United States or Bhutan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η ψυχή μας φανερώνει την ενέργεια που μέσα της έχει, και προσπαθούμε να διούμε πώς φανερώνεται αφτή η ενέργεια. Μια λέξη μοναχή δε θα μας το μάθη. Η γλωσσολογία μόλις άρχισε σήμερα να σπουδάζη τέτοια ζητήματα. Να λύση κανείς ένα πρόβλημα, τόσο σπουδαίο πράμα δεν είναι· κάτι κατώρθωσε, μόνο όταν κατάλαβε που το πρόβλημα υπάρχει.

Οι προσπάθειες του Αγαμέμνονος να σώση την κόρη του, η συμπάθεια και κατανόηση του Μενελάου, που έρχονται αργά, για το θύμα, η τολμηρή αντίσταση του Αχιλλέα εναντίον του στρατού για να σωθή η μνηστή του, εντείνουν τη δράση και την τραγικότητα. Η λύση του δράματος δίδεται από τον από μηχανής θεόν. Η μετάφραση, σε στίχους, του Ι. Φραγκιά.

Αρχίσανε να μαλλώνουν κι αναμεταξύ τους. Αυτό ζητούσε κι ο Θεοδόσιος. Ήρθε η ώρα του να το λύση το ζήτημα. Βγαίνει λοιπόν και τους αγοράζει έναν έναν τους Αρχηγούς με δώρα και μ' αξιώματα, και τους παίρνει μέσα στον Αυτοκρατορικό το στρατό. Ένας τους τότες, ο Μοδάρης, τόσο πιστός έμεινε στον Αυτοκράτορα, που βγήκε ύστερα και χτύπησε τους πατριώτες του κ' έσφαξε ως τέσσερεις χιλιάδες τους.

Παλαμά εκ τυπογραφικής απροσεξίας έμειναν μερικά λάθη, τα όποια εδώ διορθώνομεν: ― Τοποθετείτε αντί Τοποθετάτε. ― Παρασταίνεται αντί παραστάνεται. ―Προτεσταντική στη λύση του αντί στη λύπη του. ― εξόν, αντί εξός. ― Πόου αντί Πόφ.― Πρόληψες αντί πρόληψη.― Αφωσίωση, αντί αφωσίωσιν κτλ. Η Μαρία Μύρτου είναι νεαρά Αθηναία, η οποία εξασκεί ευδοκίμως κ' επικερδώς το επάγγελμα της ζωγράφου.

Του συμβίου η στενοχώρια επετείνετο· ήτο πολύ σκεπτικός, ωσάν να επροσπάθει να λύση κανέν πρόβλημα πολύ ενοχλητικόν. — Τι να τρέχη; ηρώτα εαυτήν η νεαρά γυνή. Να μ' εβαρύνθης είνε δυνατόν; ω! αν τοιούτον τι συμβαίνη, αφεύκτως θα επέλθη το χάος! Αλλά θα προσέξωεπρόσθεσεδεν θ' αφήσω την ευτυχίαν να μου φύγη αμαχητεί· θα παλαίσω

Ύστερα και του τρελλού τα καμώματα τρελλά τα λογαριάζει ο κόσμος και κανείς δε βάζει την ουρά του. Τον είδε ο μούτσος. Τον είχανε ξυπνίσει τα σκυλιά. Ανεβαίνει στην κουβέρτα και τονέ βλέπει που πολεμούσε να λύση τη βάρκα του Μανώλη του Λεϊμονή, πούτανε δεμένη στο μώλο. Σαν πήδησε μέσα κ' έλυσε το πανί και πήρε στα χέρια του τη σκότα, άρχισε τις φωνές: «Αφίνω γεια, Μυγδαλιώ.

Αφού έφερε γύρω όλην την ημέραν του Μεγάλου Σαββάτου, ο κυρ Κωνσταντός ο Σμαροχάφτης, τρίτος πάρεδρος, κτλ., επί τέλους, ως δύο ώρας προ της δύσεως του ηλίου, απεφάσισε να εξέλθη εις τα Λιβάδια έξω της πόλεως, όπου είχε δεμένον το ονάριον του, διά να το λύση, όπως φορτώση επ' αυτού την μικράν αποσκευήν του, και εκκινήση διά τον Αγ.

Για τούτο το γράμμα αυτό μας έδωσε τη λύση όλων, αν και δεν εξήγησε τίποτε· κι αφού το διάβασα, πήγα με άφωνη ευγνωμοσύνη μέσα στη γυναίκα μου, ευτυχισμένος γιατί μπορούσα να τα πιστέψω όλα. Δε μιλήσαμε πολύ γι' αυτό το γράμμα, μα αιστανθήκαμε κ' οι δυο ξαλάφρωμα που γράφηκε. Και το βράδι καθήσαμε ως αργά μονάχοι, αφού πήγανε τα παιδιά να κοιμηθούνε.

Ο μεγάλος Κλώσος άφησε τον σάκκον εις την θύραν της εκκλησίας, και υπήγε μέσα. Ο δε μικρός Κλώσος ανεστέναζε και εγύριζεν απ’ εδώ και απ’ εκεί, αλλά δεν ημπορούσε να λύση τον σάκκον. Εκεί ήρχετο ένας γέρων βοσκός ασπρομάλλης με ραβδί εις το χέρι, και είχεν εμπρός του ένα σωρόν πρόβατα, τα οποία έσπρωξαν τον σάκκον, και εκύλισαν τον μικρόν Κλώσον κατά γης.

Διά να μελετήση το πρόβλημα, διά να εύρη τον τρόπον να το λύση, του χρειάζεται καιρός· αλλά προς τούτο απαιτείται αναγκαίως να μείνη αυτός κύριος του εαυτού του, να μη φανερώση εις τους άλλους τον πόνον και την αγανάκτησίν του, να μη δείξη την ταραχήν της ψυχής του, να μη γεννήση εις τον θείον του την υποψίαν ότι κάτοχος ήδη του τρομερού μυστηρίου τρέφει την ιδέαν της εκδικήσεως.