Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Ιουνίου 2025


Έμεινε στο χωριό όλη την μέρα. Ανησυχούσε για το κτήμααν και την εποχή εκείνη λίγα πράγματα ήταν εκείνα που θα μπορούσε να κλέψει κανείςαλλά του φαινόταν ότι μια κρυφή διχόνοια ταλάνιζε τις κυράδες του και δεν ήθελε να φύγει εάν προηγουμένως δεν τις έβλεπε φιλιωμένες. Η ντόνα Έστερ, αφού έβαλε λίγη τάξη, ξαναβγήκε για να πάει στην εκκλησία.

Ο υπηρέτης δεν κοίταζε πέρα από το κτηματάκι και για το λόγο ότι τα χωράφια που βρίσκονταν από τη μια μεριά και από την άλλη ανήκαν κάποτε στις κυράδες του: γιατί να θυμάται τα παλιά; Ανώφελη, θλιβερή θύμηση. Καλύτερα να σκέφτεται το μέλλον και να ελπίζει στη βοήθεια του Θεού.

Η Σεραφεία απάντησε στον πραγματευτή ότι πρώτα πρέπει να συμβουλευτεί τις αδελφές της· αφού το συζήτησε, γύρισε και του απάντησε ότι αυτός και οι δυο φίλοι του είναι καλοδεχούμενοι. Αυτοί μπήκαν μέσα και υποκλίθηκαν ευγενικά στις κυράδες και στους καλεσμένους τους.

Ο πυρετός και η εξάντληση έκαναν τ’ αυτιά του να βουίζουν∙ σαν να άκουγε το μουρμούρισμα του ποταμού μέσα στη νύχτα και μακρινές φωνές και είχε μέσα στο κεφάλι του έναν κόσμο εντελώς δικό του όπου ζούσε αποτραβηγμένος από τον πραγματικό κόσμο. Δεν τον ενδιέφερε πια ο Τζατσίντο, ούτε η Γκριζέντα, ακόμη καλά καλά ούτε και οι κυράδες του.

Ο ντον Πρέντου είχε κιόλας απομακρυνθεί όταν ο Έφις τον πρόφτασε στη μεγάλη στράτα προσφέροντάς του με τα δυο του χέρια ένα καλάθι γεμάτο φρούτα και λαχανικά. «Ντον Πρέντου, στείλτε αυτό με την υπηρέτριά σας στις κυράδες μου. Εγώ δεν μπορώ να εγκαταλείψω το κτηματάκι…. και ο ντον Τζατσίντο δεν έρχεται…»

Το γεγονός ότι ο Έφις αγόραζε ένα τόσο πολυτελή σκούφο τράβηξε την προσοχή και της πεθεράς του Μιλέζου. Κάλεσε τον υπηρέτη μ’ ένα νεύμα της κεφαλής και τον ρώτησε με μεγαλοπρεπές ύφος πώς ήταν οι κυράδες του. Στο κάτω κάτω ήταν γυναίκες ευγενικής καταγωγής και άξιζαν τον σεβασμό του καθωσπρέπει κόσμου.

Ω κυρία μου, φώναξε ο βαστάζος, «άσε με να μείνω λίγο ακόμα. Δεν είναι δίκαιο οι άλλοι να έχουν ακούσει την ιστορία μου και εγώ να μην ακούσω την δική τους», και χωρίς να περιμένει την άδεια, εκάθησε στην άκρη του σοφά όπου καθόντουσαν οι κυράδες, ενώ οι άλλοι εκάθησαν ανακούρκουδα στο χαλί, και οι σκλάβοι στάθηκαν ακουμπώντας τον τοίχο.

Η γιαγιά μου όμως λέει ότι μπορεί να είναι από τον κυρ Τζατσίντο, τον ανιψιό που έχουν οι κυράδες σας». Ναι, ο Έφις το ένοιωθε• έτσι πρέπει να ήταν. Έξυνε ωστόσο σκεφτικός το μάγουλο, με χαμηλωμένο το κεφάλι, και έλπιζε αλλά και φοβόταν μήπως κάνει λάθος.

Εμείς είμαστε τα καλάμια και η μοίρα είναι ο άνεμος. Γιατί όμως μια τέτοια μοίρα; Και ο άνεμος γιατί; Ο Θεός μόνο ξέρει. Γεννηθήτω, τότε, το θέλημά ΤουΕξάλλου, όπως λέει και μια από τις κυράδες του, «Μπροστά στο Θεό δεν υπάρχουν ούτε υπηρέτες ούτε αφεντικά» γιατί «…μέσα μας βρίσκεται η γιατρειά. Καρδιά πρέπει να έχουμε, τιποτ’ άλλο…»

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν