Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025


Που στάζει κάθε αχτίδα σου μες την καρδιά άγιο μύρο, Κι' αν φέρνη σούρπωμα στη γη και στα ματάκια υπνίλα, Όμως στα βάθια τ' άγνωρα ξυπνάει και ζωντανεύει Όλα τα μάγια τα κρυφά της μεστωμένης νιότης, Όλους τους πόθους, τους καϊμούς, τους πόνους, την αγάπη. Κ' εγώ αγαπάω· συ μοναχά και τα πουλιά του λόγγου Ξέρετε την αγάπη μου σ' όλην αυτήν την Πλάση.

Ο Έφις την κοιτά και νοιώθει, όπως πάντα μπροστά σ’ αυτή την φιγούρα που ξεπροβάλλει απ’ τα σκοτάδια ενός παρελθόντος χωρίς όρια, ζάλη σαν να ήταν εκείνος που αιωρείται σ’ ένα μαύρο κενό όλο μυστήριο... Σαν να θυμάται μια προηγούμενη ζωή, παμπάλαια. Του φαίνεται πως ζωντανεύει το κάθε τι γύρω του, με μια ζωή όμως φανταστική, μυθική.

Χαμογελάς. Κύτταξε το ζήτημα από την επιστημονικήν ή μεταφυσική του όψη και θα δης πως έχω δίκηο. Γιατί τι είναι η Φύση; Η Φύση δεν είναι καμμία μεγάλη μάννα, που μας γέννησε. Είναι δικό μας πλάσμα. Στο μυαλό μας μέσα ζωντανεύει. Τα πράματα υπάρχουνε γιατί τα βλέπομε. Το τι βλέπομε και πώς τα βλέπομε εξαρτάται από τις Τέχνες, που μας έκαναν επίδραση.

Όταν έφτασε κοντά στην Γκριζέντα της έπιασε το μπράτσο, μπήκε στη σειρά με τις γυναίκες που χόρευαν και φάνηκε να ζωντανεύει πραγματικά το χορό με την παρουσία του. Τα πόδια των γυναικών κινιόντουσαν ζωηρότερα, ενώνονταν, σέρνονταν, σηκώνονταν∙ τα σώματα είχαν γίνει πιο ευκίνητα, τα πρόσωπα έλαμπαν από χαρά. «Να το βαστάγι. Εμπρός, κουράγιο!» «Όπα! Όπα

Κυοφορούν δε όχι εις την γαστέρα, αλλ' εις το παχύ μέρος της κνήμης, το οποίον λέγεται γαστροκνημία• όταν γίνη η σύλληψις, φουσκώνει η κνήμη, μετά καιρόν δε την σχίζουν και εξάγουν νεκρόν το έμβρυον• αλλά το εκθέτουν με ανοικτόν το στόμα προς τον άνεμον και ούτω ζωντανεύει. Μου φαίνεται δε ότι εκ τούτου προήλθε και εις την Ελληνικήν γλώσσαν το όνομα της γαστροκνημίας.

Και ζωντανεύει ολάκερος ο νηός ο παντρεμμένος. Ξυπνούν τα 'μάτια τα σβυστά, ανοίγουνε τα χείλη Κι' απάνω τους χαμόγελο γλυκό-γλυκό χαράζει.

Ξύγκι; — Το καψόξυγκο είνε, που μας ζωντανεύει. Μ' αυτό στο ψωμί, μ' αυτό στο λύχνο, μ' αυτό τηγανίζουμε κάν' αυγό. Ξύγκι που πάει γόνα, κι αυτό λιγοστό, πού να βρεθή το έρημο! — Και κατεβαίνετε το χειμώνα κάτου; — Όπως ντέση. Τους τρεις μήνες ροβολάμε μια βολά. Σε στρυμόνει το χιόνι, παιδί μου. Κρύο, λες; πεθαμός! Και βδομάδα κάνουμε ν' ανοίξουμε πόρτα.

Ρώτησα κόσμο και κόσμο, μα κανένας δεν ήξερε να μου πη τίποτε. Η γιαγιά κοιμάται ακόμη κάτω από μια μαρμαρένια πλάκα, φαγωμένη από τον καιρό, κιτρινισμένη απ' τα χρόνια. Όλα τα μνήματα τριγύρω είναι βουβά. Μα κάποια φωνούλα αντηχεί κάποτε απάνω στο κυπαρίσσι τους, κάποιο μουρμούρισμα κλαδιών τα ζωντανεύει. Το πιο βουβό μνήμα είναι το μνήμα της γιαγιάς.

Σαν το πουλί τριγύρω στο φείδι στρεφογυρίζει ο νους μου. Αχ, και να είταν ο Χάρος αυτό το φείδι! Είνε ο πόνος, ανάθεμά τον, ο πόνος! Ο κόσμος όλος πεθαίνει, κι αυτός βασιλεύει. Να τους σκοτώσω, θα πης! Να τους σκοτώσω, να βουβαθούν αυτές οι χαρές. Ψεύτρα, παρηγοριά! Που σκοτώνει του αλλονού τη χαρά, ζωντανεύει τον πόνο του. Απελπισιά, απελπισιά, και τίποτις άλλο. Αυτή θα είνε η αγάπη μου εμένα.

Όσοι ζούνε δουλεύοντας το μάρμαρο ή ζωγραφίζοντας το πανί ξέρουν από τη ζωή μια μονάχα εξαιρετική στιγμή, αιώνια πράγματι στην ομορφιά της, μα περιωρισμένη σε μια νότα πάθους ή μια διάθεση γαλήνης. Εκείνοι που τους ζωντανεύει ο ποιητής έχουν τα χίλια δυο συναισθήματά τους, της χαράς και του τρόμου, της τόλμης και της απελπισίας, της ηδονής και του πόνου.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν