Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
Να την προσέχω σαν παιδί μου· ό τι ζητήση, να της το φέρω. Λέλα τι προστάζεις; Λέλα, θες να φύγω; Θες να μείνω, Λέλα, Λέλα, θες να πέσω κατά γης και γονατισμένος μέρες αλάκαιρες να σε προσκυνώ σαν εικόνα; Είναι σαν τρεμουλιαστό πουλάκι η γυναίκα. Μην πας και την ξαφνιάσης. Πρέπει μάννα της να γίνης, να της μιλής σιγά κρυφά, να της μάθης εσύ τα μυστήρια του κόσμου και της ψυχής.
Αν χρειαστή να ξανακάνετε το ίδιο, θάχετε ακόμα άλλα τόσα κωλομέρια σε λίγες μέρες. Ο ουρανός θα σας αναγνωρίση αυτή τη φιλάνθρωπη πράξη και θα σας βοηθήση. Είχε μεγάλην ευγλωττία· τους έπεισε: μας κάμανε αυτή τη φρικαλέα εγχείρηση· ο ιμάμης μας έβαλε το ίδιο βάλσαμο, που βάζουν στα παιδιά, που σουνετίζουν: όλες είμαστε του θανάτου.
Αυτές τις μέρες, χωρίς να μπορώ να το εννοήσω πώς και γιατί, μου ήρθε συχνά στο νου το θαλασσινό ταξίδι, που κάμαμε με την Έλσα. Μου ήρθε μαζί με την ανάμνηση του βωβού αγώνα, που έκαμα να την καταφέρω ναγαπήση εκείνο που αγαπούσα και γω. Κ' η ανάμνηση πως το κατώρθωσα κι ωστόσο δεν το κατώρθωσα μ' ερέθιζε και μ' ανησυχούσε μαζί.
Το έθνος μας ολάκερο πάλι με κ ο ι ν ό τ η τ ε ς πρέπει να κυβερνηθεί, και μόνο με κοινότητες θα προκόψει. Η δ ο υ λ ε ι ά θα ζωντανέψει ή θα δυναμώσει τις κοινότητες. Και άμα ζωντανέψουν και δυναμώσουν αυτές, τότε θα θεριέψει το Έ θ ν ο ς. Όταν κυκλοφόρησε το φύλλο, ύστερα από λίγες μέρες ο κ.
Τόσο ο ίδιος όσο και ο Τζατσίντο περίμεναν να δούνε από τη μια στιγμή στην άλλη να φτάνει η Γκριζέντα, αλλά οι μέρες περνούσαν κι εκείνη δεν ερχόταν.
Δεν την έκλεψε κανένα ζεϊμπέκι, δεν καλογήρεψε, δεν αρρώστησε, δεν πέθανε, — και μήτε γράφει τώρα την ιστορία της! Είναι τάγιο το βήμα του καλυβιού μου αυτή η πέτρα. Θα δης εκεί κάποτε λουλούδια βαλμένα, ή και στοιβασμένα αυτά τα χαρτιά .... Ας πάρουμε τώρα μια από τις αξέχαστες εκείνες μέρες της εξοχής, κι ας την ιστορήσουμε, αν έχης υπομονή. Θαρρώ πως πρέπει.
Κι' όμως υπήρχαν και καμπόσες στριγλόγριες, που έλεγαν ότι ο Τασιούλας τάχα δεν είχε φύγει αντήμερα του Άη-Γεωργιού, αλλ' αντήμερα του Θωμά, δέκα μέρες πρωτύτερα και το παιδί μπορούσε να μην είναι του Τασιούλα, γιατί καμμιά φορά οι γυναίκες γεννούν δύο-τρεις μέρες πρωτύτερα από τους εννιά μήνες... Η μάννα, με την καρδιά βαλαντωμένη από τον πόνο άρχισε να λέη στο παιδί της: — .... Παιδί μου!
Μετά τρεις μέρες ήτο τέτοια η κατάστασή του, που ο γιατρός είπε ότι δεν είχε πεια καμμιά ελπίδα. Μόνο για παρηγοριά αφήκε μερικές παραγγελίες κέφυγε γιατί τον ζητούσαν βιαστικά σένα μακρυνό χωριό. Κοντά το μεσημέρι έπαθε ο άρρωστος ένα τέτοιο παροξυσμό της αρρώστειάς του, που σε λίγη ώρα τελείωσε. Πρόφτασε όμως την τελευταία τον στιγμή να πη μια βλαστήμια.
Έπειτα ήρθανε τα πράματα εκεί όπου είταν πριν. Το πρόβλημα όμως που με βασάνιζε: «Τι να είναι, τι να έχη;» έμεινε χωρίς απάντηση. Ωστόσο είμουνα ησυχότερος, αιστανόμουνα μετάνοια για τους στοχασμούς μου και περίμενα κιόλας κάποια λύση. Έπειτα από δυο μέρες βρήκα απάνω στο τραπέζι μου το ακόλουθο γράμμα.
Και τι δεν είχαμε! Ως και σαλάχια εσήκωσε το παραγάδι μας. Ένα δεν το κατάφερε καλά ο Καπτάν- Μιχάλης στο ξαγγύστρωμα. Του την κάρφωσε στο χέρι τη φαρμακερή του ουρά, και τον πονούσε ύστερα δυο μέρες. ...Αχάραγο ακόμα, κάτω από την πρωινή δροσούλα, με την πρωινή μαντολινάτα μας, εψάλαμε της κονταβγής τη χάρη. Εγυρίζαμε ολόχαροι, εφτυχισμένοι απ το κυνήγι στην πανώρια Τίκλα μας.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν