United States or Norfolk Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι των επιφανών ανδρών πάσα η γη τάφος, και όχι μόνον δεικνύει αυτούς η επιγραφή των στηλών εν τη οικεία πατρίδι, αλλά και εν τη ξένη η ενθύμησις της διαθέσεως μάλλον των πεσόντων ή των κατορθωμάτων των μένει ζώσα άνευ επιγραφής.

Η Αροούγια με όλα τα δυνατά που έκαμα διά να την αποξενώσω από την φαντασίαν μου, μου είνε πάντα εμπρός μου· η ευμορφάδα της και η τιμή της μου την εστερέωσαν εις την καρδίαν μου· και ύστερον από είκοσι χρόνους, η ενθύμησίς της με κάνει αναίσθητον εις τες νοστιμάδες των γυναικών μου· οι πλέον ωραίες, και οι πλέον ευγενικές γυναίκες, που μπορούν να ευρίσκονται, μου φαίνονται το ουδέν έμπροσθεν εις την ενθύμησιν της ωραίας Αροούγιας.

Διότι μου εφαίνετο ότι είναι υψηλόν πράγμα να γνωρίζω του κάθε πράγματος τας αιτίας, διατί δηλαδή γίνεται κάθε πράγμα, διατί καταστρέφεται και διατί υπάρχει· και πολλάς φοράς εγύριζα τον εαυτόν μου επάνω και κάτω, διά να εξετάζω κατά πρώτον ωσάν τα εξής πράγματα· άρα γε, όταν το ζεστόν και το ψυχρόν λάβουν καμμίαν σήψιν, καθώς μερικοί έλεγον, αρχίζουν να παράγωνται τα ζωύφια; Και ποίον από τα δύο, το αίμα είναι εκείνο, διά του οποίου σκεπτόμεθα, ή ο αήρ, ή η φωτιά, ή δεν είναι μεν κανένα από αυτά, ο εγκέφαλος δε είναι εκείνος, ο οποίος μας κάμνει τας αισθήσεις και της ακοής και της οράσεως και της οσφρήσεως, από αυτάς δε τας αισθήσεις γίνεται η ενθύμησις και η φαντασία, από δε την ενθύμησιν και την φαντασίαν, αφ' ού λάβουν ανάπαυσιν, σύμφωνα με αυτά γίνεται η γνώσις.

Και εγώ είπεν ο Ταλμούχ, είμαι εις την ιδίαν κατάστασιν, και δεν είναι να το θαυμάσης, που παρομοίως δεν ετρελλάθηκα επειδή και η ενθύμησις της Τζελίκας, που διά παντός στέκει εις την καρδίαν μου καρφωμένη με κάνει αναίσθητον εις τες άλλες ευμορφάδες των γυναικών· εκείνο που το λοιπόν μας προξενεί θαυμασμόν, είπεν ο Σεήφ, είναι η σταθερότης του βασιλέως αυθέντος μας, ο οποίος, με όλον που μη όντας δοσμένος εις αγάπην καμμιάς γυναικός, δεν εβλάφθη από τες νοστιμάδες της Ρετζίας.

Άλλο πέσιμο αυτό πάλι, εψιθύρισεν ο γέρων, αφού ο υιός του μασσών τας βλασφημίας και αράς του, τον ανήγειρε μετά πολλού κόπου εις τους πόδας του. — Αυτή τη φορά εχτύπησα μαλακά τουλάχιστον, είπεν ο πραγματευτής, αινιττόμενος το επί του βράχου κτύπημά του, τον εκ του οποίου πόνον τον είχε κάμει να λησμονήση έως τώρα η ενθύμησις των δερματοτυρίων του.

Εδέχθηκα το πρόβλημα του προφήτου Χεδέρ, και έμεινα εις την συντροφιάν του πλέον παρά έναν χρόνον· μα με όλες ετούτες τες ευφροσύνες εκείνου του ωραίου τόπου δεν ημπορούσα να είμαι ήσυχος· η ενθύμησις της Γαντζάδας με έκανε να δοκιμάσω, ότι εγώ ήμουν ακόμη κολλημένος εις τον κόσμον· η επιθυμία διά να την ιδώ μου εσύγχιζε την ανάπαυσιν και πιστεύω ότι και η ίδια απόλαυσις των κορασίων δεν ήθελεν με κάμει να την εβγάλω από τον λογισμόν μου.

Και πόσον γίνεται φανερώτερον το απέραντον πένθος της ψυχής του, όταν από το άμορφον και αγνώριστον κρανίον αγαπημένου ανθρώπου του αστράπτει της φαιδράς παιδικής ηλικίας η ενθύμησις, η οποία, ως πικρά ειρωνία, σχίζει διά μίαν στιγμήν το σκότος, οπού τώρα τον χωρίζει από το φως της ζωής και από την θερμότητα των τρυφερών αισθημάτων.