Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025
Είδετε πουθενά καμιά γλώσσα που να μην τη μιλούν κ' οι μάγειροι; Είδετε πουθενά κανέναν ποιητή που να μη συλλογιέται τίποτις άλλο παρά κρέατα, βόδια, αρνιά, όρνιθες, ψάρια, αλάτι και πιπέρι, ξύδι και λάδι; Όχι! Ωςτόσο κ' οι δυo τους την ίδια γλώσσα μιλούν, κι ο ένας μπορεί να καταλάβη τον άλλο. Δε μοιάζουν πάντα οι ιδέες· η γραμματική όμως δεν αλλάζει.
Έστρεψαν και παρετήρησαν μετά φόβου τα σκοτεινά και ανήλια μέρη άτινα διήλθον κ' εξηκολούθησαν πάλιν τον δρόμον των σπεύδοντα προς το φως, ωσεί διά να το προφθάσουν. — Πεινάω· είπε μετ' ολίγον ο Γιάννος κλαυθμηρώς. — Κ' εγώ, μα πού ψωμί; απήντησεν η Μάρω άπελπις· ψυχή ζωντανή δε φαίνεται πουθενά! Και τα παιδία παρετήρησαν το μέρος όπου ευρίσκοντο, εδώ κ' εκεί μετά φρίκης.
ΑΓΟΡ. Και πού στέκονται; ΣΩΚΡ. Πουθενά. Διότι αν ήσαν κάπου, δεν θα ήσαν. ΑΓΟΡ. Αυτάς τας εικόνας και τα παραδείγματα που λέγεις δεν τα βλέπω. ΣΩΚΡ. Επόμενον είνε, διότι είσαι τυφλός την ψυχήν. Εγώ όμως βλέπω εικόνας, βλέπω το δικό σου το αόρατον αντίτυπον, όπως και το δικό μου και εν γένει όλα τα βλέπω διπλά. ΑΓΟΡ. Πρέπει να σε αγοράσω, διότι βλέπω ότι είσαι σοφός και οξυδερκής.
Η γραία εκοιμάτο, αλλά δεν άργησε να εξυπνήση, κ' ελθούσα ήνοιξε την θύραν, χωρίς, αυτήν την φοράν, να ερωτήση τις είναι, ίσως διότι ήτο μισοκοιμισμένη κ' ενήργει ως εν υπνοβασία μηχανικώς, ή είχε την εντύπωσιν ότι ουδείς άλλος ηδύνατο να είναι ειμή ο γαμβρός της. Η Φραγκογιαννού έσπευσε να εισέλθη. — Το κοφίνι μ' πλειό, ξέχασα απ' τη βία μου, εψές, είπε. Το είδες; Είναι πουθενά; Πού τώχεις;
Έλα όμως πες μου τώρα αφτά και μίλα την αλήθια· 380 μην πας στα ξένα πουθενά το τόσο βιος και πλούτος για να σωθεί σου ανέγγιχτο, ή κι' όλοι παραιτάτε πια τώρα το θεόχτιστο καστρί σας, τρομασμένοι που τέτιο σάς σκοτώθηκε στη μάχη παλικάρι, ο γιος σου; Αφτός δεν άφινε τους Αχαιούς ν' αγιάσουν.» 385
Μα δεν πρέπει και να θαρρέψουμε πως άνθιζε πουθενά ολομόναχος ο Χριστιανισμός. Τους πρώτους δυο τρεις αιώνες τονέ βλέπουμε, σκορπισμένο σαν είδος αίρεση. Σε κάθε δηλαδή χώρα έχουμε κ' ένα μερίδιο Χριστιανούς, αλλού πιώτερους, αλλού λιγώτερους.
Ξάπλωσε, ξάπλωσε πυκνή πυκνή, κατάχοντρη. Τάχασα. Τόρα, γυναίκα; της κάνω. Αυτή γελούσε. Κάνω να δω για το σταλήκι στο πλάι, πουθενά σταλήκι. Απάνω στην αφηρεμάρα μας, κάπου γλύστρησε και πάει. Κοιτάζω καλά. Κατάμπροστα αντάρα, πίσω καταχνιά, απανωθιό μου αντάρα.. Αρχίζω τα βλαστήμια. Κατέβασα Χριστούς και Παναγίες. Αρχίζει κ' ένα κρύο ψηλό, ψηλό και τσουχτερό.
Πουθενά δε φάνηκε. — Μην είδατε πουθενά τον Κυρ-Νικολάκη; ρωτώ. Οι βαρκάρηδες κ' οι αγωγιάτες σκάσανε στα γέλια. — Τον Κυρ-Νικολάκη! Τώρα κι' άλλη μια φορά. Πάει δουλειά του... — Πέθανε; — Όχι ακόμα. Μα τον χάσαμε. — Πού πάει; — Λένε πως πάει στο Άγιο Όρος! μου λέει ένας βαρκάρης. — Κατά διαβόλου, πες καλύτερα! πετάγεται και μου λέει ένας αγωγιάτης. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι τρέχει.
Συ όμως ούτε να πεισθής, ούτε προσοχήν να δώσης εις αυτόν, διά να μη σε συντρίψη πουθενά και να μη σε κάμη να γηράσης προώρως εκ των κόπων.
Αυτός ο λόγος επέταε στα στόματα όλων κι' αυτός ο λόγος άναφτε μέσα στα σπλάχνα μας. Οι τούρκοι είχαν γίν' άφαντοι την αυγή τούτη. Εφοβήθηκαν από ταραχές. Γιατί κι' όλοι μας, δεν ακαρτερούσαμεν, παρά ταραχές. — Τα χωριά δε θα λα το νταγιαντίσουν. Έλεγαν άλλοι. — Εκκλησιά πουθενά δε θα λ' ανοίξη με το στανιό, αν είμεστε Χριστιανοί κι' αν έχουμε Πατριάρχην.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν