμεσα εις τες άλλες δεξιωσύνες που μου έκαμε, μου έδωκεν ένα ωραίον οπωρικόν διά να φάγω. Και ευθύς που έφαγα εμεταμορφώθηκα εις ελάφι, και εβάλθηκα εις εκείνην την μάνδραν, που ήσαν τα άλλα καθώς τα είδες.

Εδέχθηκα το πρόβλημα του προφήτου Χεδέρ, και έμεινα εις την συντροφιάν του πλέον παρά έναν χρόνον· μα με όλες ετούτες τες ευφροσύνες εκείνου του ωραίου τόπου δεν ημπορούσα να είμαι ήσυχος· η ενθύμησις της Γαντζάδας με έκανε να δοκιμάσω, ότι εγώ ήμουν ακόμη κολλημένος εις τον κόσμον· η επιθυμία διά να την ιδώ μου εσύγχιζε την ανάπαυσιν και πιστεύω ότι και η ίδια απόλαυσις των κορασίων δεν ήθελεν με κάμει να την εβγάλω από τον λογισμόν μου.

Πώς, πες μου, βάσταξες εδώ ναρθείς στα πλοία μόνος μπροστά σ' εκείνον που πολλά παιδιά σου κι' αντριωμένα 520 σούχει σφαγμένα; Σίδερο πρέπει η καρδιά σου νάναι. Τώρα έλα κάτσε στο θρονί. Και πικραμένοι ή όχι, άσ' τες τις πίκρες τώρα εκεί κι' ας καιν μες στην καρδιά μας, γιατί όφελος μην καρτεράς από παγώστρα κλάψα.

Ο ουρανός λίγο-λίγο θολόνονταν πλειότερο, άστρο κανένα δεν έφεγγε ψηλά του κι' ο Βοριάς άρχισε να φυσάη πολύ δυνατά. Το Μικρό Χωριό, αφού δείπνησε και &σιλάρωσε& τα ζωοπράμματά του, έκλεισε τες θύρες του και τα παράθυρά του κι' ετοιμάστηκε να κλείση τα μάτια του και να ριχτή στην αγκαλιά του ύπνου, όσο που να βαρέση το πρωινό ο παπάς το σήμαντρο της εκκλησιάς.

Αφού ανέγνωσα αυτά τα γράμματα, εφίλησα με όλον, το σέβας τες ερμηνείες του Ασή· έπεσα κατά γης και παρεκάλεσα τον ουρανόν μετά πολλών δακρύων, διά να με βοηθήση να λυτρωθώ από αυτούς τους κινδύνους, που έχω να συναπαντήσω, καθώς και με εδυνάμωσε, και εβγήκα και από τα πηγάδια!