United States or Peru ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τις 17, Σαββάτο, κάμνει πάλι ο στρατός καινούρια δοκιμή να πνίξη την επανάσταση. Περιζώνει τον όχλο μέσα στ' οχτάγωνο χτίριο του Αυγουσταίου, μα δε δυνήθηκε να τους βγάλη, κ' έβαλε στο χτίριο φωτιά. Την Κεριακή πρωί παίρνει Βαγγέλιο στο χέρι ο Ιουστινιανός, και παρουσιάζεται στα Κάθισμα.

Ο δυστυχής ο φθισικός, όστις είχε σηκωθή μετά βίας από την κλίνην, και τον είχον καθίσει επί καναπέ, πλησίον του παραθύρου, εθεώρει τον χορόν, και ησθάνετο ηθικήν ευχαρίστησιν. — Αν δεν ηρχόμην εγώ απ' την Αμέρικα, έλεγε μέσα του, και δεν έφερνα αυτούς τους παράδες, όλ' αυτά θα έλειπαν . . . Γάμος μπορούσε να γείνη, αλλά θα ήτο πολύ πτωχικώτερος . . . και τέτοιος χορός δεν θα εγίνετο.

Μια κυρία που γνωρίζω ονειρεύτηκε ότι σε κάποιο μέρος υπήρχε μια, μέσα στην ιδιοκτησία ενός ξεπεσμένου κυρίου.

ΞΕΝ. Καλέ σεις! ποιος μιλά μέσα; εν ακούτενε; ίντα θέτενε να σας χαρώ; ΑΝΑΤ. Άνταμ! τρεις ώραις είναι φωνάζω, φωνάζω, κανένας ντεν ακούγει.... ΞΕΝ. Κι' ίντα θέτενε; ΑΝΑΤ. Εντώ πέρα τι είναι; ΞΕΝ. Λοκάντα. ΑΝΑΤ. Έι! εντώ πέρα απ' ούλα είναι, άμμα φαγιά ντε γλέπω· τι τρώνε εντώ για; ΞΕΝ. Είστε κι' άλλη βολά φερμένος άματις σε λοκάντα; ΑΝΑΤ. Όχι. ΞΕΝ. Δίκι' όχετεν άματιςκι' ε γλέπετεν την λίστα;

Σκεπτόμενος λοιπόν κ' εγώ χωρίς να κλείσω μάτι, ευρήκα ένα διαβολικό στο τέλος μονοπάτι, όπου να μπη μέσααυτό, αν ίσως και τον πείσω, θα βρω την σωτηρία μου. Αλλά να τον ξυπνήσω πρέπει προτήτερα. . . Μα πώς;... Να βρούμε κάποιον τρόπο να μη του κάνη κόπο. Άκουσε, Φειδιππίδη μου! άκου, Φειδιππιδάκη! Ε, τι πατέρα; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ένα λόγον για πες μου: μ' αγαπάς πολύ εμένα;

Οι άλλες εξομολογούμενες προσεύχονταν εδώ κι εκεί μέσα στην εκκλησία, γονατισμένες επάνω στο πρασινωπό πάτωμα. Μια βαθειά σιωπή, ένα γαλάζιο φως, μια μυρωδιά χλόης πλημμύριζαν την εκκλησία που ήταν υγρή και θλιβερή σαν σπηλιά.

Πηγαίνοντας προς το υπόστεγο ο Έφις είδε τον τυφλό που μετακινήθηκε και ήταν τώρα σκυμμένος επάνω από το σύντροφό του καλώντας τον με τ’ όνομά του. Έκλαιγε και έψαχνε το κομπόδεμα με τα κέρματα. Μόλις το βρήκε το έριξε μέσα στον κόρφο του και συνέχισε να κλαίει. Έτσι πέρασαν τη νύχτα.

— Κ' ύστερα, τι απόγεινε; Πες μου τα όλα, σαν να είμαι πνεμματικός, γιατί εγώ, ξέρεις, τον περισσότερον καιρό έλειπα απ' την πατρίδα, και δεν τα παρηκολούθησα καλά. — Φαίνεται ότι δεν του είχαν καμωμένα μάγια, μόνο ο ίδιος είχε πέσει στον έρωτα, κ' η Αγία, σαν δεν ήτον από μάγια, δεν μπορούσε με το στανιό να του αλλάξη τα μυαλά, γιατί μοναχός του και θέλοντας έβαλε σεβντά μέσα του.

Ποιος ξέρει πού θα με βγάλη αυτός ο δρόμος! είπα μέσα μου. Έκαμα ωστόσο ακόμα λίγα βήματα, ως που έχασα πίσω μου τη μεγάλη στράτα κ' η βοή του κόσμου άρχισε να σβύνεται σταυτιά μου. Μπροστά και πίσω μου έβλεπα μια λουρίδα άσπρη, μονότονη, χωρίς τέλος. Άρχισα να βαρυέμαι και να μου πιάνεται η αναπνοή μου, όχι τόσο απ' τον κόπο, όσο απ' τη στενοχώρια.

Και η Αφέντρα, κ' εκείνη, εμβλέπουσα εν τη μοναξία μέσα της, καθημένη απέναντι εις το ωραίον εικόνισμα, το Τριμόρφι, ησθάνετο την ανάγκην ν' ανακουφίση την συνείδησίν της.