United States or Nigeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ευθύς η μάγισσα εβγήκεν από το παλάτι των δακρύων, και λαμβάνοντας ένα ποτήριον νερόν ανακάτωσε μέσα μίαν σκόνην, λέγοντας κάποια λόγια ως που έβρασε το νερόν, και πλησιάζοντας εις τον νέον βασιλέα τον άνδρα της τον ερράντισε με τούτο το νερόν, και του λέγει· Σε προστάζω και σε εξορκίζω εις την δύναμιν του μεγάλου και φρικτού δράκοντος και εις την ενέργειαν των επτά πλανητών να αναλάβης την πρώτην σου μορφήν.

Μας ήλθεν επιθυμία διά να υπάγωμεν εις αυτό το παλάτι να το ιδούμεν· και πλησιάζοντες εις αυτό ακούομεν να εβγαίνουν διάφορες φωνές από εκείνους τους πύργους, εις τους οποίους ήτον μέσα άνθρωποι κλεισμένοι και ωμιλούσαν με φωνές πολλά δυνατές· άλλοι μεν ετραγουδούσαν, άλλοι εγελούσαν, και άλλοι έκλαιαν.

Χίλιες φορές πήρε φαλάγγι τους εχθρούς του, ποτάμια έχυσε το αίμα τους στη γη. Μα ήταν οι εχθροί ασκέρι και δεν είχανε σωμό. Μα και το βασιλόπουλο με τα παλικάρια του αποσταμό δεν είχε. Στον καιρό αυτό μεγάλη ταραχή γίνηκε μες στο παλάτι. Η γρηά η βασίλισσα, κυττάζοντας μια μέρα τους θησαυρούς της, έλαβε μεγάλη τρομάρα. Τα μαργαριτάρια της, που άλλα στον κόσμο δε βρισκόντανε, ήτανε χαμένα.

Φθάνοντας δε ο Κουλούφ εις την αυλήν του Βασιλέως, ευθύς έτρεξαν οι Οφφικιάλοι του Βασιλέως, και τον ανέβασαν εις το παλάτι, και τον έφεραν εμπρός εις τον Βασιλέα, ο οποίος ήτον ενδυμένος με φορέματα σκεπασμένα από διαμάντια, ρουμπίνια, και σμαράγδια, και εκάθονταν επάνω εις ένα θρόνον από χρυσάφι και φίλδεσι, και τριγύρου του οποίου έστεκαν οι πρώτοι αυθεντάδες της Ταρταρίας.

Όχι, δεν είναι γυναίκες αυτές. Πες τις Σειρήνες, Γοργόνες, ό,τι θες. Πες τις αγγέλους που τους έχει μαζί του παρμένους ο Βελζεβούλης κατεβαίνοντας από το ουράνιο παλάτι του κάτω στο σκοτεινό Βασίλειο της Αμαρτίας. Κι άλλο έχω κρυφά να σου πω, μα να βγούμε πρώτα. Δος μου το χέρι σου. Πρόσεχε τον Αράπη. Να μας πάλι στο δρόμο. Το κρυφό να σου πω τώρα: Δε φταίν' οι Χανούμισσες.

ΙΟΚΑΣΤΗ Δούλος που μόνος σώθηκεν από τους πέντε. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Είναι και τώρα; βρίσκεται μεσ’ στο παλάτι; ΙΟΚΑΣΤΗ Όχι. Γιατί ως έφθασεν στην πόλι ο δούλος, κ’ είδε πως εβασίλευες στου Λάιου το θρόνο, με πολυπαρακάλεσε να τονέ στείλω ποίμνια να βόσκη στους αγρούς μακριά απ’ την πόλι. Κ’ εγώ τον έστειλα γιατί ήταν άξιος και πιο μεγάλη ο σκλάβος μου να λάβη χάρι.

Βαριόμησαν εκεί οι Θεοί στου Δία το παλάτι, 570 κι' άρχισε πρώτα ο Ήφαιστος, ο ξακουστός τεχνίτης, ναν τους μιλάει, και πάσκιζε τη μάννα να βοηθήσει «Α πια θα γίνει μισερή κι' ασήκωτη η ζωή μας, αν έτσι οι διο σας σκούζετε εδώ σαν καρακάξες και πιάνεστε για τους θνητούς! Και το ξεφάντωμά μας 575 γλύκα δε θάχει πια καμιά, τι πήρε η φαγομάρα.

Δεν ήθελε λοιπόν μήτε νακούση τον Αθανάσιο, και μόλις μετά πολλά έστερξε να τόνε δεχτή· μα και τότες του κακομίλησε, και μάλιστα και πως θα τονέ διώξη από το Παλάτι τονέ φοβέριζε.

Κάνει χρεία, είπα, να φερθώ εις το παλάτι της Σχυρίνας, και να πασχίσω να έμβω εις την κατοικίαν της, διά να δοκιμάσω να ιδώ μήπως και ήθελα είμαι εγώ εκείνος ο ευτυχισμένος άνθρωπος που οι Αστρολόγοι προείπαν πως θέλει την απατήσει.

Με όλον που τούτη η ομιλία του βεζύρη ήθελεν έχει κάποιον τι αληθινόν, ο βασιλεύς όμως με το να ήτον πολλά τρωμένος από την αγάπην, δεν ήθελε να χάση την γνώμην που είχε διά την Κυράν, αλλά εγύρισεν εις το παλάτι του με απόφασιν, που να φυλάξη διά πάντα μίαν ζωντανήν και εγκαρδιακήν ενθύμησιν δι' αυτήν.