Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025


Και αφού ετελειώσαμεν, ο γέρων κάνοντας κέφι από το κρασί που έπιαμεν, άρχισε να λαλή ένα τζιβούρι που κοντά του είχε, εις τρόπον που δεν ήξευρε τι έκανε. Και με όλον τούτο εγώ διά να τον κολακεύσω, τον επαίνεσα πως το ελαλούσε με μεγάλην τέχνην.

Αφού σεργιανήσανε όλο το απόγευμα σχεδόν το χιλιοστό μέρος της πολιτείας, τους ωδηγήσανε στο βασιλιά. Ο Αγαθούλης κάθησε στο τραπέζι ανάμεσα στη Μεγαλειότητά του και στον υπηρέτη του τον Κακαμπό και πλήθος κυρίες. Ποτές δεν έγινε λαμπρότερο γεύμα, και ποτές δεν έδειξε κανείς περισσότερο κέφι απ' όσο η μεγαλειότητά του.

Αφίνω πως μας αρρώστησαν από την αϋπνία, κ' εμένα και τη γυναίκα μου . . . αφίνω πως τα καϋμένα τα παιδιά μου ούτε χορεύουν πεια ούτε τραγουδούν . . , γιατί δεν έχω κέφι να παίξω το μπουζούκι μου. Το λοιπόν, αφέντη, με το συμπάθειο . . . σας είμαι υπόχρεως, πολύ υπόχρεως, . . μα . . νά κρατήστε του λόγου σας τα χρήματα σας, κ' εγώ . . . τη φτώχια μου.

Αλλά τελειώτερα θα μπορούσε να θεωρηθή με το χάρισμα κάποιας υπεροχής αγνάντια στάλλα του Βιζυηνού πεζογραφήματα το διήγημα που έδωκε την αφορμή στα προλογικά μου σημειώματα του βιβλίου τούτου: «Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου». Αυτό είναι, θετικώτερα, το διηγηματογραφικό αριστούργημα του Βιζυηνού, καθώς συγκεντρώνει στα φύλλα του όλων των άλλων δεξιά συμπλεγμένα και συγκεντρωμένα τα χαρίσματα: την τραγωδία, την ηθογραφία, το χρώμα το τοπικό, την ποίηση με το λυρισμό, τη σπαραχτική συγκίνησι, το κέφι το ανατολίτικο, την ωραία πιστή και όμως πολύ πιο πέρα από τη φωτογραφία προχωρημένη αναπαράσταση τόπων, καιρών, ψυχών, προσώπων. «Οικογενειακή τραγωδία, καθώς και άλλοτε την είπα, εν αδιασπάστω συνοχή πλεκομένη και λυομένη» . Ο Κιαμήλ ο φονιάς ενός ανθρώπου, φονιάς πόσο συμπαθέστερος από το θύμα του, αθώος κακούργος, τρελός ύστερα πραότατος, ένα κήπο καλλιεργεί και τριαντάφυλλα μέσα στον κήπο, για να τα ξαναφυτεύη τα τριαντάφυλλ' αυτά στον τάφο εκείνον που σκότωσε.

Ως πούρθαν στο κέφι οι Αρβανίτες και δε δείλιασαν να ειπούν τότε κι αυτοί τα τραγούδια τους, αδιάφορο αν μετρητοί από τους μαζωμένους περίγυρα τους καταλαβαίναν.

— Ε! καϋμένε, κυρ Βαγγέλη!... δεν είσαι και συ, κανένας μερακλής ...δεν σ' ακούσαμε καμμιά βραδυά να μας παίξης κ' εδώ τίποτα... Είνε καμπόσοι βιολιτζήδες τόσο μερακλήδες, που καλλίτερα παίζουν μονάχοι τους, όταν τους έρχεται το κέφι, παρά όταν τους δίνουν οι άλλοι παράδες.

ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ευτυχώς στέκουνται τόσο καλά τα οικονομικά σας, ώστε η λίγη χασομέρια του εργοστασίου, να είναι ασήμαντη για σας. ΦΙΝΤΗΣ Ποιος τα λέει αυτά; Κι αν στέκουνται καλά τα οικονομικά μου όπως λες, δεν είμαι υποχρεωμένος βέβαια να κάνω τα κέφια του ενός και του αλλουνού. ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Δεν είναι κέφι μου, κ. εργοστασιάρχη, είναι ανάγκη.

Ε, δεν ακούτε; Ποίος διάβολος σας έβαλε να μαλόνετε έτσι; Δεν μας μέλει. Τι λέγω εγώ; Χμ.. Γρ.. Όρεξι που είχα να κάμω τέτοια κουταμάρα. Φταίγω εγώ; ας έλειπε αυτός και τα υπέρπυρά του. Κέφι που το έχετε να τρώγεσθε έτσι τόσην ώρα! Βούγκο! Μάχτο! ησυχάσετε. Τίνος το λέγω; Θα σας σκοτώσουν. Μη βαρεθήκατε τη ζωή σας; Ε, Βούγκο! εσένα το λέγω. Άφησε αυτόν τον άλλον, είνε τρελλός. Εσύ κάμε φρόνιμα.

Λέξη Της Ημέρας

βουλιάξω

Άλλοι Ψάχνουν