Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
Λυπούμαι διότι η επίσκεψις σας δεν έγινεν ολίγον ενωρίτερον, διότι θα εκρίνατε αυτοπροσώπως. Φαντάζομαι ότι το πράον σύστημα θα σας είναι γνωστόν καθ' όλας τας λεπτομερείας. — Όχι, όχι εντελώς. Αι πληροφορίαι μου είναι ατελείς. — Λοιπόν το σύστημά μου υπό γενικήν έποψιν έγκειται εις σεβασμόν προς την διανοητικήν ατέλειαν των ασθενών και εις την θωπείαν των αδυναμιών των.
Η νέα έσπευσε να προσφέρη αυτή τον μόνον σκίμποδα, όστις ευρίσκετο εν τη καλύβη. Καθίσασα η ξένη έρριψε παρατεταμένον βλέμμα επί της κόρης. Αύτη ησθάνθη ηλεκτρικήν την επίδρασιν του βλέμματος τούτου, και εταπείνωσε τους οφθαλμούς. — Αϊμά, σε λυπούμαι, κόρη μου, είπεν η ξένη. — Διατί με λυπείσθε; είπεν Αϊμά. — Διότι σε αγαπώ, απήντησεν η ξένη. — Και πώς με γνωρίζετε;
Τση τάπα 'γώ, καιρός περασμένος, τα όσα τση πρέπουνε κιαπό τότες δεν εμιλήσαμε· κια δε σύρη χέρι απού το παιδί μου, θα τήνε κάμω να φύγη απού το χωριό. Εγώ τηνε λυπούμαι έτσα που κατάντησε και δεν πιάνει άθρωπος χρουσό μήλο από τα χέρια τση, μα δεν ντρέπεται και καθόλου. Πετάχτηκα έξω, περισσότερο για να μην ακούω τα σκληρά λόγια της μάνας μου.
Έπειτα ερχότανε σε μένα κ' έλεγε: — Πόσο λυπούμαι τη μαμά. Ο Ούλοφ έμενε ησυχότερος και προσπαθούσε να μιλή μαζί μου, σα να είταν όλα όπως έπρεπε να είναι.
Δε μ' αγαπά κανένας, μα με φοβούνται και όσο έχω το Δεσπότη και μερικούς φίλους, τα ζωντόβολα τα περιφρονώ: Και σε λιγάκι επρόσθεσε. — Είναι κάμποσος καιρός που με πειράζει και μ' εμποδίζει η μάννα μου, θυμώνω, μα τι να κάμω που τη λυπούμαι. Φαίνεται, θέλει τώρα να εξαγοράση τα παληά. Ύστερ' από της σκέψεις αυτές, εκλείσθηκε στην κάμαρά του κ' έπεσε να κοιμηθή του δικαίου τον ύπνο.
Έχει φαρμάκι αυτό το αίμα, και σε καίγει καθώς ταγγίξης. Μα φοβούμαι μήπως εκείνο σαγγίξη, και σε λυπούμαι, γιατί πρέπει μέσα σου νάχης ρωμαίικο αίμα και συ. Τι σου φταίγω ως τόσο! Δικό σου είναι το αίμα μου, και σου τόστελα. Πες τώρα κανενός να τα πετάξη αυτά τα χαρτιά στη θάλασσα. Ναι, έτσι, με τη μασιά να τα πιάσουνε. Τι; τους καίνε πάλι; Μην απελπίζεσαι. Πρόσταξε φωτιά να τους βάλουν.
Θα πηγαίναμε στο «τσαρσί», θα βλέπαμε το τουρκολόγι να βράζη, — θα τρώγαμε ίσως κ' ένα μπουρέκι. Και κατεβαίνοντας στον πιο πολιτισμένο το Γαλατά, θα περνούσαμε να δούμε και κανέν' αργαστήρι που φτειάνουνε γαζέτες. Για το πρώτο δεν πολυλυπούμαι. Το τουρκολόγι το είδαμε και στο χωριό. Μα λυπούμαι που δεν προφτάξαμε ν' ανταμώσουμε και κανέναν Πολίτη Συντάχτη.
ΑΜΛΕΤΟΣ Λυπούμαι οπού σας πρόσβαλαν, πολύ λυπούμαι 'ς την τιμήν μου. ΟΡΑΤΙΟΣ Ποσώς δεν μας προσβάλλουν, Κύριε. ΑΜΛΕΤΟΣ Ναι· πλην, μα τον Θεόν, υπάρχει και μεγάλη, Οράτιε, προσβολή· και ως προς τ' όραμα εκείνο, είναι πνεύμα καλό, τούτο να ειπώ σας φθάνει· και την επιθυμία να μάθετ' ό,τι τρέχει μεταξύ μας, δαμάσετ' όπως ημπορείτε.
Πέρασε πολλή ώρα όσο να λυθή η σιγή κι άμα λύθηκε, δε λύθηκε με λόγια. Η γυναίκα μου άπλωσε μόνο το χέρι της σε μένα και μ' έσυρε στον καναπέ. Έπεσε στην αγκαλιά μου κ' ένα μακρύ αναφυλλητό, που φαινότανε πως έβγαινε από το ίδιο στήθος, μας συγκλόνησε και τους δυο. — Πόσο σε λυπούμαι! ψιθύρισε. Πόσο σε λυπούμαι! — Εμένα; Ξαπολύθηκα από αυτή και την κοίταξα.
Πολύ συχνά δε συγχέονται τώρα στην Αγγλία, και μολονότι οι νεώτεροι Πουριτανοί μας δεν μπορούν να καταστρέψουν ένα όμορφο πράγμα, ωστόσο με την υπερβολική τους φαγούρα κατορθώνουν και μουντζουρώνουν για μια στιγμή την Ομορφιά. Κυρίως, λυπούμαι να το πω, τέτοιοι άνθρωποι τρέχουν στην εφημερίδα για να εκφράσουν τον εαυτό τους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν